Νεκρές ψυχές του Νικολάι
Γκόγλολ
Θεατρική
κριτική του Δημήτρη Φιλελέ
Η υπόθεση:
Στις «Νεκρές ψυχές», το ένα του και μοναδικό
μυθιστόρημα, ο Νικολάι Γκόγκολ καυτηριάζει με λόγο εύστοχο και διαπεραστικό το
καθεστώς της δουλοπαροικίας που ίσχυε στην τσαρική Ρωσία μέχρι τα μέσα του 19ου
αιώνα, καθώς οι δουλοπάροικοι (ψυχές) αποτελούσαν ιδιοκτησία των γαιοκτημόνων,
που είχαν το δικαίωμα αγοραπωλησίας ή υποθήκευσής τους, όπως ακριβώς μπορούσαν
να κάνουν με κάθε άλλο περιουσιακό τους στοιχείο. Τουλάχιστον αυτό δηλώνεται
στην επιφάνεια του αφηγήματος. Όμως το πρόβλημα είναι πολύ πιο βαθύ και
ουσιώδες, όταν ο αδύναμος άνθρωπος, ο κοινός θνητός, μεταμορφώνεται νόμιμα σε
αντικείμενο εμπορικής διαπραγμάτευσης, χωρίς να έχει δικαίωμα στην ίδια του την
ύπαρξη. Και όταν μία κοινωνία στο σύνολό της αποδέχεται ως λογική αυτή τη
συνθήκη, τότε η νέκρωση και η σήψη της ανθρώπινης ψυχής έχει προχωρήσει σε τέτοιο
βαθμό, που μόνο το εκ θεμελίων γκρέμισμα είναι η ενδεδειγμένη λύση.
Ωστόσο, και μέχρι αυτό να συμβεί, άνθρωποι της
μεσαίας κυρίως τάξης, όπως ο Πάβελ
Ιβάνοβιτς Τσίτσικοφ, δεν θα πάψουν να μηχανεύονται τρόπους και να εκμεταλλεύονται
την ευκαιρία πλουτισμού που μπορεί να τους δοθεί, αν βάλουν σε εφαρμογή μια
«έξυπνη» ιδέα. Ο ήρωας δεν είναι παρά ένας αδίστακτος και ανήθικος –πλην νομιμοφανής–
απατεωνίσκος που σκαρφίζεται την αγορά τίτλων νεκρών δουλοπάροικων από τους
πρώην ιδιοκτήτες τους, ώστε να τους χρησιμοποιήσει ως εχέγγυο για να αναπτύξει υποτιθέμενη
επιχειρηματική δραστηριότητα.
Νεκρά ανθρώπινα αισθήματα, νεκρές συνειδήσεις,
νεκρές ηθικές αξίες που περιγράφονται με
υποδόριο διδακτισμό μέσα από τη σκληρή πραγματικότητα, τις ρεαλιστικές καταστάσεις,
αλλά και τη σωστή δόση πικρής κοινωνικής σάτιρας.
Όταν όμως η αλγεινή πραγματικότητα του παρελθόντος
διασυνδεθεί –όπως συμβαίνει στην παράσταση– με αντίστοιχες σημερινές απάνθρωπες
τακτικές αντιμετώπισης του ανθρώπου, διάχυτες στην παγκόσμια κοινότητα, ως
αριθμού στατιστικής, ως ανώνυμης μονάδας παραγωγής κέρδους, ως χρεογράφου που
μπορεί να γίνει χαρτί διαπραγμάτευσης στην αγορά εργασίας και στην πολιτική, ή
ως άχρηστου υλικού όταν δεν μπορεί πλέον να αποφέρει κέρδος (βλέπε
συνταξιοδότηση), το κλασικό αποκτά δυναμική που το μετασχηματίζει σε σύγχρονο
και επίκαιρο. Και αν στις μέρες μας οι εκλιπόντες, οι «νεκρές ψυχές», δεν
μπορούν να είναι επενδυτικό προϊόν (και αυτό υπό αίρεση), μπορούν κάλλιστα να
αποτελέσουν αντικείμενο εκμετάλλευσης των οικείων τους από τους επαγγελματίες
της εκφοράς στην τελευταία τους κατοικία.
Η παράσταση ως
συνολική εικόνα:
Η βραβευμένη (δικαίως!) σκηνοθέτις Σοφία Καραγιάννη αναλαμβάνει για μια
ακόμα φορά το εγχείρημα της μεταφοράς του αφηγηματικού-ποιητικού λόγου και της
μυθιστορηματικής πλοκής σε λόγο θεατρικό και δράση επί σκηνής. Καταπιάνεται με
ένα κείμενο με σημαντικές ελλείψεις, αξιοποιεί κάθε σημαντική λεπτομέρεια, αφαιρεί,
προσθέτει και τροποποιεί με σεβασμό και χειρουργική ακρίβεια, μέχρι να
δημιουργήσει μια στιβαρή συνολική θεατρική εικόνα, που από την πρώτη στιγμή
κερδίζει τον θεατή και τον κρατά εθελούσια δέσμιο της δράσης μέχρι το
συγκλονιστικό φινάλε. Επιλέγει τον γοργό ρυθμό εξέλιξης, έναν καλπασμό αμείωτης
έντασης από την αρχή μέχρι το τέλος, ενώ παράλληλα φωτίζει το παρόν μέσα από το
παρελθόν και κινεί τα νήματα που οδηγούν στην κορύφωση.
Για μια ακόμα φορά, με αξιοζήλευτη ευρηματικότητα
που ξεπερνά τα συνήθη όρια μεταφέρει το κοινό νοερά στους χώρους –εσωτερικούς ή
εξωτερικούς– που διαδραματίζονται τα γεγονότα με το μίνιμουμ των απαιτούμενων
μέσων, ενώ καθοδηγεί τους δρώντες επί σκηνής στην απόλυτη εργαλειοποίηση κάθε
μέλους του σώματός τους και στην ακραία εκμετάλλευση των υποκριτικών τους
δυνατοτήτων.
Η αισθητική αρτιότητα του τελικού αποτελέσματος
είναι καθηλωτική. Η σκηνοθετική προσέγγιση της Σοφίας Καραγιάννη είναι για μια ακόμα φορά εμπνευσμένη, υποδειγματική,
αξιοθαύμαστη και αξιέπαινη από κάθε άποψη. Συνεργάτιδές της στην επίπονη αυτή
διαδρομή η έμπειρη Σβετλάνα Μαμαλούι ως σύμβουλος δραματουργίας και η Μαρία
Χαριτοπούλου ως βοηθός σκηνοθέτη.
Η σκηνογράφος και ενδυματολόγος Γεωργία Μπούρδα, ο συνθέτης της μουσικής Γιώργος
Χριστιανάκης, η επιμελήτρια της κίνησης Μαργαρίτα Τρίκκα, η υπεύθυνη
για τους φωτισμούς Βασιλική Γώγου και η μακιγιέζ Στέλλα Χατζοπούλου κινούνται
στο ίδιο μήκος κύματος. Καθένας στον τομέα του είναι προφανές ότι έχει δώσει
τον καλύτερό του εαυτό, έχει συντονιστεί και συγχρονιστεί με τη σκηνοθετική
ματιά και από τη θέση του συμπράττει με όλες του τις δυνάμεις, ώστε να φτάσει
στο κοινό η άριστη τελική εικόνα.
Οι ερμηνείες:
Ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης, ως πρώτος μεταξύ ίσων στον πρωταγωνιστικό
ρόλο, δεν υποδύεται, αλλά είναι ο Πάβελ Ιβάνοβιτς Τσίτσικοφ, είναι ο τυχοδιώκτης
που θέλει να αναρριχηθεί κοινωνικά πατώντας κυριολεκτικά επί πτωμάτων. Επί
σκηνής δρα εξαντλητικά τόσο ως προς τις σωματικές του δυνάμεις όσο και ως προς
τις ψυχικές ακροβασίες. Η συναισθηματική του κατάσταση έχει αλλεπάλληλες
εναλλαγές που συμβαίνουν με ταχύ ρυθμό, ενώ το σώμα του ταυτίζεται απόλυτα με
τις απαιτήσεις της στιγμής. Γίνεται κωμικός ή δραματικός, απαιτητικός ή
παρακλητικός, σκληρός ή ιπποτικά ευγενικός, ή όλα αυτά μαζί σε ένα παραλήρημα
αρκεί να πετύχει τον σκοπό του. Φοράει κάθε φορά το προσωπείο που τον φέρνει
πιο κοντά στο επιθυμητό χωρίς τύψεις ή ενοχές. Οι μορφασμοί του προσώπου και οι
έντονες σωματικές του συσπάσεις είναι το όχημα πάνω στο οποίο συνταξιδεύει ο
θεατής και αισθάνεται κάθε απώλεια της ισορροπίας που οδηγεί σε πιθανή πτώση, ο
λόγος του είναι το ρεύμα του ποταμού μέσα στο οποίο συμπαρασύρεται ο θεατής και
βιώνει τη σταδιακή απώλεια της ανθρωπιάς που προκαλεί ο αμοραλισμός – όχι μόνο
ενός ανθρώπου, αλλά μιας κοινωνίας. Ο θεατής συνοδοιπορεί μαζί του από την
άνοδο μέχρι την πτώση και επισφραγίζει την ανεπανάληπτη ερμηνεία του με ένα
παρατεταμένο ζωηρό και από καρδιάς χειροκρότημα.
Ο Διονύσης Λάνης, ο
Γιάννης Μάνθος, ο Χρήστος Παπαδόπουλος και ο Κωνσταντίνος
Πασσάς είναι οι τέσσερις συμπρωταγωνιστές και ισάξιοι στυλοβάτες της παράστασης.
Υποδύονται ρόλους (γυναικείους και ανδρικούς) αδιάκοπα εναλλασσόμενους και εκ
περιτροπής επαναλαμβανόμενους, Μοχθούν σωματικά και ψυχικά, με την ηδονή
αποτυπωμένη στα κάθιδρα πρόσωπά τους, με το πάθος που αναδύεται σε κάθε τους
κίνηση, με τον εκπληκτικό συντονισμό των κινήσεων που υποδηλώνει στρατιωτική
πειθαρχία και πλήρη έλεγχο κάθε εκατοστού της σκηνής. Τέσσερις σκηνικές
παρουσίες που λειτουργούν ως ένα σώμα διαιρεμένο σε ισοδύναμα κλάσματα, που το
κάθε ένα ανά πάσα στιγμή συμπεριφέρεται υποδειγματικά ως μέρος του όλου. Και
όλοι μαζί αλληλεπιδρούν και ωθούν τον πρωταγωνιστή σε ακρότητες, τον υποβάλλουν
σε συνεχή περιδίνηση, είναι ταυτόχρονα συνεταίροι και αντίπαλοί του σε από
κοινού εγκλήματα, συνεργάτες και αντίζηλοί του όταν τα συμφέροντα συγκρούονται,
συνυπεύθυνοι στην εξάπλωση της κοινωνικής σήψης, και καθώς μεταμορφώνονται
αστραπιαία με πρωτόγνωρο συντονισμό, συναποτελούν τον απόλυτο μηχανισμό σωμάτων
και συναισθημάτων με κορυφαίες και ισότιμες ερμηνείες. Απόλυτα δικαιολογημένο
το θερμό και ενθουσιώδες χειροκρότημα που επίσης εισπράττουν από το κοινό.
Εν κατακλείδι, πρόκειται για μια εξαιρετική θεατρική
παράσταση που συνιστάται ανεπιφύλακτα και το θεατρόφιλο κοινό πρέπει οπωσδήποτε
να δει.
Η ταυτότητα της
παράστασης
Σκηνοθεσία: Σοφία Καραγιάννη
Ελεύθερη απόδοση-Διασκευή: Σοφία Καραγιάννη
Σύμβουλος Δραματουργίας: Σβετλάνα Μαμαλούι
Σκηνικά-Κοστούμια: Γεωργία Μπούρδα
Πρωτότυπη μουσική: Γιώργος Χριστιανάκης
Επιμέλεια κίνησης: Μαργαρίτα Τρίκκα
Σχεδιασμός φωτισμών: Βασιλική Γώγου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαρία Χαριτοπούλου
Μακιγιάζ: Στέλλα Χατζοπούλου
Φωτογραφίες: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Trailer: Στέφανος Κοσμίδης
Επικοινωνία: Χρύσα Ματσαγκάνη
Παραγωγή: GAFF
Ερμηνεία (αλφαβητικά): Ιωσήφ Ιωσηφίδης, Διονύσης
Λάνης, Γιάννης Μάνθος. Χρήστος Παπαδόπουλος, Κωνσταντίνος
Πασσάς.
Θέατρο Θησείον,
Ένα Θέατρο για τις Τέχνες, Τουρναβίτου 7,
Αθήνα 105 53
Παραστάσεις: Τετάρτη (19:00), Παρασκευή, Σάββατο (21:00),
Κυριακή (18:15)
Κρατήσεις
θέσεων: στο ταμείο του θεάτρου
2103255444 (καθημερινά 18.00-21.00, Κυριακή 17.00-21.00, εκτός Πέμπτης)
και ηλεκτρονικά: Νεκρές ψυχές | Εισιτήρια online! | More.com
Πηγή πρώτης δημοσίευσης: Νεκρές ψυχές - σε απόδοση Σοφίας Καραγιάννη