ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2025

Ματωμένος γάμος του Λόρκα στο Θέατρο Μοντέρνοι Καιροί

 

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα – Ματωμένος Γάμος

στο θέατρο «Μοντέρνοι Καιροί»

 

Θεατρική κριτική του Δημήτρη Φιλελέ

 



Η υπόθεση:

 

Ο «Ματωμένος Γάμος» του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα αποτελεί το πρώτο μέρος της θεατρικής τριλογίας της «ισπανικής υπαίθρου». Γράφτηκε το 1933 με αφορμή ένα έγκλημα σε μια πόλη της Ανδαλουσίας, για να ακολουθήσουν η «Γέρμα» (1934) και «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» (1936). Ο Λόρκα, με αριστοτεχνική γραφή μας μεταφέρει στη συντριπτική πραγματικότητα μιας εποχής κατά την οποία  η γυναίκα είναι πλήρως υποταγμένη και εξαρτημένη από τη βάναυσα ανδροκρατούμενη κοινωνία, ενώ, πιο εξειδικευμένα, εισδύει στα άδυτα της αποπνικτικής κοινωνίας που οριοθετείται από τη στενότητα –και τη στενομυαλιά– των μικρών απομακρυσμένων επαρχιακών κοινωνιών.  Μας περιγράφει με τα πιο ζοφερά χρώματα μια κοινωνία που είναι παραδομένη στις προκαταλήψεις, στην άρνηση των νόμων της φύσης, στην παράλογη απόρριψη της σάρκινης επιθυμίας, στον ορισμό του παράλογου ως λογικού. Και που όταν γίνεται η αναμενόμενη έκρηξη της αλήθειας, οι άνθρωποι –ακόμα και τότε– κοιτάζουν άναυδοι και εξακολουθούν να αποδίδουν το κακό στα όργανα και όχι στους ίδιους (Μ’ ένα μαχαίρι, μ’ ένα μαχαιράκι… στο χέρι μόλις που χωρά, αλλά που φτάνει μέχρι τις τρομαγμένες σάρκες και σταματά στο μέρος όπου κουβαριασμένη η μαύρη ρίζα τρέμει του βογκητού). Εθελοτυφλούν και αποδίδουν το κακό στη μοίρα, άβουλοι και αδύναμοι να αποδεχθούν ότι εκείνοι με τις πράξεις τους χτίζουν τη ζωή τους, ότι ο ίδιος ο άνθρωπος είναι η μοίρα του.

Χωρίς να ορίζεται ο χώρος ή ο χρόνος (αλλά εμφανώς υπονοείται η ισπανική επαρχία), μια μάνα που έχει ήδη χάσει τον σύζυγο και έναν της γιο από το εγκληματικό χέρι της οικογένειας των Φελίξ, δίνει την ευχή στον γιο της να παντρευτεί μια κοπέλα που υπήρξε στο παρελθόν αρραβωνιαστικιά του Λεονάρντο, συγγενή των Φελίξ και ήδη παντρεμένου με άλλη γυναίκα. Η είδηση του γάμου αναστατώνει τον Λεονάρντο, που ακόμα τρέφει αισθήματα για την κοπέλα. Ο γάμος κανονίζεται από τον πατέρα της νύφης και τη μητέρα του γαμπρού, αλλά ταυτόχρονα η κοπέλα μαθαίνει ότι ο Λεονάρντο εξακολουθεί να την επιθυμεί και τα βράδια ξενυχτά κάτω από το παράθυρό της. Ο παλιός έρωτας φουντώνει όταν οι δύο νέοι συναντιούνται και πάλι.

Η νύφη ζητάει από τον γαμπρό να την προστατέψει από όσα νιώθει, να την αποτραβήξει από τα αφόρητα αισθήματα που την κατακλύζουν, αλλά η προσπάθεια αποδεικνύεται μάταια. Λίγο πριν το γάμο η νύφη και ο Λεονάρντο το σκάνε, ο γαμπρός αποφασίζει να τον κυνηγήσει και να τον σκοτώσει και η μάνα οργανώνει τους καλεσμένους στην αναζήτηση του παράνομου ζευγαριού.

Στο δάσος που έχει καταφύγει το ζευγάρι, εμφανίζονται τρεις ξυλοκόποι (μοίρες) που συζητούν και αποκαλύπτουν ότι με το φως του φεγγαριού τίποτα δεν θα μείνει κρυφό. Το φεγγάρι φωτίζει το δάσος επιθυμώντας την τιμωρία των ανθρώπων που το έχουν εγκαταλείψει στη μοναξιά του. Ζητά εκδίκηση, αίμα ανθρώπινο, και συμφωνεί με μια ζητιάνα (προσωποποίηση του θανάτου) για τον αλληλοσκοτωμό των δύο ανδρών.

Μετά το φονικό η μάνα και η νύφη συναντιούνται. Η μάνα θεωρεί άτιμη τη νύφη της και θέλει να τη σκοτώσει. Όμως η σπαρακτικά αληθινή απολογία της νύφης την κάνει να αλλάξει γνώμη και να θρηνήσει μαζί της τον άδικο χαμό των δύο παλληκαριών.

 

Η παράσταση ως συνολική εικόνα:

 

Απολύτως επιτυχημένο είναι το εγχείρημα της μετάφρασης – της διασκευής και ιδιαίτερα ευρηματικό της σκηνοθεσίας του έργου από τον Κώστα Νταλιάνη, συνεπικουρούμενου από τη Νικολέτα Δογορίτη. Με προσοχή και σεβασμό μεταφέρει επί σκηνής τον ποιητικό και συμβολικό κόσμο του Λόρκα με σκηνοθετική λιτότητα, φροντίζοντας να αναδείξει τον ψυχισμό των ανθρώπων μέσα στα στενά όρια των συντηρητικών κοινωνιών, τις αναπότρεπτες συγκρούσεις που οδηγούν σε μικρόψυχες μοιραίες συμπεριφορές, το καταπιεστικό πλαίσιο που ωθεί τα άτομα σε  ανεπανόρθωτα λάθη, την ασυγχώρητη αντιπαλότητα της κοινωνίας απέναντι στα προστάγματα της φύσης. Με την επιλογή ενός λιτού αλλά πλήρως λειτουργικού σκηνικού, με τη σκηνογραφική υπογραφή του Αντώνη Χαλκιά, δημιουργείται εξαρχής μια αόρατη γέφυρα μεταξύ ηθοποιών και κοινού, η αμεσότητα του λόγου προκαλεί διέγερση των αισθήσεων των θεατών και συναισθηματική εμπλοκή σε όλη τη διάρκεια δράσης, καθώς η αίσθηση του χρόνου χάνεται μέχρι τη στιγμή που ανάβουν τα φώτα. Επιπλέον, αξιοσημείωτα στοιχεία είναι: οι εμβόλιμες στον πεζό λόγο ερμηνείες των τραγουδιών, το χορευτικό μέρος της παράστασης, τα αποσπάσματα από το «Έργα και Ημέρες» του Ησίοδου, που όλων η προσθήκη συμβάλλει στο συνολικό αισθητικό αποτέλεσμα. Αξίζει να αναφερθεί το δέσιμο της σκηνοθεσίας με τις ενδυματολογικές επιλογές της Βάνιας Αλεξάντροβα, την ατμοσφαιρική μουσική σύνθεση της Εβίτας Παπασπύρου και της Μάρως Λεσιώτη, τη χωρίς υπερβολές αλλά με στιβαρότητα χορογραφική επιμέλεια της  Μαρίας Μάργαρη, καθώς και το άριστο φωτιστικό αποτέλεσμα που επιμελήθηκε ο σκηνοθέτης. Το χειροκρότημα του τέλους απευθύνεται τόσο σε όσους εκτίθενται επί σκηνής, όσο και σε όσους έχουν εργαστεί στο παρασκήνιο για τη δημιουργία αυτού του άρτιου καλλιτεχνικού αποτελέσματος.

 

Οι ερμηνείες:

 

Η Εβίτα Παπασπύρου, ως ενσάρκωση της Μάνας, είναι συναρπαστικά πειστική και καθηλωτική μέχρι τέλους. Δεν φεύγει το βλέμμα του θεατή από πάνω της, καθώς οι εναλλαγή της τραχιάς  γυναίκας της υπαίθρου, της συζύγου και μάνας που η καρδιά της φλέγεται ασίγαστα από το τραύμα της απώλειας, αλλά και της τρυφερής μάνας που δίνει με πόνο ψυχής την ευχή της στον μοναδικό της γιο γεμίζουν υποκριτικά τη σκηνή, τόσο που δημιουργείται η πλήρης αίσθηση ότι απέναντι μας βρίσκεται μια γυναίκα που πράγματι έχει υποστεί όλα αυτά τα δεινά στη διάρκεια της ζωής της.

Η Φάνια Νταλιάνη, που υποδύεται τη Νύφη, αποκαλύπτεται στο κοινό ως ένα πλάσμα βασανισμένο όχι μόνο από το κοινωνικό πλαίσιο, αλλά και από την ανυπάκουη νεανική της καρδιά, που συνθλίβεται ανάμεσα στις κοινωνικές μυλόπετρες. Το κάλεσμα της φύσης αποδεικνύεται ανώτερο από τις κοινωνικές συμβάσεις και πληρώνει το τίμημα, που επί σκηνής αποδίδεται με τη σωματική αλλά και την ψυχική της ταλαιπωρία.

Επιπλέον, ένα ευχάριστο ξάφνιασμα είναι η μεταμόρφωσή της αλλά και η ερμηνεία της ως ζητιάνας, στο πρόσωπο της οποίας σχηματοποιείται ο θάνατος.

Ο Γιάννης Τσόρβας, ως Λεονάρντο, μεταφέρει επί σκηνής όλη την ταραχή του ανθρώπου που εξαιτίας των λαθεμένων επιλογών του συμπαρασύρει άθελά του όσους εμπλέκονται συναισθηματικά μαζί του.

Ο Χρήστος Ζαχάρωφ, ως Γαμπρός, υπηρετεί κατά τον καλύτερο τρόπο τον ρόλο του ανθρώπου που βρίσκεται χωρίς δική του ευθύνη στο μάτι του κυκλώνα και οφείλει, με βάση τα κοινωνικά στερεότυπα. να υπερασπιστεί την τιμή του.

Η Σιλβάνα Σοντίνι, σύζυγος του Λεονάρντο, είναι ένα πλάσμα αέρινο, πλήρως υποταγμένο στη μοίρα του. Στο πρόσωπό της ζωγραφίζεται η μόνιμη θλίψη και σε κάθε της κίνηση υποδηλώνεται η απογοήτευση και η αβεβαιότητα.

Εξαιρετική, επίσης, η μεταμόρφωσή της ως Φεγγάρι, μια εύθραυστη σαν διάφανη φιγούρα, που επειδή οι άνθρωποι την κρατούν σε απόσταση, ζητά να πάρει χρώμα από το ανθρώπινο αίμα.

Ο Μίλτος Δημουλής, στον ρόλο του Πατέρα της Νύφης, εκπροσωπεί με επιτυχία το ανδρικό πρότυπο μιας άλλης σκληρής εποχής, που ενδιαφέρεται για απογόνους που θα δαμάσουν τη γη, ενώ ταυτόχρονα εμφανίζεται διαλλακτικός στην αντιμετώπιση κάθε έριδας που βάζει σε κίνδυνο τις κοινωνικές ισορροπίες.  

Η Αγγελική Λυμπεροπούλου, ως Γειτόνισσα επί σκηνής, μεταφέρει με χαρακτηριστική ερμηνευτική ευχέρεια τα σχόλια του κοινωνικού μικρόκοσμου που προσπαθούν να εισχωρήσουν από τις χαραμάδες των σπιτιών και να δημιουργήσουν κινητικότητα στο τέλμα της αβάσταχτης καθημερινότητας.

Εντυπωσιακή η μεταμόρφωσή της σε μια από τις Τρεις Μοίρες που παρεμβαίνουν και ορίζουν -αν το ορίζουν- το πεπρωμένο των ανθρώπων.

Η Μαρία Κολοκυθά, ως Υπηρέτρια και μία από τις Μοίρες, και η Ευγνωσία Σοφιανίδου, ως Πεθερά/ Κοριτσάκι και μία από τις Μοίρες, αποτελούν μια ακόμα ευχάριστη έκπληξη της παράστασης. Οι ερμηνείες αμφοτέρων στο αψευδές θεατρικό σανίδι αξιοπρόσεκτες, ενώ παράλληλα με απόλυτη συνέπεια και ευαισθησία επωμίζονται με το μεγαλύτερο μέρος των τραγουδιών της παράστασης. 

 

Η ταυτότητα της παράστασης

 

Συγγραφέας: Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

Μετάφραση – Διασκευή – Σκηνοθεσία: Κώστας Νταλιάνης

Σκηνογραφία: Αντώνης Χαλκιάς

Κοστούμια: Βάνια Αλεξάντροβα

Μουσική σύνθεση: Εβίτα Παπασπύρου – Μάρω Λεσιώτη

Μουσική επιμέλεια: Κώστας Νταλιάνης

Χορογραφίες / Επιμέλεια κίνησης: Μαρία Μάργαρη

Φωτισμοί: Κώστας Νταλιάνης

Βοηθός Σκηνοθέτη: Νικολέτα Δογορίτη

 

Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί:

Μάνα: Εβίτα Παπασπύρου

Νύφη: Φάνια Νταλιάνη

Λεονάρντο: Γιάννης Τσόρβας

Γαμπρός: Χρήστος Ζαχάρωφ

Γυναίκα του Λεονάρντο: Σιλβάνα Σοντίνι

Πατέρας της Νύφης: Μίλτος Δημουλής

Γειτόνισσα: Αγγελική Λυμπεροπούλου

Υπηρέτρια: Μαρία Κολοκυθά

Πεθερά/ Κοριτσάκι: Ευγνωσία Σοφιανίδου

Ξυλοκόποι-Μοίρες: Αγγελική Λυμπεροπούλου, Μαρία Κολοκυθά, Ευγνωσία Σοφιανίδου

Φεγγάρι: Σιλβάνα Σοντίνι

Ζητιάνα: Φάνια Νταλιάνη

 

Θέατρο «Μοντέρνοι Καιροί»

Δαμοκλέους 8, Αθήνα 118 54 (Γκάζι)

Τηλέφωνα: 210 3470 670, 693 2454 812, 698 1712 406

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Σάββατο και Κυριακή στις 9μ.μ.

Διάρκεια έργου: 1:40 χωρίς διάλειμμα

Εισιτήρια: Ματωμένος γάμος | Εισιτήρια online! | More.com και στο ταμείο του θεάτρου.


Πηγή πρώτης δημοσίευσης: ✩ Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα «Ματωμένος Γάμος» στο θέατρο «Μοντέρνοι Καιροί» • Fractal



Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2025

Κριτική βιβλίου "Χρήστος Βασιλακάκης" του Χαράλαμπου Μοσχόβη

 

«Με πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις του βιογραφούμενου»

Γράφει ο Δημήτρης Φιλελές //

 

 

Χαράλαμπος Μοσχόβης «Βασιλακάκης Χρήστος – Ο πολιτικός, ο λογοτέχνης, ο οικονομολόγος» ιδιωτική έκδοση, Αθήνα, 2022

 

Κάθε βιβλίο, επιστημονική μελέτη ή λογοτεχνικό πόνημα, για μικρούς αναγνώστες ή ενήλικο αναγνωστικό κοινό, έχει το δικό του ειδικό βάρος. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο δημιουργός του, για να φτάσει στην –έντυπη ή ψηφιακή στις μέρες μας– αποτύπωση της ιδέας του, διαβαίνει κατ’ ανάγκη από τα δύσβατα μοναχικά μονοπάτια της γραφής. Άρα, αυτοδίκαια φέρει τον τίτλο του συγγραφέα.

Ο Χαράλαμπος Μοσχόβης, με κίνητρο την αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα του και την πολιτισμική ιστορία του τόπου του, του Μεσότοπου της Λέσβου, χωρίς να διεκδικεί συγγραφικές δάφνες, από φιλοπερίεργος ερευνητής μεταμορφώνεται σε βιογράφο–συγγραφέα. Συλλέγει με υπομονή και επιμονή της ψηφίδες της ζωής μιας πολυσχιδούς φυσιογνωμίας του (μικρασιατικού) Ελληνισμού, ενός κοσμοπολίτη Έλληνα του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, του Χρήστου Βασιλακάκη, μέσα από συνεντεύξεις και κειμήλια των απογόνων του και προσωπική έρευνα στοιχείων που μπορούν να ανιχνευθούν σε διάφορες πηγές.

Έτσι καταλήγει συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο «Χρήστος Βασιλακάκης – ο πολιτικός, ο λογοτέχνης, ο οικονομολόγος». Ανασύροντας στην επιφάνεια εικόνες και μαρτυρίες από το παρελθόν, ανακαλύπτοντας στοιχεία της ζωής και του έργου του ανθρώπου, με πλούσιο φωτογραφικό υλικό και ηχητικές καταγραφές, ο Μοσχόβης ζωντανεύει όχι μόνο ένα άτομο, αλλά μια ολόκληρη εποχή των Ελλήνων της Λέσβου και της αντίπερα μικρασιατικής ελληνικής πολιτείας, της Σμύρνης.

Γιατί ο Βασιλακάκης, από την εφηβεία του ακόμα, ανοιχτόμυαλος και φιλομαθής, παίρνει τολμηρές αποφάσεις, δραστηριοποιείται σε διάφορους τομείς και μεριμνά τόσο για την προσωπική του ανέλιξη όσο και για ένα καλύτερο μέλλον για τον τόπο του. Σε όλη αυτή τη διαδρομή, βέβαια, καθοριστικός είναι ο ρόλος της πατρικής του οικογένειας, που του εξασφαλίζει την ποιότητα ζωής αλλά και το αξιοσέβαστο όνομα στην ραγδαία ανερχόμενη ελληνική κοινότητα της Σμύρνης. Εκείνο που απομένει να κάνει είναι να διατηρήσει τον σεβασμό και την υπόληψη της οικογενειακής του παράδοσης – και αυτό πράττει διά βίου.

Ο Βασιλακάκης, ένθερμος πατριώτης, με καταγωγή από ένα νησί ελληνικό σκλαβωμένο στους Τούρκους, ζώντας σε μια ακμάζουσα ελληνική κοινωνία με τον διαρκή φόβο της τουρκικής απειλής, ξεκινά την ενασχόληση με τη δημοσιογραφία, ενώ παράλληλα μορφώνεται, γίνεται άριστος οικονομολόγος και δραστηριοποιείται με επιτυχία στον εμπορικό κλάδο. Δημιουργεί οικογένεια και μετεγκαθίσταται στην ασφαλή Αθήνα με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Κάνοντας, όμως, μια τόσο έντονη ζωή, δεν παραλείπει να ασχολείται με τη λογοτεχνία· ποίηση, πεζογραφία, θεατρικά κείμενα, μυθιστορήματα με κοινωνικές προεκτάσεις, δημοσιεύσεις σε περιοδικά της εποχής, γραφή στην καθαρεύουσα, αλλά και φιλική σχέση με τον Αλέξανδρο Πάλλη και τον Βλάση Γαβριηλίδη. Πολυπράγμων, λοιπόν, όχι μόνο στην επαγγελματική αλλά και στην προσωπική και την πολιτική του ζωή.

Ζώντας σε μια εποχή πολεμικών συρράξεων και επαναστατικών κινημάτων με παραλληλία εθνοτικών διαφορών που άλλαξαν όχι μόνο τον ευρωπαϊκό χάρτη αλλά και τις ανθρώπινες σχέσεις σε τοπικό αλλά και πανευρωπαϊκό επίπεδο, τον ωθεί στην απόφαση να ασχοληθεί με την πολιτική.

Το «μικρόβιο» της πολιτικής και οι ιδέες του Ελευθέριου Βενιζέλου τον γοητεύουν και τον ακολουθεί στο μεγαλόπνοο όραμά του για μια μεγάλη Ελλάδα, που με την υποστήριξη των Αγγλογάλλων θα είχε ρυθμιστικό ρόλο στην ευαίσθητη και εύφλεκτη περιοχή της ανατολικής και νοτιοανατολικής Μεσογείου. Γιατί με την πολιτική του διορατικότητα, την ευρυμάθεια και την ευρύτητα των πνευματικών του οριζόντων μπορούσε να διακρίνει μια μεγάλη αλήθεια: αν όχι η Ελλάδα, τότε ο ρόλος θα μετατοπιστεί στην Τουρκία. Άοκνες είναι οι προσπάθειές του για την ανάδειξη των ελληνικών θέσεων σε διεθνές επίπεδο και τη δικαίωση των προσφύγων που ξεριζώθηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες. Αποδεικτικό στοιχείο οι ομιλίες του στις Η.Π.Α. και στο Λονδίνο.

Διαπιστώνουμε, βέβαια, ότι λογοτεχνική χροιά και γλαφυρότητα έχουν και τα βαρυσήμαντα πολιτικά του κείμενα, ιδιαίτερα εκτός των συνόρων, για τους χειμαζόμενους ελληνικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας και της Θράκης. Σημαντική επίσης διαπίστωση από τον βίο και την πολιτεία του Βασιλακάκη είναι ότι ως εκλεγμένος βουλευτής, ως Νομάρχης Κυκλάδων και Κρήτης και ως απεσταλμένος της Ελλάδας για τη διεκδίκηση των δικαίων των Ελλήνων λειτουργεί ως ευπατρίδης με μόνιμο στόχο να ωφεληθεί ο τόπος του και όχι ο ίδιος – στάση που, δυστυχώς, σπάνια παρατηρούμε στην πολιτική αρένα από την εποχή του μέχρι τις μέρες μας. Είναι πιστός στη δημοκρατία αλλά και ειρηνιστής επαναστάτης που στρέφει όλες τις δυνάμεις του κατά του πολιτικού και οικονομικού δεσποτισμού, γιατί γνωρίζει καλά ότι μόνο η άρση των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων μπορεί να μας οδηγήσει στην επιθυμητή πρόοδο σε συνθήκες ειρηνικής συμβίωσης. Χαρακτηριστική είναι η θέση του υπέρ της ισοπολιτείας των δύο φύλων και η υποστήριξη αυτού του κοινωνικού αιτήματος το 1920.

Η οξυδερκής φυσιογνωμία του Χρήστου Βασιλακάκη είναι διάχυτη στο έργο του. Διαβλέπει τους κινδύνους για τα ελληνικά συμφέροντα, εντοπίζει και κατονομάζει τις πηγές τους και προτείνει λύσεις. Επιλεκτικά αναφέρω δύο στοιχεία γι’ αυτό το τόσο σημαντικό ζήτημα:

Πρώτο: Στο έργο του με τίτλο «Παγγερμανισμός» (Αθήνα, 1916) βλέπει τον κίνδυνο για την Ευρώπη και την Ελλάδα που προέρχεται από την καλλιέργεια και την επικράτηση της ιδεολογίας ότι η Γερμανία είναι προορισμένη να υποδουλώσει όλα τα μικρότερα έθνη για να κυριαρχήσει στον κόσμο. Αξίζει να σημειωθεί ότι την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο, η Γερμανία είχε ήδη υποκινήσει έναν παγκόσμιο πόλεμο και περίπου δυο δεκαετίες αργότερα θα ήταν υπεύθυνη για το μεγαλύτερο αιματοκύλισμα της ανθρωπότητας. Χωρίς να λησμονούμε ότι και στις μέρες μας είναι επικεφαλής του οικονομικού πολέμου για την υποδούλωση ή τη φτωχοποίηση του ευρωπαϊκού νότου.

Δεύτερο: Η πολιτική του τοποθέτηση για τη σημασία της δημιουργίας αρραγούς μετώπου των βαλκανικών χωρών, πράγμα που θα απαγόρευε τη δημιουργία προγεφυρωμάτων των Γερμανών στα Βαλκάνια, όπως η διαχρονικά φιλικά προσκείμενη Βουλγαρία, για τη διευκόλυνση της συνεργασίας της με την Τουρκία. Και όλοι γνωρίζουμε –επειδή αυτό το όραμα ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε– πόσο η έλλειψη αυτού του μετώπου έχει αποβεί σε βάρος του ελληνικού λαού και για πόσες ελληνικές ψυχές έγιναν άξενο μνήμα τα χώματα στα βάθη της Τουρκίας.

Παράλληλα, δεν παύει ποτέ να υπενθυμίζει τον κίνδυνο που προέρχεται από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλιστές και με κάθε ευκαιρία στιγματίζει τις θηριωδίες τους κατά των χριστιανικών πληθυσμών – όχι μόνο των Ελλήνων αλλά και των Αρμενιών.

Το 1932, όμως, ο Βασιλακάκης αποσύρεται οριστικά από την πολιτική απογοητευμένος από τη μικροψυχία της ίδιας του της πολιτικής παράταξης, βλέποντας να θυσιάζονται τα οράματα στον βωμό των μικροκομματικών συμφερόντων και αφιερώνεται στη συγγραφή – ενέργεια που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως αποτοξίνωση.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι η λογοτεχνική δράση του Βασιλακάκη έχει ξεκινήσει από πολύ νωρίς, μιας και συναντάμε πεζά και ποιητικά του έργα με ποικίλο περιεχόμενο σε εφημερίδες, περιοδικά και ημερολόγια (π.χ. Ημερολόγιον Σκόκου κ.ά) από τις αρχές του 20ου αιώνα.

Αυτές και άλλες σημαντικές πληροφορίες μας προσφέρονται για τη ζωή και το έργο ενός σημαντικού ανθρώπου, όπως μας τον παρουσιάζει ο Χαράλαμπος Μοσχόβης. Με ερευνητική συνέπεια και επιμέλεια μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου ερχόμαστε σε επαφή με μια ιστορική, πολιτική, λογοτεχνική, αλλά και εθνογραφική προσέγγιση, όχι μόνο μέσα από την προσωπικότητα ενός ατόμου, αλλά και μέσα από τη σκιαγράφηση της ελληνικής κοινωνίας σε μια κρίσιμη καμπή της ευρωπαϊκής ιστορίας. Ενισχυτική της ποιότητας αλλά και της αξίας του όλου εγχειρήματος είναι η διασύνδεση του πλούσιου φωτογραφικού υλικού με τα κείμενα του βιβλίου –πολλές φορές πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις του βιογραφούμενου– και με τις ιδιαίτερα χρήσιμες και διευκρινιστικές υποσημειώσεις.

Πρόκειται για ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί με ιδιαίτερη προσοχή, γιατί μέσα από τις σελίδες του μπορούμε να σχηματίσουμε μια κατά το δυνατό αντικειμενική εικόνα της ελληνικής πραγματικότητας περίπου εκατό χρόνια πριν, που μας οδήγησε στην Ελλάδα του σήμερα. Ομοιότητες, διαφορές, συμπτώσεις, λάθη και παραλήψεις, άνοδοι και πτώσεις, συνθέτουν το αίνιγμα που οι άνθρωποι ως μέλη και οι κοινωνίες ως ολότητες καλούνται να απαντήσουν. Έτσι, ο αναγνώστης μπορεί να γίνει, εν δυνάμει, κοινωνός ενός ενδιαφέροντος και διδακτικού ταξιδιού.

 

 

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

 

 

Ο Χαράλαμπος Μοσχόβης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1962 και μεγάλωσε στη Νέα Ιωνία. Σπούδασε στη Φαρμακευτική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Από το 1991 διατηρεί δικό του φαρμακείο στη Νέα Ιωνία. Εδώ και πολλά χρόνια ασχολείται ερευνητικά με τη μουσική και τη λαογραφία της Λέσβου, τόπου καταγωγής του. Αρθρογραφεί σε περιοδικά και εφημερίδες επιστημονικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Έχει γράψει τρία βιβλία. Το τρίτο και πιο πρόσφατο βιβλίο του είναι: «Χρήστος Βασιλακάκης – ο πολιτικός, ο λογοτέχνης, ο οικονομολόγος». Είναι έγγαμος και πατέρας δύο παιδιών.


Πηγή πρώτης δημοσίευσης: "Χρήστος Βασιλακάκης" του Χ. Μοσχόβη