ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2022

Από τη Γη της Μικρασίας στα μονοπάτια της προσφυγιάς - Παρουσίαση βιβλίου


ΑΠΟ ΤΗ ΓΗ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΣ

ΣΤΑ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΙΑΣ


ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ

ΤΕΤΑΡΤΗ, 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2022 

50ό Φεστιβάλ Βιβλίου στο Ζάππειο

Σκηνή "Κοσμάς Πολίτης"

Ο Δημήτρης Φιλελές προλογίζει και καλωσορίζει τους ομιλητές, τους/τις συγγραφείς του βιβλίου και το κοινό.



Η Άννα Καρλαύτη ανοίγει το πρόγραμμα της παρουσίασης. Μελοποιεί και ερμηνεύει το ποίημα "Σμύρνη μου" από την ποιητική συλλογή "Ομηρία" του Δημήτρη Φιλελέ. 


Ο Δάσκαλος Χρίστος Γ. Ρώμας ανοίγει το πρόγραμμα των ομιλιών και παρουσιάζει το βιβλίο.

Η παρούσα έκδοση οφείλεται στην έμπνευση και την πρωτοβουλία του πολυτάλαντου εκπαιδευτικού και λογοτέχνη Δημήτρη Φιλελέ. Σκοπός της είναι να αποτελέσει πνευματικό μνημόσυνο για τα εκατό χρόνια από τη Μικρασιατική Τραγωδία και παράλληλα να συμβάλει στη διατήρηση του θλιβερού γεγονότος στη νεοελληνική συνείδηση˙ ενός γεγονότος που μετέβαλε τον χαρακτήρα και τη ροή της ιστορίας του έθνους μας στη σύγχρονη εποχή. Άλλωστε, δεν αμφιβάλλει κανείς ότι και σήμερα ακόμη εξακολουθεί να σιγοκαίει στις συνειδήσεις των νεοελλήνων ο πόνος για τις απίστευτες θηριωδίες των νεοβαρβάρων γειτόνων μας εναντίον του ελληνικού πληθυσμού που ζούσε στις αλησμόνητες πατρίδες. Ενός πολιτισμένου πληθυσμού, που κακοποιήθηκε και σφαγιάσθηκε κατά την ατυχή εκστρατεία του 1922.

Κι ενώ πολλοί Μικρασιάτες, που γλύτωσαν από τη σφαγή ή την ομηρεία, μπόρεσαν να σωθούν καταφεύγοντας στον ελλαδικό χώρο, οι πυρπολήσεις και οι καταστροφές, που ακολούθησαν, σημείωσαν το οριστικό τέλος των κοινωνικών ομάδων της Ιωνίας. Τα κοινωνικά πρωτοκύτταρα: πολιτείες, κωμοπόλεις, χωριά, συνάφια, σύλλογοι, ιδρύματα χάθηκαν για πάντα ως κοινωνικές και θεσμικές οντότητες. Το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών μέτρησε 2.150 απολεσθέντες ελληνικούς οικισμούς στη Μικρασία. Και τούτο, γιατί η κεμαλική κυβέρνηση είχε δηλώσει κατηγορηματικά ότι δεν θα αποδεχόταν στο εξής παραμονή του ελληνικού στοιχείου υπό οιαδήποτε μορφή στον χώρο της τουρκικής επικράτειας.

Ακολούθησαν τα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς. Ήταν μια περίοδος εξαθλίωσης, στερήσεων και πόνου για την απώλεια της προγονικής γης. Ήταν όμως, δυστυχώς, και χρόνια δυσπιστίας, φόβου και συχνά εχθρότητας από το γηγενές στοιχείο της Ελλάδας. Και ήταν αυτό φυσικό, καθώς η μάζα του ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων χιλιάδων ξεριζωμένων είχε εισρεύσει σε μια χώρα έξι μόλις εκατομμυρίων κατοίκων και ζητούσε να επιβιώσει. Συνεπώς, τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, που δημιουργούνταν, ήταν καταλυτικά της εύθραυστης κοινωνικής ισορροπίας, που η Ελλάδα είχε εξασφαλίσει, μόλις έναν αιώνα σχεδόν ελεύθερου κρατικού βίου.

Ωστόσο, οι προσφυγογενείς έδειξαν στην πράξη πως δεν ήταν βάρος για τον κρατικό προϋπολογισμό˙ κι ακόμα λιγότερο δεν ήταν παρασυνάγωγοι ή ουραγοί. Απαλλαγμένοι, όσο περνούσαν τα χρόνια, από τη μέριμνα για τον επιούσιο, με λιγότερα ψυχικά τραύματα από την ώριμη γενιά της εξόδου, στάθηκαν οικονομικά στα πόδια τους, ευδοκίμησαν στο επάγγελμά τους και, ενισχύοντας την εθνική οικονομία στον αγροτικό, βιοτεχνικό και βιομηχανικό τομέα, συνέβαλαν στη γενική πρόοδο της χώρας. Επίσης, ως σύνολο αντιμετώπισαν, χέρι με χέρι με τους γηγενείς, τα μεγάλα προβλήματα, τις εθνικές κρίσεις και τις δοκιμασίες. Παράλληλα μετέφεραν στον ελλαδικό χώρο φιλελεύθερες αντιλήψεις και πολιτιστικές αξίες, που είχαν διαμορφωθεί στην Ιωνία, στην οποία είχαν λειτουργήσει και εμπεδωθεί οι κοινοτικοί θεσμοί ενός ελεύθερου και δημοκρατικού πληθυσμού.

Εξάλλου, χάρη στον συγχρωτισμό και την επαφή με τις ευρωπαϊκές κοινότητες οι Σμυρνιοί, οι Κωνσταντινουπολίτες και όσοι από την Ανατολή συνέρρεαν στη Μεγάλη του Γένους Σχολή ή στην Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης, βρίσκονταν εξοικειωμένοι με τη γλώσσα και την παιδεία των δυτικών ευρωπαϊκών λαών. Έτσι, κάλυπταν με τις γνώσεις τους τις ελλείψεις και συντελούσαν στην πολιτιστική πρόοδο, την οποία είχε στερηθεί ο υπόδουλος Ελληνισμός επί τέσσερις αιώνες καταπίεσης και σκοταδισμού.

Κυρίες και κύριοι,

Απάνθισμα όλων αυτών των συγκλονιστικών γεγονότων, όπως είναι τα εγκλήματα της τουρκικής θηριωδίας, οι προσωπικές μαρτυρίες των ξεριζωμένων Μικρασιατών, οι αγώνες τους για την επιβίωση, αλλά και η πνευματική και πολιτιστική τους εισφορά στης διαμόρφωση της νεοελληνικής ταυτότητας, έχουν αποθησαυριστεί στο βιβλίο τούτο.

Η ύλη του διαρθρώνεται σε δύο μέρη. Το πρώτο, με τίτλο «Από τη Μικρασία στην προσφυγιά», επιμερίζεται σε τέσσερις ενότητες. Στην πρώτη, που τιτλοφορείται «Η Σμύρνη του Ελληνισμού», περιέχονται δεκαπέντε επιλεγμένα διηγήματα, σχετικά με τη ζωή των Ελλήνων στη γη της Ιωνίας και την άνθιση του ελληνικού πολιτισμού στην Ανατολή. Στη δεύτερη, που αναφέρεται στη μικρασιατική εκστρατεία, καταχωρίζονται πολεμικές ανταποκρίσεις από το μέτωπο, με σημαντικές λεπτομέρειες από τις επιχειρήσεις. Η τρίτη φιλοξενεί το θλιβερό χρονικό της σφαγής και της φωτιάς, με κύρια γεγονότα τον μαρτυρικό θάνατο του Χρυσόστομου Σμύρνης και την πυρπόληση της κοιτίδας του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Τέλος, η τέταρτη που επιγράφεται «Ξεριζωμός και προσφυγιά», καταγράφει θλιβερά περιστατικά του διωκόμενου πληθυσμού, της αναλγησίας των ισχυρών της γης και της ανελέητης τουρκικής θηριωδίας.

Στο δεύτερο μέρος, που τιτλοφορείται «100 χρόνια μνήμης και πολιτισμού», καταχωρίζονται μελέτες , οι οποίες αναφέρονται στη συμβολή των προσφυγογενών πληθυσμών στην πολυεπίπεδη ανέλιξη του Νέου Ελληνισμού.

Όπως είναι φυσικό, λοιπόν, ένα έργο αυτής της πληρότητας, όχι μόνο αξίζει, αλλά και επιβάλλεται να κοσμεί τη βιβλιοθήκη του σύγχρονου Έλληνα. Και όπως η κλασική πλέον ιστορία του Θουκυδίδη έχει μείνει κτῆμα ἐς ἀεί για αίτια και γεγονότα ενός πολέμου που έκρινε την εξέλιξη της ιστορίας της αρχαίας Ελλάδας, έτσι και το παρόν με τα κείμενά του, που δεν είναι μονοσήμαντα, καλύπτει μια περίοδο με συγκλονιστικά γεγονότα που έζησε το έθνος μας και τα οποία σφράγισαν ακατάλυτα τη μοίρα του ως τη σύγχρονη εποχή.

Χρίστος Γ. Ρώμας

φιλόλογος-συγγραφέας



Η συγγραφέας Τέσυ Μπάιλα συνεχίζει με την ομιλία της με θέμα "Η Μικρασιατική Καταστροφή στη λογοτεχνία".

Η μικρασιατική καταστροφή στη λογοτεχνία

Καλησπέρα σας κι από εμένα. Είμαι πολύ χαρούμενη που βρίσκομαι σήμερα εδώ για να πω δυο λόγια με τη σειρά μου για τον τρόπο που επηρεάστηκε η λογοτεχνία από τη μικρασιατική καταστροφή και θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Δημήτρη Φιλελέ και τις εκδόσεις Πηγή για την τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχω στη δημιουργία ενός πολύ σημαντικού βιβλίου αλλά και να βρίσκομαι σήμερα εδώ.

Η Μικρασιατική καταστροφή είναι γνωστό ότι επηρέασε τη νεοελληνική λογοτεχνία σε μεγάλο βαθμό και σε πολλά επίπεδα. Και λέγοντας Μικρασιατική Καταστροφή δεν εννοούμε μόνο την καταστροφή τη Σμύρνης αλλά και τα γεγονότα που προηγήθηκαν, από τη Μεγάλη Ιδέα, την εκστρατεία στη Μικρά Ασία και τέλος τον ξεριζωμό, τις ανταλλαγές των πληθυσμών του 1923 και την μετεγκατάσταση του προσφυγικού κύματος που δημιουργήθηκε σαν αποτέλεσμα όλων αυτών. Όσα δηλαδή οδήγησαν στη συρρίκνωση του Ελληνισμού και παράλληλα έγιναν ένα από τα μεγαλύτερα, αν όχι το μεγαλύτερο συλλογικό τραύμα του λαού του μέχρι σήμερα.

Η εισδοχή των προσφύγων όμως, πέρα από έναν άλλο τρόπο ζωής που οι Έλληνες δεν γνώριζαν έως τότε, έφερε στο προσκήνιο και έναν αριθμό νέων λογοτεχνικών φωνών. Λογοτέχνες οι οποίοι καθόρισαν τη νεοελληνική λογοτεχνία βάζοντας τα θεμέλια για ένα στέρεο πολιτισμικό οικοδόμημα, καθώς οι άνθρωποι αυτοί πήραν στα χέρια τους τη λογοτεχνία, εμφύσησαν σε αυτή έναν άλλο αέρα και ανέδειξαν ένα ισχυρό αποτύπωμα στην Ιστορία της. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Λίνου Πολίτη. Στην Ιστορία της λογοτεχνίας που συντάσσει γράφει: «Ένα γεγονός άσκησε µεγάλη επίδραση στους λογοτέχνες της γενιάς αυτής, γεγονός που ρίχνει τη βαριά σκιά του σε όλη τη µετέπειτα λογοτεχνική παραγωγή και σε όλη την πνευµατική και την κοινωνική οργάνωση: η Mικρασιατική καταστροφή και η ανταλλαγή των πληθυσµών που ακολούθησε. Iδέες και όνειρα που έτρεφαν τις προηγούµενες γενιές για την αποκατάσταση του Ελληνισµού στα πρωτερινά όρια του βυζαντινού κράτους, κατέρρευσαν µονοµιάς τον Σεπτέµβριο του 1922, και µια καινούρια τραγικότητα και σοβαρότητα αντικατέστησαν τον προγενέστερο κάπως χιµαιρικό ροµαντισµό. H γενιά του 30 εκφράζει στη λογοτεχνία την καινούρια αυτή ωρίµανση

Η γενιά του 30 λοιπόν, με έξοχους εκπροσώπους της, ανάμεσά του ο Σεφέρης—προσωπικά πιστεύω ότι μετά τη γενιά του 30 η νεοελληνική λογοτεχνία δεν κατάφερε να δημιουργήσει κάτι ανάλογο σε τόσο μεγάλο μέγεθος—βούτηξε κυριολεκτικά σε μια ισχυρή θεματολογικά πηγή και ανέσυρε από εκεί έναν λογοτεχνικό θησαυρό συλλέγοντας γεγονότα και ενίοτε βιωμένες εμπειρίες και καταγράφοντας μνήμες από μια πατρίδα που χάθηκε ολοκληρωτικά και απόλυτα. Έτσι λοιπόν η Σμύρνη, ο κοσμοπολιτισμός της και η καταστροφή της έγιναν το πρωτογενές υλικό για μια πληθώρα βιβλίων και συνεχίζει να γίνεται, διατηρώντας αμείωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον. Ο πολυφυλετισμός που επικρατούσε, η ομορφιά της, η μουσική της, η χαρακτηριστική θέση την οποία κατείχε η γυναίκα της Σμύρνης και ο βίαιος και τραγικός ξεριζωμός έγιναν αντικείμενο πολλών μυθιστορημάτων, τα οποία εστιάζουν στο σύνολό τους σχεδόν στη βίαιη αυτή απόσπαση και στην εξελικτική ανατροπή που έφερε η σφοδρή αυτή ολική καταστροφή αλλά και στον αγώνα για επιβίωση και δυναμική επανένταξη στην κοινωνία των προσφύγων της.

Χαρακτηριστικοί είναι και οι τύποι των χαρακτήρων που κυριαρχούν στα μυθιστορήματα αυτά. Από τη μια η Σμυρνιά, μια γυναίκα σύμβολο που ανατρέπει το έμφυλο κοινωνικό κατεστημένο και προαναγγέλλει τη νέα εποχή που έρχεται στον κόσμο, που βλέπει τη ζωή της να αποδομείται, συχνά βιάζεται παρόλα αυτά καταφέρνει και παίρνει τη ζωή της στα χέρια της για να αλλάξει την πορεία μετά τον ξεριζωμό της, από την άλλη ο Τούρκος ο οποίος παρουσιάζεται με έναν σαφή διαχωρισμό, έχουμε συχνά τον τύπο του καλού Τούρκου και βεβαίως του κακού και τέλος ο Μικρασιάτης γενικότερα που δοκιμάζεται πολύ σκληρά, κατακρεουργείται, ωθείται στην ταπείνωση και στη φυγή και όχι στον τυχαίο «συνωστισμό» στο λιμάνι, από την ανηλεή στάση της Ιστορίας κατά το πέρασμά της.

Ένα ισχυρό στοιχείο, το οποίο ενίοτε κυριαρχεί στα μυθιστορήματα για τη Σμύρνη και τη Μικρασιατική Καταστροφή είναι η θλιβερή πορεία των προσφύγων, ο τρόπος στον οποίο εξαναγκάζονται να μετακινηθούν για να προσφύγουν στη νέα πατρίδα, στοιχείο που βλέπουμε στην Aιολική γη του Ηλία Bενέζη, έργο του 1943, και 20 χρόνια μετά στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη  Oι αδερφοφάδες. Αλλά και το στοιχείο της μετεγκατάστασης των προσφύγων στον νέο τόπο, όπως στο  O Xριστός ξανασταυρώνεται, επίσης του Νίκου Καζαντζάκη που γράφτηκε το 1954 αλλά και στη Γαλήνη του  Ηλία Βενέζη το 1939. Κλασικά έργα της ελληνικής γραμματείας στα οποία γίνεται μια καταγραφή του αγώνα των προσφύγων για να προσαρμοστούν στη νέα πατρίδα. Το 1936 η  Tατιάνα Σταύρου µε το µυθιστόρηµά της Oι πρώτες ρίζες  μιλά επίσης για τον ίδιο αγώνα και επικεντρώνεται στις γυναίκες και στην προσπάθειά τους να αφομοιωθούν στη νέα πατρίδα. Σημαντικά είναι επίσης τα βιβλία όπως της Iφιγένειας Xρυσοχόου το Ξεριζωµένη γενιά, Tο ξεκίνηµα µιας γενιάς του Θέμου Κορνάρου, έργο του 1962.

 Αναμφίβολα, θα πρέπει να αναφερθούμε στο εμβληματικό έργο του Κοσμά Πολίτη Στου Χατζηφράγκου αλλά και στο σημαντικό  Η Παναγιά η γοργόνα του Στράτη Μυριβήλη, γραμμένο το 1949, όπου οι πρόσφυγες ήρωές του εγκαθίστανται στη Μυτιλήνη.

Κλείνοντας την πολύ σύντομη αυτή αναφορά στα έργα της λογοτεχνίας που σημαδεύτηκαν από αυτά τα γεγονότα δε θα μπορούσα να μην αναφερθώ σε δυο βιβλία χαρακτηρίζονται από το βαρύ βιωματικό τους φορτίο. Πρόκειται για το Iστορία ενός αιχµαλώτου (1929), του Στρατή Δούκα και φυσικά το πασίγνωστο και πολυαγαπημένο έργο της Διδώς Σωτηρίου Mατωµένα χώµατα, μυθιστόρημα που αγαπήθηκε ευρέως τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία.

Αλλά ακόμα και σήμερα γράφονται αξιόλογα βιβλία που έχουν βασικό θέμα τους το μικρασιατικό και όχι μόνο από Έλληνες αλλά και από ξένους συγγραφείς. Έτσι έχουμε το Σμύρνη του Λου Γιουρένεκ και το Σμύρνη Ταξίδι στον χρόνο του Kλιβεμαν, που αποδεικνύουν πως Έλληνες και ξένοι συγγραφείς συνεχίζουν να  ξεδιπλώνουν το αφηγηματικό νήμα που συνδέει το παρόν με το παρελθόν, ιδιαίτερα σε μια εποχή που το προσφυγικό εξακολουθεί να συνταράζει τις σύγχρονες κοινωνίες και να καθορίζει το μέλλον τους.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Τέσυ Μπάιλα

συγγραφέας




Ο Γιάννης Β. Κωβαίος, φιλόλογος-συγγραφέας, συνεχίζει τον κύκλο των ομιλιών με τον αυτοκριτικό και ιστορικό χαρακτήρα της συμμετοχής του στο βιβλίο.


Η Άννα Καρλαύτη μελοποιεί και ερμηνεύει το ποίημα "Γη του Πόντου" από την ποιητική συλλογή "Ομηρία" του Δημήτρη Φιλελέ. 


Η Μαριέττα Κοντογιαννίδου, δημοσιογράφος αναφέρεται με συντομία στην παρουσία και τη δράση του Ποντιακού Ελληνισμού. 

Με τη σειρά μου να ευχαριστήσω κι εγώ τον κ. Φιλελέ που με συμπεριέλαβε σε αυτό το βιβλίο, για τη συμπλήρωση των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική και Ποντιακή καταστροφή.

Οι μνήμες όλων στρέφονται στα δύσκολα εκείνα χρόνια, τα οποία μας τα περιέγραψαν με λεπτομέρειες οι παππούδες, οι γιαγιάδες, οι προπάπποι και οι προγιαγιές μας. Εγώ προσωπικά από την προγιαγιά μου τη Σοφία και τον παππού μου τον Κωστή, που μου εξιστορούσαν τις θηριωδίες και πώς κατάφεραν να σωθούν και να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα και να εγκατασταθούν  στην Ξάνθη και την Δράμα.

Σε αυτό το βιβλίο επικεντρώθηκα στον έντυπο Τύπο του Πόντου και συνέλεξα πληροφορίες για τις εφημερίδες και τα περιοδικά που εκδόθηκαν από πολλές πόλεις του Πόντου, αλλά και σε περιοχές του Καυκάσου που ήταν έντονο το ελληνικό ποντιακό στοιχείο. Στην έρευνά μου αποδείχτηκε πως κάθε πόλη του Πόντου κυκλοφορούσε  και από ένα περιοδικό ή εφημερίδα, που σε αναλογία με τον πληθυσμό αποδεικνύει το υψηλό μορφωτικό επίπεδο των ανθρώπων, καθώς επίσης και την ανάγκη για ενημέρωση, κάτι που δεν συμβαίνει τα τωρινά χρόνια.

Μερικά από αυτά τα έντυπα είναι ο «Εύξεινος Πόντος», ο «Αστήρ του Πόντου», ο «Νέος Αστήρ», η  «Αναγέννησις», ο «Αργοναύτης», ο «Φάρος της Ανατολής» και ο «Βελζεβούλ», που είχε ως πρότυπο ελληνική σατιρική εφημερίδα.

Κλείνοντας τη σύντομη αυτή παρουσίαση, θα ήθελα να αναφερθώ και σε δυο σημαντικές προσωπικότητες της δημοσιογραφίας, τον Νίκο Καπετανίδη, εκδότη και διευθυντή εφημερίδων και περιοδικών της Τραπεζούντας, ο οποίος εκτελέστηκε με απαγχονισμό στις 21 Σεπτεμβρίου του 1921, σε ηλικία 32 χρόνων.

Ενώ μια ακόμη σημαντική προσωπικότητα είναι ο Φίλων Κτενίδης, που εκτός από δημοσιογράφος και συγγραφέας ήταν και γιατρός. Υπήρξε εκδότης του περιοδικού «Ποντιακή Εστία» και σ’ αυτόν οφείλεται η ίδρυση της Μονής της Παναγιάς Σουμελά στο όρος Βέρμιο στην  Ημαθία.

«Από τη γη της Μικρασίας στα μονοπάτια της προσφυγιάς», ένα βιβλίο που θα θυμίζει το τι πέρασαν οι πρόγονοί μας στη γενέθλια πατρίδα τους και είναι και ένα ιστορικό αρχείο για τις μετέπειτα γενιές.

 

Μαριέττα Κοντογιαννίδου

δημοσιογράφος



Ο Κώστας Σκόνδρας, τραγουδιστής, Πρόεδρος της Ένωσης Τραγουδιστών Ελλάδας, αναφέρεται στην μουσική προφορά και στους μουσικούς της Σμύρνης.  

Καλησπέρα σας!

    Εξέχουσα θέση στην ανάπτυξη της μουσικής, περισσότερο από κάθε άλλη περιοχή της Μικράς Ασίας, είχε η κοσμοπολίτισσα Σμύρνη, το «Παρίσι της Ανατολής», όπως το λέγαν. Ο πολυεθνικός πληθυσμός της στα 1850 έφτανε τους  300.000 κατοίκους,  που οι 180.000 ήταν Έλληνες, -την ίδια περίοδο η Αθήνα είχε 100.000-,  και ήταν το σταυροδρόμι για την διακίνηση του χερσαίου και θαλάσσιου εμπορίου.   Από το λιμάνι της περνούσαν αμέτρητα καράβια, απ’ όλες τις χώρες της Μεσογείου, που εκτός από την ανταλλαγή των προϊόντων μεταφέραν και στοιχεία πολιτισμού, που φαίνονται ξεκάθαρα στην σμυρναίικη μουσική. 

      Από τις αρχές του 19ου αιώνα μουσικές ομάδες εμφανίζονται στη Σμύρνη και  η παλαιότερη σμυρναϊκή κομπανία που έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα είναι του βιολιστή Μπενέτα.

       Στα 1893 δημιουργείται στην Πόλη η πρώτη μεγάλη Εστουδιαντίνα «Τα Πολιτάκια», που αργότερα, το 1898, θα εγκατασταθεί οριστικά στην Σμύρνη και θα  μετονομασθεί σε «Σμυρναϊκή Εστουδιαντίνα», η οποία σημείωσε τεράστια επιτυχία στην κοινωνία της Σμύρνης αλλά και του εξωτερικού που περιόδευσε. Η επιτυχία της Εστουδιαντίνας  ήταν τόσο μεγάλη, που δημιουργήθηκαν πλήθος Εστουδιαντίνες στη Σμύρνη και στην  Κωνσταντινούπολη.

    Στον μουσικό αυτόν οργασμό δημιουργήθηκαν στη Σμύρνη δεκάδες ψυχαγωγικά κέντρα όπου εμφανίζονταν μόνιμα ή ευκαιριακά οι «παιχνιδιατόροι» και οι «τραγουδιστάδες». («Παιχνίδια» οι Σμυρνιοί λέγανε τα μουσικά όργανα που  ήταν: το σαντούρι, το βιολί, το βιολοντσέλο, η κιθάρα, και το μαντολίνο).

     Οι Σμυρνιοί ήταν γλεντζέδες  και όταν βράδιαζε,  τους άρεσε να πηγαίνουν στα κέντρα που είχαν «παιχνίδια»,  να ακούσουν μερακλήδικα Σμυρναίικα τραγούδια και αμανέδες,  να χορέψουν καρσιλαμά, ζεϊμπέκικο, κιόρογλου, χασαποσέρβικο και πολίτικο – χασάπικο. Κι αν κάποιος επιθυμούσε να του παίξουν τα «παιχνίδια» κανένα ιδιαίτερο τραγούδι ή χορό, τότε έπρεπε να σηκωθεί απ’ το τραπέζι του και να πάει να ρίξει πρώτα ασημένιους παράδες πάνω στις χορδές του σαντουριού για ν’ ακουστούν.

      Από περιγραφές Ευρωπαίων επισκεπτών στη Σμύρνη, έχουμε στοιχεία πως υπήρχαν ταβέρνες τουλάχιστον πριν απ’ το 1700, που διέθεταν και όργανα για να παίζουν και να τραγουδούν οι παρέες των θαμώνων.  Αργότερα αυτές οι ταβέρνες πήραν τη μορφή των «καφέ – αμάν» και η συμβολή τους είναι μεγάλη στην παραγωγή αστικών τραγουδιών αλλά  και στην προφορική διάδοση της αστικής λαϊκής και παραδοσιακής μουσικής. Τα πρώτα «Καφέ - Αμάν» εμφανίσθηκαν στα μέσα του 1850 στη Σμύρνη και σε μικρό διάστημα πολλαπλασιάστηκαν και κυριάρχησαν στην Μικρά Ασία αλλά και σε πολλές πόλεις της Ελλάδας μέχρι το 1930. Παράλληλα όμως με τα «Καφέ Αμάν» υπήρχαν και τα «Καφέ – Σαντάν» που έπαιζαν ευρωπαϊκά τραγούδια με Ευρωπαίες ντιζέζ, όπου διασκέδαζε κυρίως η αριστοκρατία.

    Στον τομέα της έντεχνης δυτικής μουσικής, πολλοί Σμυρνιοί ήταν  απόφοιτοι φημισμένων ωδείων της Ευρώπης και ανάμεσά τους βρίσκονται δύο μεγάλοι εκπρόσωποι της εθνικής μουσικής σχολής, ο μουσουργός Μανώλης Καλομοίρης και ο Γιάννης Κωνσταντινίδης (γνωστός και ως Κώστας Γιαννίδης). Στη Σμύρνη το 90% των πλουσίων ήταν Έλληνες,  και στα σπίτια τους ήταν απαραίτητο το πιάνο με Ιταλό δάσκαλο.

      Το 1841 η Σμύρνη αποκτά το πρώτο μεγάλο θέατρο με την ονομασία  «Ευτέρπη» και λίγο αργότερα άλλα τρία θέατρα που αντικατοπτρίζουν την ευμάρεια της σμυρναϊκής Ελληνικής κοινότητας παίζοντας γνωστά μελοδράματα και όπερες.

       Με την Μικρασιατική καταστροφή και την έλευση των προσφύγων στην Αθήνα και σε πόλεις με λιμάνια κυρίως,  κυριαρχεί -τουλάχιστον μέχρι το 1934- το σμυρναίικο τραγούδι με κυρίαρχα όργανα το βιολί και το σαντούρι.  Με τη θεαματική όμως είσοδο στην δισκογραφία του Μάρκου Βαμβακάρη και της παρέας του, τα σαντουρόβιολα εκτοπίστηκαν από το μπουζούκι, με αποτέλεσμα οι Μικρασιάτες μουσικοί να προσαρμοστούν στην νέα τάξη πραγμάτων, συμβάλλοντας όμως ουσιαστικά στην άνθηση του ρεμπέτικου τραγουδιού.

        Θ’ αναφέρω κάποιους από τους σπουδαίους λαϊκούς δημιουργούς που γεννήθηκαν στα χώματα της Σμύρνης, που είναι  οι: Τούντας Παν., Περιστέρης  Σπυρ., Δραγάτσης Γιαν., Παπάζογλου Βαγγ., Χατζηχρήστος Απ, Παντελίδης Σταυρ., Δελιάς Ανεσ., Κοσμαδόπουλος Κοσμ., Μπαρούσης Δημ., Χρυσαφάκης Μαν., Ατραΐδης Δημ., Κασιμάτης Ζαχ., κ.α. Αυτοί έφεραν  τη δύναμη και τη φινέτσα της σμυρναίικης μουσικής στο ελληνικό τραγούδι και έβαλαν τις βάσεις σ’ αυτό, ώστε να ξεφύγει από το στενό πλαίσιο του περιθωρίου που βρισκόταν και να γίνει αποδεκτό στο πλατύ κοινό. 

Αξίζει τέλος να σημειωθεί πως από τους 70 περίπου συνθέτες και τραγουδιστές που έγραψαν ρεμπέτικα και λαϊκά τραγούδια από το 1934 μέχρι την δεκαετία του ’50, το 45% ήταν Μικρασιάτες, οι περισσότεροι από τη Σμύρνη και τα περίχωρά της.   

Ευχαριστώ!

Κώστας Σκόνδρας


 

Η Άννα Καρλαύτη μελοποιεί και ερμηνεύει το ποίημα "Γυμνωμένες καρδιές" από την ποιητική συλλογή "Ομηρία" του Δημήτρη Φιλελέ. 


Η Άννα Καρλαύτη μελοποιεί και ερμηνεύει το ποίημα "Φωνή" από την ποιητική συλλογή "Ομηρία" του Δημήτρη Φιλελέ. 




Δεν υπάρχουν σχόλια: