ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Δευτέρα 14 Απριλίου 2025

«Διψάω» της Αναστασίας Κουρή

 


«Διψάω» –  μονόλογος της Αναστασίας Κουρή

στο θέατρο «Μικρός Κεραμεικός»

Θεατρική κριτική του Δημήτρη Φιλελέ

 

Παρακολουθήσαμε τη θεατρική παράσταση «Διψάω» στο θέατρο «Μικρός Κεραμεικός», σε κείμενο Αναστασίας Κουρή, σκηνοθεσία Βάσιας Βασιλείου και ερμηνεία Δημήτρη Αϊβαλιώτη. Τρία εύφλεκτα υλικά σε εκρηκτικό μείγμα, που όταν πυροδοτούνται, εκπυρσοκροτούν και προκαλούν αλυσιδωτές αντιδράσεις, διαχέονται ως κυκλωτικό ενεργειακό κύμα στην αίθουσα, καταργούν την αίσθηση του χρόνου  και καθηλώνουν τον θεατή μέχρι τέλους.

 

Η υπόθεση:

Διψάω! Η Αναστασία Κουρή γράφει ένα άκρως εξομολογητικό και ταυτόχρονα αιχμηρό κείμενο συνεχούς ροής, αφουγκράζεται το ανατριχιαστικό ουρλιαχτό αγωνίας που βγαίνει από τα σπλάχνα ενός καταπιεσμένου ανθρώπου, του Κώστα, και ξεδιπλώνει την αφανή μεταξύ τους συνομιλία. Διψάω! Μια οργισμένη κραυγή που απλώνει όμως το χέρι και ζητά απελπισμένα βοήθεια για να ξεφύγει από τις Ερινύες μιας ισοπεδωμένης ζωής στο θυσιαστήριο του οικογενειακού πένθους. Διψάω! Μια φρούδα αναζήτηση σανίδας σωτηρίας σε έναν κόσμο που καταδυναστεύεται από τις παραπλανητικές μάσκες της επιτηδευμένης καλοσύνης και της ανάλγητης φιλανθρωπίας. Διψάω! Η παραληρηματική ικεσία μιας πληγωμένης ψυχής που αναζητά το καθαρτήριο υγρό στοιχείο, εκείνο που θα την απαλλάξει από τη στεγνότητα και τη στυγνότητα της σκοτεινής εποχής μας. Διψάω! Ένας αθέατος κόσμος που απαιτεί τον χώρο του στην επιφάνεια και έρχεται να διασαλεύσει την εικονική τάξη.

Και όταν όλες οι επικλήσεις βυθίζονται στο κενό, αναδύεται ο άλλος Κώστας, ο νεκροζώντανος που οραματίζεται την ανάστασή του· ο Κώστας που ακροβατεί στην εύθραυστη διαχωριστική γραμμή της λογικής από την παράνοια, χάνοντας τελικά την ισορροπία, ο Κώστας που δημιουργεί ένα αλλόκοτο προσωπικό σύμπαν και μεταμορφώνεται σε στοιχειό ή τέρας, όπως θα τον χαρακτήριζε κάθε λογικός άνθρωπος. Και όμως· ακόμα και μέσα σ’ αυτή την ιλιγγιώδη περιδίνηση, ο ήρωας φαίνεται να έχει συνείδηση των πράξεων του, καθώς συχνά θέτει στον εαυτό του τα αμείλικτα ερωτήματα: «Ποιος θα κλάψει για μένα; Ποιος μπορεί να κλάψει για μένα;»

Ο Κώστας αντιλαμβάνεται τον κόσμο μέσα από το παραμορφωτικό κάτοπτρο της ύπαρξής του, οι μύχιες σκέψεις του –σκέψεις που είναι βέβαιο ότι περνούν και από το μυαλό κάθε λογικού ανθρώπου, αλλά δεν υλοποιούνται ποτέ– μετουσιώνονται σε πράξεις ειδεχθείς, γίνεται αδίστακτος τιμωρός της διάχυτης υποκρισίας αλλά και ανελέητος δικαστής του εαυτού του. Για να απελευθερωθεί οριστικά από τα δεσμά του όταν φτάσει εκούσια στη σωματική και ψυχική συντριβή.

 

Η παράσταση ως συνολική εικόνα:

Το εκρηκτικό κείμενο της Αναστασίας Κουρή παίρνει στα χέρια της και σκηνοθετεί η Βάσια Βασιλείου με ευρηματικότητα και ευαισθησία. Η σκηνοθέτις δομεί ένα σκηνικό κατακερματισμού και εξιλέωσης που ανταποκρίνεται πλήρως στον ψυχισμό του ήρωα, στα σημάδια που σαν καρφιά έχουν ανεπανόρθωτα τραυματίσει την ψυχή και έχουν καθορίσει την πτωτική πορεία της ύπαρξής του.

Εστιάζει σε τρία στοιχεία, που καθένα έχει αφήσει το δικό του στίγμα στον σκοτεινό κόσμο του Κώστα: Το νερό, συμβολισμός άλλοτε του ζωοποιού υγρού του αμνιακού σάκου και άλλοτε του εξαγνιστικού υγρού της ψυχής, που ο Κώστας απεγνωσμένα αναζητά σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι εξαρθρωμένες κούκλες, ο μετασχηματισμός της ομορφιάς και της ευχαρίστησης σε δυσμορφία και θλίψη, δυο στοιχεία που καταδιώκουν τον ήρωα σε κάθε του βήμα. Και τέλος οι σκιές, το έσχατο καταφύγιο του ήρωα, το ημιδιαφανές τοπίο μέσα στο οποίο μπορεί να κινηθεί αθέατος και να γίνει κυρίαρχος μιας αλλόκοτης πραγματικότητας.

Ιδιαίτερη σημασία όμως για τη σκηνοθετική ματιά έχουν οι σιωπές του Κώστα, όσα δεν λέγονται, αλλά γίνονται αισθητά μέσα από το βλέμμα, τη στάση του σώματος, τις στιγμές αμηχανίες ή τα ξεσπάσματα του ήρωα.

Παράλληλα, η σκηνοθέτις καθοδηγεί με τεχνική αρτιότητα τον φωτισμό της σκηνής, εναρμονίζοντας με ενσυναίσθηση τις αναλαμπές ή το απόλυτο σκοτάδι με τις σχισμές της ψυχής του Κώστα.

Τέλος, εξίσου σημαντική αναδεικνύεται η μουσική της παράστασης, καλλιτεχνικό δημιούργημα των ΑΤΙΑ (Νεκτάριος Μεϊντάνης και Ιοκάστη Αλίμονος). Η μορφή των ήχων αλλά και οι εντάσεις συνυπάρχουν και συνδιαλέγονται με τις παραληρηματικές εξάρσεις του Κώστα, δονώντας παράλληλα το κοινό και συντονίζοντάς το με τους άγνωρους παλμούς μιας άλλης διάστασης της πραγματικότητας.

 

Η ερμηνεία:

Ο Δημήτρης Αϊβαλιώτης είναι ο Κώστας, είναι το πλάσμα που επί σκηνής  δεινοπαθεί, περιχαρακώνεται στον αδυσώπητο κόσμο του, εξομολογείται, αφαιρείται, ονειροβατεί, αμφιταλαντεύεται, οργίζεται, απελευθερώνει κτηνώδη ένστικτα, αλλά εκτοξεύει και μοναδικές στιγμές τρυφερότητας, εκλιπαρεί για ψήγματα αγάπης, αλλά και τιμωρεί δίχως έλεος. κουλουριάζεται σαν έμβρυο, αλλά αναδιπλώνεται σε αιμοσταγή εκδικητή, επιχειρεί μάταια να σπάσει τις αλυσίδες των συνθλιπτικών βιωμάτων, γίνεται βορά στον αραχνοΰφαντο ιστό του ταραγμένου μυαλού, παλινδρομεί ως έμψυχο έλασμα που εναλλάξ συσπειρώνεται με γλυκύτητα και εκτινάσσεται με βιαιότητα, ταλαντώνεται σαν εκκρεμές και προσκρούει διαρκώς σε άκαμπτους τοίχους, καταλήγει ένα βαριά τραυματισμένο αγρίμι που παραδέρνει, οδεύοντας προς τον αφανισμό και τη λύτρωση ταυτόχρονα. Ενσαρκώνει μια σύγχρονη τραγική μορφή που φτάνει σε εκλογικευμένο παραλογισμό, καθώς πολτοποιείται στα γρανάζια του οικογενειακού αδιεξόδου και της κοινωνικής υποκρισίας· και με όρους αρχαίας τραγωδίας εναποθέτει την ετυμηγορία σε κάθε έναν θεατή χωριστά: πρόβατο επί σφαγή και αμνός άμωμος ή αποδιοπομπαίος τράγος;

Για όλους αυτούς τους λόγους, πέρα από το αβίαστο χειροκρότημα για την καλλιτεχνική του οντότητα, στον Δημήτρη Αϊβαλιώτη, ως ενσωμάτωση του Κώστα,  αξίζει μια ζεστή ανθρώπινη αγκαλιά. 

 

Συντελεστές

Επί Σκηνής: Δημήτρης Αϊβαλιώτης
Ακούγεται ηχογραφημένη η φωνή της Μίνας Χειμώνα στον ρόλο της νονάς Μάρως
Σκηνοθεσία / Αrt Direction / Σχεδιασμός Φωτισμών: Βάσια Βασιλείου
Πρωτότυπη Μουσική / Sound Design: ΑΤΙΑ (Νεκτάριος Μειντάνης - Ιοκάστη Αλίμονος)
Βίντεο / Μοντάζ: Τάκης Χρυσικός
Βοηθός Παραγωγής: Ειρήνη Μπουρλέσα
Επικοινωνία: Νταίζη Λεμπέση

Το έργο παρουσιάζεται για δεύτερη συνεχή χρονιά. Οι παραστάσεις στον «Μικρό Κεραμεικό» ολοκλήρωσαν και τον φετινό τους κύκλο. Η παράσταση θα περιοδεύσει τους επόμενους μήνες εκτός Αθηνών. Λόγω μεγάλης προσέλευσης του κοινού, ενδέχεται οι παραστάσεις να συνεχιστούν για τρίτη χρονιά.


Πηγή πρώτης δημοσίευσης: "Διψάω" της Αναστασίας Κουρή

Δευτέρα 7 Απριλίου 2025

«Το δάσος» του Ντέιβιντ Μάμετ

 


 «Το δάσος» του David Mamet - Στο θέατρο ΕΛ.ΕΡ

Σε σκηνοθεσία του Θοδωρή Αμπαζή

με τη Δήμητρα Χατούπη και τον Δημήτρη Γκοτσόπουλο

Θεατρική κριτική του Δημήτρη Φιλελέ

 

Η υπόθεση:

 

Ένα εξοχικό σπίτι στο δάσος επιλέγει ο πολυπράγμων Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας (και όχι μόνο) Ντέιβιντ Μάμετ για να στεγάσει την αλληγορική συγγραφική του ματιά για την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Ένα νεαρό ερωτευμένο ζευγάρι, σε μια απόδραση του Σαββατοκύριακου, επιχειρεί να διασχίσει «Το δάσος», το δικό του δάσος των οικογενειακών καταβολών, των προσωπικών αγκυλώσεων και των κοινωνικών προκαταλήψεων, για να έρθει πιο κοντά, για να συναντηθεί και να σμίξει αξεχώριστα. Πόσο εύκολο είναι όμως αυτό, πόσο εφικτό είναι να ενωθούν και να συνυπάρξουν δύο άνθρωποι στο παρόν όταν ο ένας έχει το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν και ο άλλος στο μέλλον; Όταν οι αναζητήσεις ακολουθούν διαφορετικές κατευθύνσεις, πώς μπορεί το ατομικό στοιχείο να υποταχθεί και να εναρμονιστεί με τους κανόνες της συμβίωσης; Ποια δύναμη είναι άραγε πιο ισχυρή και ασκεί τη μεγαλύτερη έλξη; Πόσο στ’ αλήθεια ο σύγχρονος άνθρωπος επιθυμεί να κινηθεί προς την κατεύθυνση μιας κοινής πορείας, να εγκαταλείψει το στατικό εγώ του για χάρη μιας εξελικτικής διαδρομής;

Είναι πυκνό και άγνωστο το «δάσος», μέσα στο οποίο εκούσια μπαίνουμε. Είναι γεμάτο τρύπες, συναισθήματα κενά, που καραδοκούν να μας καταπιούν, να μας σπρώξουν στην αδηφάγο χοάνη της θλίψης και της ψυχικής συντριβής. Και εμείς καλούμαστε να χαράξουμε τα ασφαλή μονοπάτια που θα μας οδηγήσουν στον προορισμό μας μοναχικά ή συντροφικά.

Πόσο συχνά στο πίσω μέρος του μυαλού των ανθρώπων η κοινή ζωή και η κοινή στέγη είναι συνυφασμένη με την επικράτηση των απόψεων του ενός, πράγμα που εκ των προτέρων είναι προάγγελος της διάστασης είτε εντός είτε εκτός κοινής ζωής και στέγης;

Ποιοι λόγοι μας ωθούν ώστε ο κατ’ επιλογή σύντροφός μας να είναι ταυτόχρονα ο χειρότερος εχθρός μας; Ή μήπως ο χειρότερος εχθρός μας είναι ο ίδιος ο εαυτός μας, αφού τελικά δεν μπορούμε να τον συνταιριάξουμε με τις προσωπικές επιλογές μας; Είμαστε έτοιμοι να δώσουμε τη δύσκολη μάχη της συνύπαρξης ή συνειδητά προτιμάμε να φυγομαχήσουμε;

Μήπως, εν τέλει, ζούμε σε μια παράλληλη πραγματικότητα, στην προσωπική μας μυθολογία, δημιουργώντας ένα εύθραυστο κέλυφος που παρασάγγας απέχει από την αλήθεια και την ουσία της ζωής;

 

Η παράσταση ως συνολική εικόνα:

Αρχής γενομένης από την άψογη απόδοση του κειμένου στην ελληνική γλώσσα από την Έλσα Ανδριανού, θεωρούμε αξιέπαινη και αξιοσημείωτη την «ελληνοποιημένη» εκφορά του λόγου, ώστε ο θεατής να εξοικειώνεται αμέσως τόσο με το θέμα όσο και με τον χώρο που διαδραματίζεται το έργο.

Ο Θοδωρής Αμπαζής έχει στα χέρια του το άριστο κειμενικό υλικό. Με τη συνδρομή του Θάνου Ψαρρά και της  Γωγώς Μπόμπολα, εμπνέεται από την εσωτερικότητα του θεατρικού λόγου του Μάμετ και οραματίζεται ένα παραμυθιακό-ονειρικό και παράλληλα συμβολικό σκηνικό μέσα στο οποίο επιχειρούν να πραγματωθούν οι επιθυμίες δύο ανθρώπων που βλέπουν τον κόσμο από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Το αλληγορικό περιβάλλον δρα ως καταλύτης που επιτρέπει να αναδυθεί η διαφορετικότητά τους και να αποκαλυφθούν οι χαρακτήρες γυμνοί, δίχως την προστασία του κοινωνικού προσωπείου.

Ο Θοδωρής Αμπαζής εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο τη μουσική του παιδεία, αναλαμβάνοντας και τη μουσική επένδυση του έργου. Σαν κελάρυσμα ρυακιού ηχούν οι νότες που επιλέγει να συντροφεύουν την πλοκή, τόσο που ο θεατής έχει την αίσθηση ότι πρόκειται για μια ακόμα –μη ορατή– παρουσία επί σκηνής. Παράλληλα, οφείλουμε να επισημάνουμε ως ιδιαίτερα επιτυχημένη τη σύλληψη της μελοποίησης στίχων του Oscar Wilde, που αποδίδονται μουσικά και φωνητικά από τη Βάσια Παππά, ως αρκούδα–σύμβολο του περιβάλλοντος επί σκηνής, με τη διακριτική παρουσία και τη βελούδινη φωνή.

Η Νίκη Ψυχογιού, συνεπικουρούμενη από τη Ζωή Κελέση. μεταμορφώνει τη σκηνοθετική ιδέα σε πράξη. Από την πρώτη στιγμή της εισόδου στην αίθουσα τα μάτια του θεατή μαγνητίζονται από την πρωτοτυπία του σκηνικού. Με υλικά απροσδόκητα που αναδίδουν επιλεκτική νεωτερικότητα, τα πάντα βρίσκονται στη σωστή θέση και αποδεικνύονται εξαιρετικά λειτουργικά σε όλη τη διάρκεια της παράστασης.

Υποδειγματικοί όμως είναι και οι φωτισμοί του Γιώργου Αγιαννίτη. Είναι ένα τρυφερό και συνάμα υποβλητικό παιχνίδισμα του φωτός με τις σκιές, που συνομιλεί ακατάπαυστα με το θεατρικό δρώμενο και οι φωτεινές δέσμες συμπλέουν με τον κυματισμό του ψυχισμού των ηρώων.

 

Οι ερμηνείες:

Η Δήμητρα Χατούπη και ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος ούτε «υποδύονται» ούτε «παίζουν» τους ρόλους, αλλά βυθίζονται στα άδυτα της ψυχής των ηρώων και αναδύονται ως υπαρκτοί Ρουθ και Νικ που, με σάρκα και οστά ενώπιόν μας, βιώνουν τις εμπειρίες αλλά και –κυρίως–  τα τραύματα της υπαρξιακής αγωνίας.

Η Δήμητρα Χατούπη (Ρουθ) είναι μια αιθέρια, λεπτεπίλεπτη αλλά και δυναμική γυναικεία φιγούρα. Με άριστη τεχνική και μοναδική πειστικότητα μας παίρνει μαζί της στο ταξίδι της αναζήτησης ισορροπίας μεταξύ λογικής και συναισθήματος. Είναι ένα αεικίνητο ξωτικό με καθηλωτική συναρμογή κίνησης και φωνής, που δεν μπορείς να πάρεις το βλέμμα από πάνω της ακόμα και στην ελάχιστη αλλαγή στη στάση του σώματος, που προσαρμόζεις την ακοή σου στους τόνους της φωνής της για να νιώσεις κάθε συναισθηματικό της τριγμό.

Ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος (Νικ) εμφανίζεται ισοϋψής στο πλάι του θεατρικού μεγέθους  της Δήμητρας Χατούπη. Άλλοτε ευαίσθητος και άλλοτε αναποφάσιστος, γεμάτος φοβίες και εμμονές,  εξωτερικεύει τον συναισθηματικό του κόσμο με τις αλλεπάλληλες μεταπτώσεις και δημιουργεί άμεση επικοινωνία με τον θεατή μέσα από το τρομαγμένο ή απορημένο βλέμμα και την παρακλητική κάποτε φωνή του, τις συσπάσεις του σώματός του, αλλά και τη συνολική σκηνική παρουσία του. Είναι σαφές ότι αποτελεί μία «ελπίδα» για το σύγχρονο ελληνικό θέατρο.

 

Συμπερασματικά: Αν οι θεατρόφιλοι επιζητούν την κυριολεξία της φράσης «Πάμε θέατρο», τότε πρέπει οπωσδήποτε να παρακολουθήσουν αυτή την παράσταση.

 

Η ταυτότητα της παράστασης

 

Μετάφραση: Έλσα Ανδριανού

Σκηνοθεσία-Μουσική Σύνθεση: Θοδωρής Αμπαζής

Σκηνογραφία, Ενδυματολογία: Νίκη Ψυχογιού

Σχεδιασμός Φωτισμού: Γιώργος Αγιαννίτης

 

Ερμηνεύουν:

Δήμητρα Χατούπη και Δημήτρης Γκοτσόπουλος

 

Μουσικός επί σκηνής: Βάσια Παππά

 

Φωτογράφιση: Ζαφείρω Βλάχου

Επικοινωνία: Νατάσα Παππά

Social media: Κατερίνα Κυπραίου

Βοηθοί σκηνοθέτη: Θάνος Ψαρράς, Γωγώ Μπόμπολα

Βοηθός σκηνογράφου: Ζωή Κελέση

Οργάνωση και Εκτέλεση παραγωγής: Γιάννης Γκουντάρας & Αλεξάν Σαριγιάν

Παραγωγή: Η Πάνδημος Ηώς

Υπό την αιγίδα και με χρηματοδότηση του Υπουργείου Πολιτισμού

 

Πληροφορίες παράστασης

Χώρος: Θέατρο ΕΛΕΡ (Φρυνίχου 10, Αθήνα | πλησίον σταθμού μετρό Ακρόπολη)

Τηλέφωνο ταμείου θεάτρου: +30 211 735 3928

Ημέρες & ώρες παραστάσεων:

Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21:00 | Κυριακή στις 18:00

Παραστάσεις μέχρι τις 13 Απριλίου.

Διάρκεια: 90 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)

Video παράστασης: https://www.youtube.com/watch?v=1tNdhX6i6Qc

 

Τιμές εισιτηρίων:

Κανονικό: 20€, Μειωμένο (φοιτητικό, ΑμΕΑ, ανέργων, 65+): 15€, Ατέλεια: 10€

Προπώληση εισιτηρίων: TICKET SERVICES

• online: https://www.ticketservices.gr/event/theatro-eler-to-dasos-tou-david-mamet/?lang=el

• τηλεφωνικά: 210 7234567

• εκδοτήριο: Πανεπιστημίου 39, Αθήνα


Πηγή πρώτης δημοσίευσης: "Το δάσος" του Ντέιβιντ Μάμετ στο Θέατρο ΕΛΕΡ


«Το τραγούδι της Φλέρυς» του Δημήτρη Οικονόμου

 


Το τραγούδι της Φλέρυς του Δημήτρη Οικονόμου

Θεατρική κριτική του Δημήτρη Φιλελέ

 

Παρακολουθήσαμε τον θεατρικό μονόλογο «Το τραγούδι της Φλέρυς» στο θέατρο «Σταθμός» στο Μεταξουργείο. Το κείμενο υπογράφει ο βραβευμένος πεζογράφος Δημήτρης Οικονόμου, ο οποίος κάνει την παρθενική του εμφάνιση στη θεατρική γραφή. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Μάνος Καρατζογιάννης. Το βάρος της ερμηνείας φέρει η πολυτάλαντη Ελένη Κοκκίδου.

 

Η υπόθεση:

Ο Δημήτρης Οικονόμου επιλέγει ως σημείο έναρξης του μονολόγου ένα πραγματικό γεγονός από τη ζωή της Φλέρυς Νταντωνάκη, που συνέβη κατά τη διάρκεια της τελευταίας συναυλίας της στη Ρωμαϊκή Αγορά το 1985, όταν η τραγουδίστρια παθαίνει κρίση αγοραφοβίας εξαιτίας του πλήθους που έχει συρρεύσει για να την ακούσει. Απομονωμένη σε έναν μικρό χώρο κάνει μια αναδρομή της ζωής της με αναφορές στα παιδικά της χρόνια με ιδιαίτερη έμφαση στον κακοποιητικό πατέρα, με συμπεριφορές που τη στιγμάτισαν για την υπόλοιπη ζωή της. Μιλά για τα χρόνια που έζησε στην Αμερική, για τη γνωριμία και την ομόθυμη αποδοχή της από σημαντικούς ανθρώπους της τέχνης. Αφηγείται την πρώτη συνάντησή της με τον Μάνο Χατζηδάκι, που έμελλε να σφραγίσει την καλλιτεχνική της οντότητα. Αναφέρεται με άπειρη τρυφερότητα στην κόρη της, τη Ζωή, το πιο σημαντικό πλάσμα για εκείνη στον κόσμο. Παράλληλα, όμως, μας παρουσιάζει το αληθινό της πρόσωπο, που αναζητά την αληθινή αγάπη διακαώς μέσα από τη θρησκεία, την τέχνη και τον έρωτα (με τη δική της σειρά προτεραιότητας). Επιχειρεί να μας μεταφέρει τη συντριβή του καλλιτέχνη καθώς αναζητά την ουσία των λέξεων μέχρι να αναδυθεί το τραγούδι από την καρδιά στα χείλη, γιατί μέσα από τον σεβασμό στη γλώσσα παράγεται πολιτισμός και ενδυναμώνεται η αντίσταση απέναντι στην Ελλάδα των μπουζουξίδικων και στο ανθρωποφάγο κοινό. Δηλώνει την αποστροφή της στα υλικά αγαθά και στο χρήμα, ενώ οδηγείται σε αδιέξοδο από τις συνωμοσίες του μυαλού και του ταραγμένου ψυχισμού. Ένα κείμενο που ρέει αβίαστα, ανθρώπινα, αληθινά και φτάνει χωρίς περιττά διανθίσματα στο κοινό.  

 

Η παράσταση ως συνολική εικόνα:

Ο Μάνος Καρατζογιάννης επιλέγει, ορθότατα, να στρέψει όλο το φως στον άνθρωπο Φλέρυ. Την κρατά διαρκώς στο προσκήνιο, ώστε οι θεατές να μένουν απόλυτα προσηλωμένοι σωματικά και ψυχικά στην εξιστόρηση της ζωής της, όπως εκείνη την έχει βιώσει μέσα από την εύθραυστη ισορροπία της. Επιλέγει να είναι μη ορατός στο κοινό και ο Αντώνης Παπακωνσταντίνου, ο μουσικός που μελωδικά τη συνοδεύει επί σκηνής, αφήνοντας τα πάντα να αιωρούνται γύρω της και να δημιουργούν έναν κόσμο σύγκρουσης του ονείρου με την πραγματικότητα, του ορατού με το αθέατο, του φαντασιακού με το υπαρκτό, μέσα στον οποίο το αιθέριο πλάσμα ακροβατεί και εκτίθεται, χωρίς την ελάχιστη προσπάθεια συγκάλυψης των συναισθημάτων ή των απόψεών της – το αντίθετο μάλιστα. Η μουσική του Αντώνη Παπακωνσταντίνου, με την επιβεβλημένη λιτότητα και μελωδικότητα, έρχεται ως το απαραίτητο συμπλήρωμα στον λόγο, ενώ οι εμβόλιμες τραγουδιστικές επιλογές γίνονται ένας ακόμα πόλος έλξης για να στρέψουμε όλη μας την προσοχή στο φαινόμενο Φλέρυ. Ο Άγγελος Παπαδόπουλος, με τους προσεκτικούς και ευαίσθητους φωτισμούς του, συντονίζεται με το όλο ύφος της παράστασης και δημιουργεί την κατάλληλη υποβλητική ατμόσφαιρα σε όλη τη διάρκεια του οπτικοακουστικού θεάματος. Τέλος, η κατανυκτική σκηνική δομή και οι λιτές ενδυματολογικές επιλογές από την Άση Δημητρολοπούλου έρχονται να συμπληρώσουν τον μαγνητισμό που αναδίδει ο χώρος μέσα στον οποίο εκτυλίσσεται η θεατρική δράση.

 

Η ερμηνεία:

Μέσα στη συνθήκη – οπτική, ακουστική, σκηνική – εμφανίζεται η πολυσχιδής Ελένη Κοκκίδου επί σκηνής ως Φλέρυ. Όχι, δεν εμφανίζεται ως Φλέρυ, είναι πράγματι η ενσάρκωση της Φλέρυς. Είναι εύθραυστη, ευαίσθητη, μελωδική, βαθιά συναισθηματική, αφοπλιστικά ειλικρινής, εμμονική, παραληρηματική, όλα αυτά μαζί, σε κάθε της κίνηση, κάθε της βλέμμα, κάθε έκφραση του προσώπου, κάθε λέξη που βγαίνει από το στόμα της, κάθε τραγούδι που αφήνει να ξεχυθεί από την ψυχή της, κάθε δάκρυ που κυλά στο μάγουλό της. Κάθε μέλος του σώματός της είναι άψογα ευθυγραμμισμένο με όσα ακούγονται από το στόμα της, ακόμα και με τον ενδιάμεσο ρυθμό της ανάσας της. Είναι δυσδιάκριτα τα όρια –αν υπάρχουν– μεταξύ της υποκριτικής και της ενσωμάτωσης της Φλέρυς. Από την αρχή μέχρι το τέλος της επί σκηνής δράσης ο θεατής ελκύεται από μια αξιοθαύμαστη δύναμη, που του δημιουργεί την επιθυμία να είναι προσηλωμένος στη Φλέρυ. Όχι, η Ελένη Κοκκίδου δεν ερμηνεύει έναν ακόμα βιογραφικό μονόλογο· μεταμορφώνεται κυριολεκτικά σε ένα πλάσμα ικανό να μας συμπαρασύρει στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του μυαλού του, στον ταραχώδη ψυχισμό του, αλλά και στην ουράνια μελωδία της ύπαρξής της. Αν το ηχηρό και από καρδιάς χειροκρότημα του κοινού είναι η ελάχιστη δικαίωση του καλλιτέχνη, τότε η Ελένη Κοκκίδου δικαίως το εισπράττει.

 

Συντελεστές

 

Σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης

Ερμηνεία: Ελένη Κοκκίδου

Μαζί της επί σκηνής ο Αντώνης Παπακωνσταντίνου

Σκηνικά – κοστούμια: Άση Δημητρολοπούλου

Μουσική: Αντώνης Παπακωνσταντίνου

Φωτισμοί: Άγγελος Παπαδόπουλος

Βοηθός σκηνοθέτη: Πάνος Μπέκας

Γραφιστικά: Πέτρος Παράσχης

Φωτογραφίες: Σπύρος Περδίου

Παραγωγή: Πολιτισμός Σταθμός Θέατρο

 

Σταθμός Θέατρο: Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο

Παραστάσεις: Σάββατο & Κυριακή 21:00

Εισιτήρια: Στο ταμείο του θεάτρου (τηλ.:  2105230267)

και ηλεκτρονικά: Το Τραγούδι της Φλέρυς 3ος χρόνος | Εισιτήρια online! | More.com


Πηγή πρώτης δημοσίευσης: Το τραγούδι της Φλέρυς στο θέατρο Σταθμός


«Προδοσία» του Χάρολντ Πίντερ

 


«Προδοσία» του Χάρολντ Πίντερ 

Θεατρική κριτική του Δημήτρη Φιλελέ

 

Η υπόθεση:

Στο Θέατρο της Ημέρας ανεβαίνει η «Προδοσία» του Νομπελίστα Χάρολντ Πίντερ (έργο γραμμένο το 1978), μια ιδιαίτερη θεατρική παράσταση για πολλούς λόγους, αλλά κυρίως επειδή το έργο είναι εμπνευσμένο από αληθινό και μάλιστα προσωπικό συμβάν, την εξωσυζυγική σχέση του συγγραφέα με την Τζόαν Μπέικγουελ. Το κείμενο του έργου στην ελληνική γλώσσα είναι μεταφραστική δημιουργία του Μάριου Πλωρίτη.

Ένα ερωτικό τρίγωνο ιδωμένο μέσα από την πρωτότυπη θεατρική ματιά του Άγγλου συγγραφέα (διαφορετική από εκείνη του Ίψεν), γνωστού για τις ρηξικέλευθες απόψεις του εν γένει, μέσα από μια αναδρομή αναμνήσεων και αποενοχοποιημένο, τελικά, από τα στερεότυπα της μοιχείας, της προδοσίας ή και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Χωρίς κοινωνικές προκαταλήψεις και με πλήρως αποδεκτές τις ανθρώπινες αδυναμίες, οι χαρακτήρες της μυθοπλασίας εμφανίζονται στην πραγματική τους διάσταση, με απουσία εξιδανικεύσεων ή μελοδραματισμών, με όση δραματικότητα ή κωμικότητα (γιατί όχι) ταιριάζει σε παρόμοιες καταστάσεις, σε τέτοιο βαθμό που τα τεκταινόμενα επί σκηνής φαντάζουν όχι αληθοφανή αλλά αληθινά.

Από όσα συμβαίνουν όμως, προκύπτουν ερωτήματα που κάθε ένας θεατής ξεχωριστά καλείται να απαντήσει: Είναι ικανές οι κοινωνικές συμβάσεις να χαλιναγωγήσουν τα ανθρώπινα συναισθήματα; Μήπως ο έρωτας είναι τόσο ακαταμάχητος, ώστε κάθε πιθανή αντίσταση είναι προκαταβολικά μάταιη; Και επειδή πάντα υπάρχει τίμημα για τις αποφάσεις μας: Ποιο είναι άραγε μεγαλύτερο; Το τίμημα του πάθους ή της υποταγής σε μια επιλογή που έχει κλείσει τον κύκλο της, αλλά έχει δημιουργήσει παράπλευρες υποχρεώσεις; Οι απαντήσεις είναι τόσες, όσες και οι άνθρωποι που θα κληθούν να απαντήσουν διαχρονικά.

Τέλος, η διαδοχή των σκηνών με κατεύθυνση από το παρόν προς το παρελθόν σε όλη τη διάρκεια του έργου είναι επίσης μια πρωτοτυπία, μια εξελικτική διαδικασία που απαιτεί ισορροπία χειρισμών, ώστε ο θεατής να παραμείνει προσηλωμένος σε όσα επί σκηνής διαδραματίζονται. Και, πράγματι, ο Πίντερ πετυχαίνει και αυτό, κρατώντας το κοινό εντός θέματος και δράσης μέχρι τέλους.

 

Η παράσταση ως συνολική εικόνα:

Μέσα από την καθαρή και εύστοχη σκηνοθετική ματιά του Βύρωνα Κολάση, με τη συνδρομή της Ελένης Καταλιακού, βλέπουμε να εκτυλίσσεται επί σκηνής μια εντελώς ανθρώπινη ιστορία με όλη την αλήθεια και το ψέμα που της αναλογεί, χωρίς ακρότητες αλλά και με αινιγματικές καταστάσεις, και με τρεις χαρακτήρες που υπηρετούν πιστά το θέμα, την πλοκή, αλλά και το κείμενο.

Η μουσική επένδυση του Κώστα Μπίγαλη είναι υποβλητική και θεματικά συνυφασμένη με την ατμόσφαιρα και την υπόθεση του έργου, ενώ παράλληλα λειτουργεί ως απαραίτητο ιντερμέδιο μεταξύ των σκηνών.

Ευρηματική η Μπέττυ Λυρίτη, υπεύθυνη τόσο για το στήσιμο του λιτού σκηνικού που επιτρέπει την ελεύθερη μετακίνηση των ηθοποιών κατά μήκος και πλάτος της σκηνής, όσο και στις απαιτούμενες ενδυματολογικές εναλλαγές που παραπέμπουν στην εποχή γραφής του έργου και λειτουργούν καθοριστικά στην αποσαφήνιση του απαραίτητου χρονικού διαχωρισμού των σκηνών.

Αθόρυβα υποβοηθητικοί οι φωτισμοί σε κάθε σκηνή της παράστασης με τη διακριτική επιμέλεια του Γιώργου Σηφάκη.

 

Οι ερμηνείες:

Ο Βύρων Κολάσης (Ρόμπερτ), με διπλή ιδιότητα, δρα και ως ηθοποιός που με την εμπειρία και την απόλυτη φυσικότητα «καταπίνει» τη σκηνή, πείθει τον θεατή ως αινιγματικός, λόγω των απόψεών του, απατημένος αλλά και απατών σύζυγος. Με εκφορά λόγου τέτοια, που ο θεατής εξοικειώνεται μαζί του και στο πρόσωπό του ίσως βλέπει και τον γείτονα της διπλανής πόρτας ή και τον ίδιο του τον εαυτό – πάντα αυτό εξαρτάται από την οπτική γωνία που αντιλαμβανόμαστε ή συμμετέχουμε στα γεγονότα.

Ο Κώστας Μπίγαλης (Τζέρρυ), ως εραστής, προσφέρει στο κοινό μια απροσδόκητη (λόγω της γνωριμίας του με το ευρύ κοινό ως μουσικός) και αξιοθαύμαστη ερμηνεία. Πάσχει πριν εξομολογηθεί τον «απαγορευμένο» έρωτά του, κατά τη διάρκεια της εξωσυζυγικής σχέσης, αλλά και μετά τη διακοπή της. Βρίσκεται σε μία διαρκή παραζάλη, που η έλξη της είναι τόσο δυνατή, ώστε να μη μπορεί να την αποφύγει. Είναι ο προφανής υπαίτιος της αναπότρεπτης δυστυχίας του σε μία εσωτερική παραληρηματική κατάσταση, που μαγνητίζει το βλέμμα και τη σκέψη του θεατή.

Η Έμμυ Δημητρακοπούλου (Έμμα), το μήλον της έριδος, σε διαρκή ένταση και αμφιβολία για όσα συμβαίνουν μέσα και γύρω της, σε αέναη αναζήτηση επιβεβαίωσης της γυναικείας φιλαρέσκειας και ματαιοδοξίας, αδιάκοπα παλινδρομεί και έχει ερωτήματα που δεν πρόκειται ποτέ να απαντηθούν, κινείται σε ατμόσφαιρα συγκρουσιακή με τον εαυτό της και με το περιβάλλον, ισορροπεί –ή έτσι θέλει να πιστεύει– σε ένα τεντωμένο σκοινί που δεν ξέρει πότε θα σπάσει ή αν έχει ήδη κοπεί χωρίς να το αντιληφθεί.

 

Μια απολαυστική παράσταση που συνιστάται ανεπιφύλακτα στους θιασώτες του κλασικού θεατρικού ρεπερτορίου.

 

Συντελεστές
Συγγραφέας: Χάρολντ Πίντερ
Μετάφραση: Μάριος Πλωρίτης
Σκηνοθεσία: Βύρων Κολάσης
Φωτισμοί: Γιώργος Σηφάκης
Κονσόλα ήχου - φώτων: Ciel Κομνηνού
Σκηνικά- Κοστούμια: Μπέττυ Λυρίτη
Μουσική επιμέλεια: Κώστας Μπίγαλης
Φωτογραφίες: Απόστολος Δελάλης
VideoArt: Evangelos Callow
Graphics: Μάνος Σαλούστρος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Ελένη Καταλιακού
Σύμβουλος επικοινωνίας: Αλίκη Δανάλη
Παραγωγή: Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού

 

Ερμηνεύουν:
Βύρων Κολάσης (Ρόμπερτ)
Κώστας Μπίγαλης (Τζέρρυ)
Έμμυ Δημητρακοπούλου (Έμμα)

 

Θέατρο της Ημέρας
Ημέρες και ώρα παραστάσεων: Δευτέρα 20:30 και Πέμπτη 21:00

Διάρκεια παράστασης: 90΄ λεπτά

Εισιτήρια: Γενική Είσοδος: 12 ευρώ / Μειωμένο (άνω των 65, Φοιτητές): 10 ευρώ / ΑΜΕΑ, ΑΤΕΛΕΙΕΣ, ΑΝΕΡΓΟΙ: 5 ευρώ.
Προπώληση:
https://www.ticketservices.gr/event/theatro-tis-imeras-prodosia-harold-pinter/ 

Κρατήσεις εισιτηρίων: 6944 462456 (11.00 - 14.00), 6937 194058 (14.00 - 16.00) και στο ταμείο του θεάτρου


Πηγή πρώτης δημοσίευσης: «Προδοσία» του Χάρολντ Πίντερ στο Θέατρο της Ημέρας