Στη μνήμη του δικού μας Αη-Γιώργη, καβαλάρη και σπαθοφόρου, που ξεψύχησε προδομένος δίνοντας τη στερνή του πνοή για την Ελλάδα, σαν σήμερα, ανήμερα της γιορτής του, στις 23 Απριλίου 1827.
Ο ΓΙΟΣ ΤΗΣ
ΚΑΛΟΓΡΙΑΣ
Μάνας τρελής απόκληρος, μπάσταρδος και χτικιάρης
στ’ Άγραφα, στην αϊτοφωλιά, ανίκητος μπροστάρης
αγριωπός, μαυριδερός, σίφουνας μανιασμένος
στον όλεθρο του τύραννου παντοτινά ταμένος
στη Ρούμελη της κλεφτουριάς ο πρωτοκαπετάνιος
δαίμονας καταχθόνιος, άγγελος επουράνιος
ίσκιος αλαφροπάτητος με το σπαθί στο χέρι
ορθός καβάλα στ’ άλογο, της λευτεριάς ξεφτέρι
λόγος κοφτός αθυρόστομος, ματιά καυτή, αστρίτης
αδίστακτος σ’ αποκοτιά, αίλουρος και πετρίτης
στ’ άδικο απροσκύνητος, του δίκιου του αφέντης
χιμούσε μέσα στη φωτιά, αψύς, αϊτός, λεβέντης
πάνω σε χιονοσκέπαστα απάτητα λημέρια
έστηνε νύχτα δόκανο στα φοβισμένα ασκέρια
η λευτεριά με το σπαθί δεν ξέρει παρακάλια
μονάχα στοίβα σα βουνό τα εχθρικά κεφάλια
ούτε λογιάζει αφεντικά ξενόφερτους προστάτες
μόνο σηκώνει το σταυρό σαν το Χριστό στις πλάτες
τα γκέμια αρπάζει ο σταυραϊτός και τ’ άτι του
φρουμάζει
και στη θωριά του ο χάροντας κρύβεται και δειλιάζει
ντουφέκι ρίχνει ύπουλο και του τρυπά τα σπλάχνα
μ’ αυτός στη μάχη ρίχνεται δίχως να βγάλει άχνα
ψυχορραγεί ο στρατηγός μα δεν του πρέπει κλάμα
στον κάτω κόσμο συντροφιά θα ‘χει το Μάρκο αντάμα
ο Διάκος σέρνει το χορό, ο Φλέσσας κι ο Τζαβέλας
απάνω στα τσακίσματα της άσπρης φουστανέλας
σα γίγαντες ορθώνονται και σαν πλατάνια σμίγουν
σκίζεται το στερέωμα, οι ουρανοί ανοίγουν
με μια φωνή για ν’ ακουστεί σ’ ανατολή και δύση
ξένου ποδάρι τούτ’ τη γης δε θα ξαναπατήσει.
© Δημήτρης Φιλελές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου