ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2023

Κοσμάς Ηλιάδης - Εξοχικό στο Πόρτο Κουφό

#διαβάζω_για_σένα 


Εξοχικό στο Πόρτο Κουφό

Ο Αντώνης Καρδούχος ήταν πολύ στενοχωρημένος. Την ταβέρνα που έχτισε με αίμα και ιδρώτα, απέναντι από το στρατόπεδο του Παύλου Μελά, παραχώρησε από ανάγκη στον γιο του Βασίλη. Το ποτό, βλέπεις, τον είχε κάνει κουρέλι, τον παλιό μάγκα που τον έτρεμε ολόκληρη η λαχαναγορά στα λεμονάδικα, στην περιοχή Αντιγονιδών.  

Κάτω από τα μνήματα της Αγίας Παρασκευής είναι η στάση Γέφυρα. Βρισκόταν εκεί το κακόφημο ουζάδικο του Παναγή Στάφκου, ψευτόμαγκα παλιοελλαδίτη. Μπήκε να ξεδιψάσει, ο Παναγής τον υποδέχτηκε  ψυχρά. Ήταν τυχερός, μια παλιά του γνώριμη ήταν εκεί, η Νίτσα, γελαστή και αθυρόστομη. «Νίτσα μου, μουνίτσα μου, Νίτσα μου, Νίτσα, πουτανίτσα μου». Έτσι αυτοσυστηνόταν στους πελάτες και τους ξεπαράδιαζε. Έπινε τα τσάγια με τη σέσουλα, τους χρέωνε ουίσκι. 

Μη υπάρχοντος άλλου πελάτη, η Νίτσα κάθισε στο τραπέζι του Αντώνη, έπινε ό,τι έπινε αυτός. Φτιάχτηκε ο Αντώνης, χούφτωνε τα μπούτια της Νίτσας. Περνούσαν καλά οι δυο τους μέχρι να πλακώσει πελατεία στο μαγαζί. Μόλις μπήκαν άλλοι πελάτες, η Νίτσα  παράτησε τον παλιόφιλο Αντώνη, πήγε για το μεροκάματο, να βγάλει κάνα φράγκο. Αυτός ζορίστηκε, ήτανε στις μαύρες του και ήθελε λιγάκι να ξεδώσει. Γέμιζε το ποτήρι του, το εύρισκε άδειο, το ξαναγέμιζε ξανά και ξανά. Λύθηκε η γλώσσα του, άρχισε να λέει διάφορα. 

«Έλα κατά ’δώ, Νίτσα. Έχω κάτι να σε πω, θα σ’ αρέσει. Καλά, αφού δεν έρχεσαι να τα ακούσεις, θα στα πω από μακριά. Σε πήγε ο Παναγής στην εξοχική του βίλα, στο Πόρτο  Κουφό;»

«Όχι».

«Α, δεν ξέρεις τι χάνεις. Οι λαμαρίνες στάζουν μέσα στο σπίτι όταν βρέχει, όταν δεν τις παίρνει ο αέρας. Τα κουνούπια σε χαϊδεύουν,  όργιο, τι να σου πω, όργιο σε λέω. Χάνεις, δεν ξέρεις τι χάνεις». 

Ζορίστηκε ο Παναγής Στάφκος, αλλά έκανε  υπομονή. Μετά από λίγη ώρα,  μπήκε στο μαγαζί ο γιος του Παναγή, ο Λέανδρος. Είχε πάρει άδεια από το στρατόπεδο του Καρατάσου, όπου υπηρετούσε τη θητεία του. 

Ο Παναγής αναθάρρησε, βγήκε από τον πάγκο, πήγε πίσω από την πλάτη του Αντώνη, σήκωσε μια καρέκλα και την κατέβασε στο κεφάλι του. Πίδακας αίματος ανάβλυσε από το κρανίο του Αντώνη, ο οποίος άδειασε σαν σακί στη διπλανή καρέκλα, εκεί που καθόταν η Νίτσα. Τον φόρτωσαν σε ένα Ντάτσουν, τον άδειασαν μπροστά στο σκυλάδικο, το διπλανό από το μαγαζί του Αντώνη. 

Άκουσαν τα βογγητά του, ειδοποίησαν τον καταστηματάρχη, αυτός βρήκε τον Βασίλη, τον πήγανε στο κεντρικό νοσοκομείο. Κρανιοεγκεφαλική κάκωση, δυο ώρες εγχείρηση, είκοσι πέντε ράμματα, πάνω από μια εβδομάδα στο νοσοκομείο. Έμαθε τα σχετικά από τον πατέρα του ο Βασίλης, πέρασε από το ουζερί του Παναγή απόγευμα Σαββάτου, το βρήκε κλειστό.  Την Κυριακή το απόγευμα εξακολουθούσε το μαγαζί να είναι κλειστό. Επανέλαβε την επίσκεψή του τη Δευτέρα το απόγευμα, πάλι κλειστό το βρήκε. Την επόμενη Τρίτη το βράδυ, γύρω στις δέκα η ώρα, με μια πέτρα με κοφτερή μύτη έσπασε τη βιτρίνα, έριξε ένα αναμμένο στουπί λουσμένο στο πετρέλαιο και έφυγε. Το μαγαζί έγινε στάχτη. 

Την επόμενη Παρασκευή ο Αντώνης πήρε εξιτήριο. Ζαλιζόταν ακόμα, αλλά δεν έδωσε σημασία. Πέρασε από το ουζερί του Παναγή του Στάφκου, το βρήκε λειωμένο από τη φωτιά. Από ’κεί πήγε στο κατάστημα του γιου του. Τίποτα δεν του είπε ο Βασίλης, δεν ρώτησε τίποτα κι αυτός. Το βράδυ ευχαρίστησε τους ανθρώπους του σκυλάδικου που συνέβαλαν στη σωτηρία του. 

Ο Παναγής ο Στάφκος χάθηκε από την πιάτσα. Κάποιοι είπαν πως πήγε και μένει στο εξοχικό του, στο Πόρτο Κουφό. Άλλοι είπαν πως γύρισε στην πατρίδα του, κάπου στην Πελοπόννησο. Ποιος να ξέρει. Δεν φάνηκε πάντως από τότε στο Βαρδάρη, μήτε στη Σαλονίκη ολόκληρη. 

Κοσμάς Ηλιάδης

Στα παλιά λημέρια (εκδ. Αποστακτήριο, 2022)


Δεν υπάρχουν σχόλια: