Κριτικό σημείωμα στο μυθιστόρημα
“Λέγε με Ισμαήλ” της Τέσυ Μπάιλα
“Λέγε
με Ισμαήλ” τιτλοφορείται το νέο μυθιστόρημα της Τέσυ Μπάιλα, που πρόσφατα
κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Ο τόπος που εκτυλίσσεται η ιστορία είναι
το Πέρα, η αριστοκρατική ελληνική συνοικία της Πόλης. Ο εστιασμένος χρόνος
είναι κατά κύριο λόγο ο Σεπτέμβρης του 1955, με το οργανωμένο ανθελληνικό
μένος, τα αιματηρά περιστατικά και τα τραγικά επακόλουθα εκείνης της ταραγμένης
περιόδου μέχρι και μια δεκαετία μετά.
Πρόκειται
για μυθιστόρημα κατά βάση κοινωνικό-ψυχογραφικό και κατ’ ανάγκη ιστορικό. Μέσα
σ’ αυτό το πλαίσιο σκιαγραφούνται με γραφίδα κυματιστή, όπως η θάλασσα του
Βοσπόρου που εκπέμπει ερωτικούς ψιθύρους στα γυμνά πόδια της καλλίγραμμης
Πόλης, οι ανθρώπινοι χαρακτήρες και οι μεταξύ τους σχέσεις, όπως αριστοτεχνικά
πλάθονται από τη συγγραφέα.
Μαζί
με τα μεθυστικά αρώματα, τα μπαχαρικά, τους στεναγμούς των αμανέδων, τον
παφλασμό των κυμάτων και τον αέρα που σφυρίζει τις νύχτες στα σοκάκια της Πόλης
των θρύλων και των παραμυθιών, Ρωμιοί και Τούρκοι συνυπάρχουν στο πλοίο που
λέγεται ζωή, αλλά καθένας τους έχει να διασχίσει τη δική του θάλασσα, να
παλέψει με τα δικά του κύματα, να χαράξει τη δική του πορεία και να καταλήξει -αν
τα καταφέρει- στον δικό του προορισμό.
Σ’
αυτό το γεμάτο ανατροπές και εκπλήξεις ταξίδι, οι ζωές των ανθρώπων
διασταυρώνονται, οι διαφορετικές απόψεις συγκρούονται, το βάρος των
συναισθημάτων θρυμματίζει τις ευαίσθητες ψυχές, οι λεπτές ισορροπίες οδηγούν σε
επικίνδυνες ακροβασίες. Κάτω από το πυκνό στρώμα ομίχλης που συχνά μειώνει την
ορατότητα και θαμπώνει την πραγματικότητα στα στενορύμια της Πόλης, οι καρδιές
πάλλονται και αναζητούν διέξοδο στο φως. Η μοίρα απαιτεί να παίξει τον ρόλο
της, αλλά οι άνθρωποι πάντα επιχειρούν να σπάσουν τα δεσμά της και να
φτερουγίσουν ελεύθεροι. Ποιος θα φτάσει ως το τέλος της διαδρομής; Ποιος θα
γίνει βορά στο αχόρταστο κύμα; Ποιος θα επιβιώσει μετρώντας πληγές βαθιές στην
ψυχή και στο σώμα;
Ο
Ισίδωρος, στοχαστικός, μοναχικός, αλλά και αποφασισμένος να φέρει τον κόσμο στα
μέτρα του. Ο Ισμαήλ, καλόκαρδος και ανεξίκακος, φίλος πιστός και ανυποχώρητος
μέχρι τέλους. Η Αϊσέ, σκαρί ακυβέρνητο στις ανομολόγητες επιθυμίες, καταδικασμένη
προκαταβολικά από την ανελεύθερη κοινωνία. Η Καλλιάνθη, δέσμια του ανεκπλήρωτου
έρωτα και της κοινωνικής τάξης. Η Μέλπω, φυσιογνωμία λαϊκή, αφοσιωμένη αδελφή
ψυχή. Ο Αρίφ, αθεράπευτα ερωτευμένος, αλλά και τυφλωμένος από το μίσος και τον
φανατισμό.
Ο
Μάνθος και η Τζανέτ, οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, η προσωποποίηση της
σκληρότητας και της ανάλγητης εκμετάλλευσης. Η Γιασεμώ, πρόβατο απολωλός,
έτοιμη να πληρώσει το τίμημα του αγοραίου έρωτα αλλά και της αληθινής αγάπης. Ο
Νικολός, ο ναυτικός, ο αθεράπευτος εραστής της θάλασσας που αποζητά
στη στεριά μια αγκαλιά να ριζώσει. Ο Ναντίρ, τυχοδιώκτης ανίκανος να αντισταθεί
στην ηδονική έλξη του κατήφορου. Η Ασλίβ, ένα φυλακισμένο αηδόνι που εγκληματεί
για την πτήση προς την ελευθερία. Η Τζασμίν, το προδιαγεγραμμένο θύμα της
εδραιωμένης απανθρωπιάς. Η Εσίν, παράπλευρη απώλεια των παθών, που βρίσκει τη
δύναμη να επουλώσει τα τραύματά της και να αντιπαλέψει την ενδοοικογενειακή βία
και την κοινωνική ανισότητα.
Χαρακτήρες
γήινοι αλλά και τόσο ποιητικοί, δοσμένοι με πλήρη αίσθηση του μέτρου, με
ρομαντικές αναπολήσεις αλλά και σκληρότητα κάποιες φορές χωρίς ωραιοποίηση, με
τη μικρότητα σε αδιάκοπη διαπάλη με το μεγαλείο της ψυχής, με το σκοτάδι να
αντιμάχεται το φως, με την υποχώρηση της νύχτας στη δύναμη της μέρας˙ έτσι όπως
συμβαίνει με το χάραμα στην Πόλη, με τις ψυχές να φτερουγίζουν όπως οι γλάροι
μέσα στο σύθαμπο πάνω απ’ τους μιναρέδες και τους τρούλους της πάλαι ποτέ
Βασιλεύουσας.
Μυθιστόρημα,
όπως προανέφερα, κατ’ ανάγκη ιστορικό, με φόντο τον αιματοβαμμένο Σεπτέμβρη του
1955. Αυτονόητα η συγγραφέας παίρνει θέση, χωρίς όμως κραυγές, συνθήματα ή
εθνικιστικές κορόνες. Με όπλο την αλήθεια των γεγονότων και τη διακριτικότητα
-όμοια με εκείνη της Πόλης που εισβάλλει και μένει ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη-
μας δίνει το στίγμα της εποχής και των ανθρώπων μέσα στο συγκεκριμένο ιστορικό
πλαίσιο. Τελική διαπίστωση μετά την ανάγνωση: τα αβίαστα συμπεράσματα για τις
ανθρώπινες συμπεριφορές εκατέρωθεν.
Όλο
αυτό το ανθρώπινο ζυμάρι, καταδικάζεται σε διά βίου βασανισμό από τα αμέριμνα
και αδίστακτα χέρια που κινούν τα νήματα της Ιστορίας, συνυπογράφουν συνθήκες
και κινούνται με μοναδικό γνώμονα το συμφέρον, αδιαφορώντας για τα αναρίθμητα
θύματα που σκορπίζουν στο πέρασμά τους. Όλη αυτή η ανθρωπομάζα ξεριζώνεται
αδίστακτα από τα πατρογονικά της χώματα οπότε αυτό κριθεί αναγκαίο, στον βωμό
της εξυπηρέτησης άνομων συμφωνιών και μεγαλοϊδεατικών επιδιώξεων.
Πιόνια
άσπρα και μαύρα στη σκακιέρα των αφανών συναλλαγών, θύματα και θύτες,
παγιδευμένοι στον ιστό της αόρατης αράχνης, δίνουν μάχη για να πέσουν στην
ανελέητη θάλασσα, να δαμάσουν τα αφρισμένα κύματα και να φτάσουν ως την
αντικρινή στεριά.
Διατρέχοντας
τις σελίδες του βιβλίου, απολαμβάνουμε τους έντονους διαλόγους με την εναλλαγή
και την αρμονική συνύπαρξη των γλωσσών, τη συνεκτική πλοκή και την αβίαστη ροή
των γεγονότων, με ατμοσφαιρική περιγραφή του χώρου όπου εξελίσσονται.
Ανασαίνουμε όχι μόνο τα αρώματα της ονειρικής Πόλης και το δέσιμο των ανθρώπων
που ξεπερνά τους δεσμούς αίματος, αλλά και την αποφορά των συνωμοσιών, της
αποστασιοποίησης από τις ευθύνες, του μίσους και των συμφερόντων που
συνδαυλίζουν τον άκρατο φανατισμό, για να σαρώσουν στο διάβα τους τις αξίες της
ζωής. Ακολουθεί, όμως, η συναρπαστική και απρόσμενη ολοκλήρωση της αφήγησης,
που επιτρέπει στον αναγνώστη να διατηρήσει ζωντανή την ελπίδα στην τελική
επικράτηση της ανθρωπιάς.
“Λέγε
με Ισμαήλ” είναι ο τίτλος που επιλέγει η Τέσυ Μπάιλα για το μυθιστόρημά της, σε
παραλληλία με το “Μόμπι Ντικ” του Χέρμαν Μέλβιλ, υποδηλώνοντας όχι μόνο τον
αγώνα, αλλά και την απόφαση του ανθρώπου να ξεκινήσει το μοναχικό του ταξίδι
στη θάλασσα της ζωής, να αναμετρηθεί με τους δικούς του δαίμονες, να
αντιμετωπίσει και να υπερνικήσει τις εξωτερικές αντιξοότητες και τις εσωτερικές
αναστολές, ώσπου να ισορροπήσει και να κατακτήσει την ποθητή γαλήνη.
Και
κάτι ακόμα, χωρίς παραπέρα αποκαλύψεις˙ το ανατρεπτικό τέλος του μυθιστορήματος
αφήνει στον αναγνώστη τη γεύση της ίδιας της ζωής. Νιώθεις πως όσο κι όλα
έφτασαν σε ένα τέλος -διαφορετικό για τον καθένα-, υπάρχει σίγουρα συνέχεια.
Μπορείς να αφήσεις ελεύθερη τη φαντασία σου να ταξιδέψει και να φτιάξεις τον
δικό σου μύθο ή να χτίσεις τη δική σου αλήθεια.
“Λέγε
με Ισμαήλ”, ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί όχι μόνο για όσα μας εξιστορεί ή
για την αναγνωστική ηδονικότητα των ηρώων του, αλλά και για όσα μας προ(σ)καλεί
να αναλογιστούμε και να πράξουμε ως έλλογα όντα, καθώς χαράζουμε τη ρότα του
σύντομου βίου μας.
Δημήτρης Φιλελές
Πρώτη δημοσίευση: Πιόνια άσπρα και μαύρα στη σκακιέρα αφανών συναλλαγών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου