Φεδερίκο Γκαρθία
Λόρκα – Ματωμένος Γάμος
στο θέατρο
«Μοντέρνοι Καιροί»
Θεατρική
κριτική του Δημήτρη Φιλελέ
Η υπόθεση:
Ο «Ματωμένος Γάμος» του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
αποτελεί το πρώτο μέρος της θεατρικής τριλογίας της «ισπανικής υπαίθρου».
Γράφτηκε το 1933 με αφορμή ένα έγκλημα σε μια πόλη της Ανδαλουσίας, για να
ακολουθήσουν η «Γέρμα» (1934) και «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» (1936). Ο
Λόρκα, με αριστοτεχνική γραφή μας μεταφέρει στη συντριπτική πραγματικότητα μιας
εποχής κατά την οποία η γυναίκα είναι
πλήρως υποταγμένη και εξαρτημένη από τη βάναυσα ανδροκρατούμενη κοινωνία, ενώ,
πιο εξειδικευμένα, εισδύει στα άδυτα της αποπνικτικής κοινωνίας που
οριοθετείται από τη στενότητα –και τη στενομυαλιά– των μικρών απομακρυσμένων
επαρχιακών κοινωνιών. Μας περιγράφει με
τα πιο ζοφερά χρώματα μια κοινωνία που είναι παραδομένη στις προκαταλήψεις,
στην άρνηση των νόμων της φύσης, στην παράλογη απόρριψη της σάρκινης επιθυμίας,
στον ορισμό του παράλογου ως λογικού. Και που όταν γίνεται η αναμενόμενη έκρηξη
της αλήθειας, οι άνθρωποι –ακόμα και τότε– κοιτάζουν άναυδοι και εξακολουθούν
να αποδίδουν το κακό στα όργανα και όχι στους ίδιους (Μ’ ένα μαχαίρι, μ’ ένα
μαχαιράκι… στο χέρι μόλις που χωρά, αλλά που φτάνει μέχρι τις τρομαγμένες
σάρκες και σταματά στο μέρος όπου κουβαριασμένη η μαύρη ρίζα τρέμει του
βογκητού). Εθελοτυφλούν και αποδίδουν το κακό στη μοίρα, άβουλοι και αδύναμοι
να αποδεχθούν ότι εκείνοι με τις πράξεις τους χτίζουν τη ζωή τους, ότι ο ίδιος
ο άνθρωπος είναι η μοίρα του.
Χωρίς να ορίζεται ο χώρος ή ο χρόνος (αλλά εμφανώς
υπονοείται η ισπανική επαρχία), μια μάνα που έχει ήδη χάσει τον σύζυγο και έναν
της γιο από το εγκληματικό χέρι της οικογένειας των Φελίξ, δίνει την ευχή στον
γιο της να παντρευτεί μια κοπέλα που υπήρξε στο παρελθόν αρραβωνιαστικιά του
Λεονάρντο, συγγενή των Φελίξ και ήδη παντρεμένου με άλλη γυναίκα. Η είδηση του
γάμου αναστατώνει τον Λεονάρντο, που ακόμα τρέφει αισθήματα για την κοπέλα. Ο
γάμος κανονίζεται από τον πατέρα της νύφης και τη μητέρα του γαμπρού, αλλά
ταυτόχρονα η κοπέλα μαθαίνει ότι ο Λεονάρντο εξακολουθεί να την επιθυμεί και τα
βράδια ξενυχτά κάτω από το παράθυρό της. Ο παλιός έρωτας φουντώνει όταν οι δύο
νέοι συναντιούνται και πάλι.
Η νύφη ζητάει από τον γαμπρό να την προστατέψει από
όσα νιώθει, να την αποτραβήξει από τα αφόρητα αισθήματα που την κατακλύζουν,
αλλά η προσπάθεια αποδεικνύεται μάταια. Λίγο πριν το γάμο η νύφη και ο
Λεονάρντο το σκάνε, ο γαμπρός αποφασίζει να τον κυνηγήσει και να τον σκοτώσει
και η μάνα οργανώνει τους καλεσμένους στην αναζήτηση του παράνομου ζευγαριού.
Στο δάσος που έχει καταφύγει το ζευγάρι, εμφανίζονται
τρεις ξυλοκόποι (μοίρες) που συζητούν και αποκαλύπτουν ότι με το φως του
φεγγαριού τίποτα δεν θα μείνει κρυφό. Το φεγγάρι φωτίζει το δάσος επιθυμώντας
την τιμωρία των ανθρώπων που το έχουν εγκαταλείψει στη μοναξιά του. Ζητά
εκδίκηση, αίμα ανθρώπινο, και συμφωνεί με μια ζητιάνα (προσωποποίηση του
θανάτου) για τον αλληλοσκοτωμό των δύο ανδρών.
Μετά το φονικό η μάνα και η νύφη συναντιούνται. Η
μάνα θεωρεί άτιμη τη νύφη της και θέλει να τη σκοτώσει. Όμως η σπαρακτικά
αληθινή απολογία της νύφης την κάνει να αλλάξει γνώμη και να θρηνήσει μαζί της τον
άδικο χαμό των δύο παλληκαριών.
Η παράσταση ως
συνολική εικόνα:
Απολύτως επιτυχημένο είναι το εγχείρημα της
μετάφρασης – της διασκευής και ιδιαίτερα ευρηματικό της σκηνοθεσίας του έργου
από τον Κώστα Νταλιάνη,
συνεπικουρούμενου από τη Νικολέτα
Δογορίτη. Με προσοχή και σεβασμό μεταφέρει επί σκηνής τον ποιητικό και
συμβολικό κόσμο του Λόρκα με σκηνοθετική λιτότητα, φροντίζοντας να αναδείξει
τον ψυχισμό των ανθρώπων μέσα στα στενά όρια των συντηρητικών κοινωνιών, τις αναπότρεπτες
συγκρούσεις που οδηγούν σε μικρόψυχες μοιραίες συμπεριφορές, το καταπιεστικό
πλαίσιο που ωθεί τα άτομα σε
ανεπανόρθωτα λάθη, την ασυγχώρητη αντιπαλότητα της κοινωνίας απέναντι
στα προστάγματα της φύσης. Με την επιλογή ενός λιτού αλλά πλήρως λειτουργικού
σκηνικού, με τη σκηνογραφική υπογραφή του Αντώνη
Χαλκιά, δημιουργείται εξαρχής μια αόρατη γέφυρα μεταξύ ηθοποιών και κοινού,
η αμεσότητα του λόγου προκαλεί διέγερση των αισθήσεων των θεατών και
συναισθηματική εμπλοκή σε όλη τη διάρκεια δράσης, καθώς η αίσθηση του χρόνου
χάνεται μέχρι τη στιγμή που ανάβουν τα φώτα. Επιπλέον, αξιοσημείωτα στοιχεία
είναι: οι εμβόλιμες στον πεζό λόγο ερμηνείες των τραγουδιών, το χορευτικό μέρος
της παράστασης, τα αποσπάσματα από το «Έργα και Ημέρες» του Ησίοδου, που όλων η
προσθήκη συμβάλλει στο συνολικό αισθητικό αποτέλεσμα. Αξίζει να αναφερθεί το
δέσιμο της σκηνοθεσίας με τις ενδυματολογικές επιλογές της Βάνιας Αλεξάντροβα, την ατμοσφαιρική μουσική σύνθεση της Εβίτας Παπασπύρου και της Μάρως Λεσιώτη, τη χωρίς υπερβολές αλλά
με στιβαρότητα χορογραφική επιμέλεια της
Μαρίας Μάργαρη, καθώς και το
άριστο φωτιστικό αποτέλεσμα που επιμελήθηκε ο σκηνοθέτης. Το χειροκρότημα του
τέλους απευθύνεται τόσο σε όσους εκτίθενται επί σκηνής, όσο και σε όσους έχουν
εργαστεί στο παρασκήνιο για τη δημιουργία αυτού του άρτιου καλλιτεχνικού
αποτελέσματος.
Οι ερμηνείες:
Η Εβίτα Παπασπύρου, ως ενσάρκωση της Μάνας, είναι συναρπαστικά
πειστική και καθηλωτική μέχρι τέλους. Δεν φεύγει το βλέμμα του θεατή από πάνω
της, καθώς οι εναλλαγή της τραχιάς γυναίκας της υπαίθρου, της συζύγου και μάνας
που η καρδιά της φλέγεται ασίγαστα από το τραύμα της απώλειας, αλλά και της τρυφερής
μάνας που δίνει με πόνο ψυχής την ευχή της στον μοναδικό της γιο γεμίζουν
υποκριτικά τη σκηνή, τόσο που δημιουργείται η πλήρης αίσθηση ότι απέναντι μας
βρίσκεται μια γυναίκα που πράγματι έχει υποστεί όλα αυτά τα δεινά στη διάρκεια
της ζωής της.
Η Φάνια Νταλιάνη, που υποδύεται τη Νύφη, αποκαλύπτεται στο κοινό ως
ένα πλάσμα βασανισμένο όχι μόνο από το κοινωνικό πλαίσιο, αλλά και από την
ανυπάκουη νεανική της καρδιά, που συνθλίβεται ανάμεσα στις κοινωνικές
μυλόπετρες. Το κάλεσμα της φύσης αποδεικνύεται ανώτερο από τις κοινωνικές
συμβάσεις και πληρώνει το τίμημα, που επί σκηνής αποδίδεται με τη σωματική αλλά
και την ψυχική της ταλαιπωρία.
Επιπλέον, ένα ευχάριστο ξάφνιασμα είναι η
μεταμόρφωσή της αλλά και η ερμηνεία της ως ζητιάνας, στο πρόσωπο της οποίας
σχηματοποιείται ο θάνατος.
Ο Γιάννης
Τσόρβας, ως Λεονάρντο, μεταφέρει
επί σκηνής όλη την ταραχή του ανθρώπου που εξαιτίας των λαθεμένων επιλογών του
συμπαρασύρει άθελά του όσους εμπλέκονται συναισθηματικά μαζί του.
Ο Χρήστος
Ζαχάρωφ, ως Γαμπρός, υπηρετεί
κατά τον καλύτερο τρόπο τον ρόλο του ανθρώπου που βρίσκεται χωρίς δική του
ευθύνη στο μάτι του κυκλώνα και οφείλει, με βάση τα κοινωνικά στερεότυπα. να
υπερασπιστεί την τιμή του.
Η Σιλβάνα
Σοντίνι, σύζυγος του Λεονάρντο, είναι ένα πλάσμα αέρινο, πλήρως υποταγμένο
στη μοίρα του. Στο πρόσωπό της ζωγραφίζεται η μόνιμη θλίψη και σε κάθε της
κίνηση υποδηλώνεται η απογοήτευση και η αβεβαιότητα.
Εξαιρετική, επίσης, η μεταμόρφωσή της ως Φεγγάρι,
μια εύθραυστη σαν διάφανη φιγούρα, που επειδή οι άνθρωποι την κρατούν σε
απόσταση, ζητά να πάρει χρώμα από το ανθρώπινο αίμα.
Ο Μίλτος
Δημουλής, στον ρόλο του Πατέρα της Νύφης, εκπροσωπεί με επιτυχία το ανδρικό
πρότυπο μιας άλλης σκληρής εποχής, που ενδιαφέρεται για απογόνους που θα
δαμάσουν τη γη, ενώ ταυτόχρονα εμφανίζεται διαλλακτικός στην αντιμετώπιση κάθε
έριδας που βάζει σε κίνδυνο τις κοινωνικές ισορροπίες.
Η Αγγελική
Λυμπεροπούλου, ως Γειτόνισσα επί
σκηνής, μεταφέρει με χαρακτηριστική ερμηνευτική ευχέρεια τα σχόλια του
κοινωνικού μικρόκοσμου που προσπαθούν να εισχωρήσουν από τις χαραμάδες των
σπιτιών και να δημιουργήσουν κινητικότητα στο τέλμα της αβάσταχτης
καθημερινότητας.
Εντυπωσιακή η μεταμόρφωσή της σε μια από τις Τρεις
Μοίρες που παρεμβαίνουν και ορίζουν -αν το ορίζουν- το πεπρωμένο των ανθρώπων.
Η Μαρία Κολοκυθά, ως Υπηρέτρια και μία από τις Μοίρες, και η Ευγνωσία Σοφιανίδου, ως Πεθερά/ Κοριτσάκι και μία από τις
Μοίρες, αποτελούν μια ακόμα ευχάριστη έκπληξη της παράστασης. Οι ερμηνείες
αμφοτέρων στο αψευδές θεατρικό σανίδι αξιοπρόσεκτες, ενώ παράλληλα με απόλυτη
συνέπεια και ευαισθησία επωμίζονται με το μεγαλύτερο μέρος των τραγουδιών της
παράστασης.
Η ταυτότητα της
παράστασης
Συγγραφέας: Φεδερίκο
Γκαρθία Λόρκα
Μετάφραση – Διασκευή – Σκηνοθεσία: Κώστας Νταλιάνης
Σκηνογραφία: Αντώνης
Χαλκιάς
Κοστούμια: Βάνια Αλεξάντροβα
Μουσική σύνθεση: Εβίτα Παπασπύρου – Μάρω Λεσιώτη
Μουσική επιμέλεια: Κώστας Νταλιάνης
Χορογραφίες / Επιμέλεια κίνησης: Μαρία Μάργαρη
Φωτισμοί: Κώστας
Νταλιάνης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Νικολέτα Δογορίτη
Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί:
Μάνα: Εβίτα
Παπασπύρου
Νύφη: Φάνια
Νταλιάνη
Λεονάρντο: Γιάννης
Τσόρβας
Γαμπρός: Χρήστος
Ζαχάρωφ
Γυναίκα του Λεονάρντο: Σιλβάνα Σοντίνι
Πατέρας της Νύφης: Μίλτος Δημουλής
Γειτόνισσα: Αγγελική
Λυμπεροπούλου
Υπηρέτρια: Μαρία
Κολοκυθά
Πεθερά/ Κοριτσάκι: Ευγνωσία Σοφιανίδου
Ξυλοκόποι-Μοίρες: Αγγελική
Λυμπεροπούλου, Μαρία Κολοκυθά, Ευγνωσία Σοφιανίδου
Φεγγάρι: Σιλβάνα
Σοντίνι
Ζητιάνα: Φάνια
Νταλιάνη
Θέατρο
«Μοντέρνοι Καιροί»
Δαμοκλέους 8, Αθήνα 118 54 (Γκάζι)
Τηλέφωνα: 210 3470 670, 693 2454 812, 698 1712 406
Ημέρες και ώρες
παραστάσεων: Σάββατο και Κυριακή
στις 9μ.μ.
Διάρκεια έργου: 1:40 χωρίς διάλειμμα
Εισιτήρια: Ματωμένος γάμος | Εισιτήρια online! | More.com και στο ταμείο του θεάτρου.
Πηγή πρώτης δημοσίευσης: ✩ Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα «Ματωμένος Γάμος» στο θέατρο «Μοντέρνοι Καιροί» • Fractal
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου