ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Κυριακή 22 Αυγούστου 2010

ΟΣΑ ΒΛΕΠΕΙ Η ΨΥΧΗ...

Στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Πρέβεζας φιλοξενούνται από τις 14 μέχρι και σήμερα 24 Αυγούστου, νύχτα πανσέληνου, οι εικαστικές δημιουργίες του αυτοδίδακτου ζωγράφου Ζώη Σάνη με θέμα «Όσα βλέπει η ψυχή». Κυρίαρχο στοιχείο η ένταση των χρωμάτων με άμεση πρόκληση συναισθηματικής φόρτισης, η ρευστότητα των σωματικών απεικονίσεων και οι ρωγμές που συνειδητά προκάλεσε ο καλλιτέχνης όχι μόνο προδιαθέτοντάς μας για την αίσθηση του φθαρτού αλλά και προσθέτοντας στα έργα του τρίτη διάσταση σε μια προσπάθεια συνδυασμού, όπως επιθυμούσε, της γλυπτικής με τη ζωγραφική.

Με φανερές επιδράσεις από τη μελέτη σημαντικών Ελλήνων ζωγράφων όπως ο Παρθένης, ο Μπουζιάνης και ο Παπαλουκάς, ο Σάνης επιχειρεί να χαράξει τη δική του εξπρεσιονιστική πορεία, να δώσει το δικό του στίγμα άλλοτε προσθέτοντας και άλλοτε αφαιρώντας τεχνικά στοιχεία δίνοντας τον πρώτο λόγο στο χρώμα. Αφήνεται σε ό,τι αισθάνεται, το απελευθερώνει και του επιτρέπει να κυλήσει κυριολεκτικά πάνω στον καμβά με αδρές γραμμές.

Ας ακολουθήσουμε μια σύντομη αλλά περιεκτική διαδρομή κάποιων έργων με επιλογή του ίδιου του καλλιτέχνη.

« Ύπνος »
Μια ανθρώπινη φιγούρα τυλιγμένη σε μιαν άχλη συνεχούς ροής κινούμενη ανάμεσα στο πράσινο και στο κόκκινο, στην αντίθεση της ηρεμίας και της έντασης.

« Άτιτλο »
Πολλαπλές μορφές προσώπων, ίσως, αποτυπωμένες με ζεστούς χρωματικούς τόνους με έντονες μαύρες ρωγμές στη θέση των ματιών. Ή, μήπως, αλλεπάλληλες ανθρώπινες καρδιές με ρωγμές συμβολικές των ανθρώπινων παθών και παθημάτων;

« Ελληνικό Τοπίο »
Η καταγραφή του χώρου περιτριγυρισμένου από ένα κύκλο. Πάλι το πράσινο και το κόκκινο, πάλι παρούσα η αντίθεση, η εναλλαγή των συναισθημάτων. Στο κέντρο, η ανθρώπινη παρουσία τυλιγμένη σε λευκό φως. Έντονη τάση αναγέννησης, αναμόρφωσης, ανάτασης.

« Νύμφη »
Πλάσμα της φαντασίας τυλιγμένο σε ένα αισθαντικό μοβ μας γυρίζει την πλάτη και απομακρύνεται όπως τα άπιαστα όνειρα και οι επιθυμίες που ενδόμυχα γνωρίζουμε πως ποτέ δε θα βιώσουμε καταγράφοντας την έντονη αίσθηση μιας ιδιόμορφης απώλειας.

« Αντικατοπτρισμοί »
Ένας λευκός ογκόλιθος έξω από το χώρο και το χρόνο γεμάτος ρωγμές. Παρά το μέγεθος του δεν προκαλεί το προσδοκώμενο δέος αλλά την έλξη, γιατί πάνω του είναι διάχυτη η καθαρότητα και η φωτεινότητα. Είναι η ψυχή και τα σημάδια της, είναι το παράδοξο της αδιάκοπης φθοράς της χαμένης αθωότητας.

Ένας κύκλος συναισθημάτων ολοκληρώνεται και τη θέση του περιμένει να πάρει ένας άλλος, καινούριος, απρόσμενος, ανεπανάληπτος, με δική του αρχή και προδιαγεγραμμένο άφευκτο τέλος.

Κυριακή 15 Αυγούστου 2010

ΜΕΤΑ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Γυρίζοντας το ρολόι του χρόνου περίπου τρεις δεκαετίες πίσω, φέρνω στη μνήμη μου τους πρώτους μουσικούς του δρόμου που έκαναν δειλά δειλά την πρώτη τους εμφάνιση σε κεντρικούς σταθμούς του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου της Αθήνας και ιδιαίτερα στην Ομόνοια, στο Μοναστηράκι και στη Βικτώρια. Ο περισσότερος κόσμος τους θεωρούσε επαίτες αν και κανένας απ’ αυτούς δε ζητούσε χρήματα πέρα απ’ το μικρό κουτάκι που υπήρχε στα πόδια του για να ρίχνουν οι περαστικοί «ό,τι έχουν ευχαρίστηση». Κι είναι αλήθεια πως η παρουσία τους μόνο ευχαρίστηση μπορούσε να προκαλέσει αφού γύρω τους συγκεντρωνόταν συνήθως ευάριθμο πλήθος για αρκετή ώρα.

Η πιο χαρακτηριστική φιγούρα ήταν ένας αόμματος ακορντεονίστας, πασίγνωστος στους περίοικους του αθηναϊκού κέντρου, που σύχναζε στις υπόγειες διαβάσεις της Ομόνοιας και, εκμεταλλευόμενος τη στεντόρεια φωνή του και τη δεξιοτεχνία του, τραγουδούσε επιτυχίες του αείμνηστου Στέλιου Καζαντζίδη με τέτοιο τρόπο που ήταν κυριολεκτικά αδύνατο να προσπεράσεις αδιάφορα αυτό το εκρηκτικό μείγμα. Και βέβαια, όσο ο ήχος των κερμάτων παρεμβαλλόταν ανάμεσα στις νότες τόσο η ένταση του αυτοδίδακτου οργανοπαίχτη και η συγκίνηση του κοινού κορυφώνονταν.


Από τότε κύλησαν πολλά χρόνια και πολλά άλλαξαν γύρω μας. Ο ελεύθερος χρόνος μειώθηκε κατακόρυφα, οι άνθρωποι της πόλης τρέχουν να προλάβουν όσα συνήθως δεν προλαβαίνουν τελικά, τα συναισθήματα μπήκαν σε δεύτερη (επιεικώς) μοίρα και η μουσική βιομηχανία προκαθορίζει το είδος της μουσικής που θα ακούσουμε, για πόσο καιρό θα το ακούσουμε, και ποιοι αδαείς και άφωνοι θα ταλαιπωρήσουν ηχητικά και εκφραστικά τα αυτιά μας, το νευρικό μας σύστημα και την αισθητική μας εν γένει.

Είναι λοιπόν λογικό ο χώρος για τους νέους μουσικούς να στενεύει ακόμη περισσότερο, ιδιαίτερα όταν έχουν να προτείνουν νέες απόψεις που δεν συνάδουν με τις εμπορικές βλέψεις και απαιτήσεις του όλου συστήματος. Και είναι ακόμη λογικότερο όλοι αυτοί οι άνθρωποι να βρίσκουν «στέγη» στα κεντρικά σημεία της πρωτεύουσας δίνοντας το δικό τους μουσικό στίγμα σε όσους επιθυμούν να δώσουν χώρο και χρόνο στη διαφορετικότητα και στην ποιότητα.


Στους πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας παράγεται καθημερινά πλέον πολιτισμός. Από την Πλατεία Θησείου μέχρι την Πλατεία Συντάγματος οι ήχοι διαφορετικών οργάνων, μουσικών επιλογών αλλά και προέλευσης διαδέχονται ο ένας τον άλλο δίνοντας ένα ξεχωριστό χρώμα στο πιο πολύβουο κομμάτι της πόλης. Μουσικοί εγχώριοι και αλλοδαποί, κατά μόνας ή δημιουργώντας μικρές μπάντες προσφέρουν ιδιαίτερο άκουσμα και θέαμα σε όλους ανεξαιρέτως. Οι νότες του μοναχικού σαξοφωνίστα από τη βόρεια Ευρώπη ανταμώνουν με το μεταλλικό ήχο των χάλκινων πνευστών των Βαλκανίων, οι κλασσικές συνθέσεις που εκπέμπονται από το βιολί και το φλάουτο συναντιόνται με τα ξύλινα πνευστά, τα μικροσκοπικά έγχορδα και τα κρουστά των Περουβιανών μουσικών, οι συγχορδίες του ακορντεόν εναλλάσσονται με τον ηλεκτρικό ήχο μιας κιθάρας.


Αλλά και όταν πέφτει το βράδυ, οι έντονες συζητήσεις των θαμώνων των ευάριθμων μεζεδοπωλείων του κέντρου της Αθήνας συχνά διακόπτονται από το γλυκό κλάμα του κλαρίνου προκαλώντας ιδιαίτερα συναισθήματα στους καταγόμενους από την ηπειρωτική Ελλάδα.


Τελικά, η πόλη μας μπορεί να μην επαληθεύει το στίχο του παλιού τραγουδιού «Αθήνα διαμαντόπετρα της γης το δαχτυλίδι», δεν είναι όμως και τόσο άσχημη αν έχουμε διάθεση να ανακαλύψουμε και να διατηρήσουμε τις όμορφες όψεις της.

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2010

ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΦΑΝΗΣ ΛΙΟΥΠΑ

Στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Πρέβεζας εκθέτει τις εικαστικές δημιουργίες της η Φανή Λιούπα μέχρι τις 6 Αυγούστου. Με μια πρώτη ματιά στο χώρο, ο επισκέπτης αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για μια πολυθεματική παρουσίαση έργων τέχνης που δε διευκολύνει το μάτι να εστιάσει εύκολα στα θέματα και στην αφορμή από την οποία προέκυψαν. Χρειάζεται, λοιπόν, μια πιο προσεκτική προσέγγιση και μια επιπλέον ερμηνεία από την ίδια τη δημιουργό, μια σεμνή παρουσία που κινείται με πολύ μεγάλη διακριτικότητα στο χώρο και με λόγο λιτό, μεστό και κατανοητό σε εξοικειώνει όχι μόνο με τα έργα της αλλά και με το νόημα της τέχνης στην καθημερινότητά της.
Συμπυκνώνω σε μερικές μόνο προτάσεις το στίγμα του ανθρώπου και του καλλιτέχνη : Είναι η πρώτη φορά που εκθέτει μετά από παρότρυνση φίλων της. Η επιλογή των έργων έγινε έτσι, ώστε να δείξει τις διαφορετικές φάσεις από τις οποίες περνά η δουλειά της αλλά και εκείνη ως άνθρωπος. Τα θέματά της προκύπτουν μέσα από διάφορα ερεθίσματα μέσα από διαρκή αναζήτηση. Ζωγραφίζει καθημερινά γιατί εξασκώντας την τεχνική φτάνει στην πιο ολοκληρωμένη έκφραση της τέχνης. Λόγος ήρεμος, σταθερός, εκ των έσω.
Κάνω μια δεύτερη ανάγνωση του χώρου, διακρίνω καλύτερα τις ενότητες επιχειρώντας ταυτόχρονα να ανιχνεύσω τις γενεσιουργές αιτίες κάθε έργου. Θέλω όμως να κάνω ένα βήμα παραπέρα. Ζητώ να φωτογραφίσω τα έργα που η ίδια η δημιουργός τους θα προτιμούσε περισσότερο να αναδείξει. Επιλογή σύντομη και αβίαστη, διαδικασία απλή, νέα ερωτήματα, νέες απαντήσεις και πάλι από πολύ βαθιά.

Δυο μικρών διαστάσεων πίνακες που απεικονίζουν ανοιγμένα ρόδια πάνω σε παλιές δαντέλες. Η αίσθηση της παράδοσης που υποχωρεί. Η τέχνη της γιαγιάς που απαξιώνεται από το σύγχρονο τρόπο ζωής και κινδυνεύει να χαθεί οριστικά. Η αντίσταση του καλλιτέχνη σε όποια προσπάθεια αποκοπής από τις ρίζες του.


Ένα φανάρι αναμμένο κάτω από ένα μαντρότοιχο. Η αναζήτηση, ο εντοπισμός και η ανάδειξη του παράδοξου στη ζωή μας. Το απρόσμενο που πάντα γεννά απορίες, ενδεχομένως δίνει αφορμή για νέους διαλόγους για να προκύψουν ίσως νέα συμπεράσματα. Ένας άλλος τρόπος ίσως για να πάψουμε να γινόμαστε αβασάνιστα αφοριστικοί θεωρώντας πως υπάρχει μόνο ό,τι εμείς γνωρίζουμε.
Τα πόδια, αυτό που δε φαίνεται... Εκφραζόμαστε με το βλέμμα, με τις κινήσεις των χεριών, με τη γλώσσα του σώματος, αλλά δε βλέπουμε, δεν προσέχουμε τα πόδια που αποτελούν το απαραίτητο στήριγμα σε κάθε διαδικασία, δίνοντας δυνατότητα κίνησης και μετακίνησης ζώντας τα ίδια στην αφάνεια.
Οι βάρκες, το ταξίδι... Η ανάγκη της αναζήτησης, της εξερεύνησης, της ανακάλυψης νέων γνώσεων, η ικανοποίηση της μόνιμα ανικανοποίητης περιέργειας... Άλλοτε πάλι η φυγή, η αναχώρηση, η απομάκρυνση απ’ ό,τι βαραίνει και φυλακίζει την ανθρώπινη ψυχή... Κι άλλοτε το ταξίδι για το ταξίδι, για μια γεμάτη εμπειρίες διαδρομή...
Ολοκληρώνοντας την εικαστική μας περιήγηση, δυο ζωγραφικά έργα με μονογραμμή. Μα τι άλλο, η πορεία της ζωής. Η πορεία κάθε ύπαρξης στο χώρο και στο χρόνο που όλα μπορούν να συμβούν και τα πάντα συμπεριλαμβάνονται. Τίποτε δε μπορεί να θεωρηθεί έκπληξη ή απίθανο για οποιονδήποτε. Για να είμαστε όλοι ανεξαιρέτως προετοιμασμένοι για όλα κάθε στιγμή.

Συμφωνούμε να σταματήσουμε εδώ. Σε διαφορετικό χώρο και χρόνο θα συνεχίσουμε ένα ταξίδι που μόλις τώρα ξεκινά...

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2010

ΤΑ ΑΠΟΜΕΙΝΑΡΙΑ ΤΟΥ 2004

Όταν η Αθήνα ανακηρύχθηκε διοργανώτρια πόλη των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, είναι αλήθεια πως δε συντάχθηκα την πλειοψηφία του αλαλάζοντος ετερόκλητου πλήθους που είχε πεισθεί πως έπρεπε να πλέει σε πελάγη ευτυχίας και να πετάει σε εθνικώς υπερήφανα σύννεφα. Αντίθετα, παρέμεινα σθεναρά αντίθετος με την ανάληψη μιας εμπορικής δραστηριότητας που θα υπερχρέωνε την ήδη υπερχρεωμένη χώρα μας και που είχε τόση σχέση με το ολυμπιακό πνεύμα όση και ο φάντης με το ρετσινόλαδο. Συνυπολογίζοντας ακόμη και το ότι αποτελεί ιδιαζόντως ειδεχθές οικονομικό έγκλημα να παρέχεις αφειδώς χρήματα σε ένα κράτος που η κυρίαρχη ιδεολογία των διαχειριστών του είναι το «άρπαξε να φας και κλέψε να ‘χεις», η μεγιστοποίηση της βιτρίνας και η απαξίωση των αξιών και των αξίων.


Γλύπτης : Θεόδωρος Παπαγιάννης - Βοηθός : Κ. Βουττιάς
Η Ολυμπιάδα λοιπόν έγινε, η διοργάνωση υπήρξε απόλυτα επιτυχημένη, τα τρωτά της πόλης κουκουλώθηκαν ικανοποιητικά για ένα περίπου δίμηνο και όταν το πανηγύρι τελείωσε, βρεθήκαμε και πάλι στην πραγματικότητα που όλοι γνωρίζαμε. Υπερκοστολογημένα έργα, υπερδιογκωμένο χρέος, ολυμπιακές εγκαταστάσεις σε εγκατάλειψη και η πόλη να ξεβράζει από τα σπλάχνα της όσα με μεγάλη επιμέλεια είχαμε φροντίσει να κρυφτούν.

Γλύπτης : Παρμακέλης
Επειδή όμως «ουδέν κακό αμιγές καλού» ή και το αντίστροφο, υπήρξαν και θετικές δραστηριότητες που η υψηλή ποιότητα και αισθητική τους δεν ήταν κατάλληλες για τα φώτα της δημοσιότητας. Όπως, για παράδειγμα, το Συμπόσιο Γλυπτικής που πραγματοποιήθηκε από το Δήμου Διονύσου τον Ιούλιο του 2004. Μια ομάδα σημαντικών Ελλήνων γλυπτών όπως ο Παπαγιάννης, ο Χουλιάρας, ο Κουτσούρης, ο Ρόκος και άλλοι προσέφεραν την εργασία και την τέχνη τους με συμβολική αμοιβή δημιουργώντας έργα σε μάρμαρο που θα μπορούσαν να κοσμήσουν κομβικά σημεία της πόλης.

Γλύπτης : Ρόκος - Βοηθός : Δ. Σκαλκωτός
Το θυμήθηκα τις προάλλες καθώς διέσχιζα την κεντρική λεωφόρο της περιοχής αντικρίζοντας το ένα και μοναδικό έργο του Θεόδωρου Παπαγιάννη που «εκτίθεται» στο πλάι του δρόμου και... όποιος δεν προσπερνά, το βλέπει... Έτσι μπήκα στον πειρασμό να μάθω την τύχη των υπόλοιπων έργων. Και επειδή ρωτώντας πας στην πόλη, η πληροφορία μου δόθηκε από τον φύλακα της πύλης των Λατομείων Διονύσου : «Στην απέναντι πλευρά του δρόμου, λίγο πιο πάνω λίγο πιο κάτω, υπάρχει ένας μαντρότοιχος και πίσω απ’ αυτόν μια άλλη μάντρα και μέσα σ’ αυτήν υπήρχαν κάποια έργα, αν εννοείς αυτά, αλλά αυτά είναι από παλιά και δεν ξέρω αν είναι ακόμα εκεί.»

Γλύπτης : Χαρίλαος Κουτσούρης
Και, ω του θαύματος, τα έργα βρίσκονται ακόμα εκεί! Πού θα μπορούσαν, άλλωστε, να πάνε με τόσο βάρος (κυρίως καλλιτεχνικό) που έχουν; Οι μαρμάρινοι όγκοι ακουμπισμένοι πάνω στα ξύλα που αρχικά τοποθετήθηκαν για να λαξευτούν από τους γλύπτες και τους βοηθούς τους, διάσπαρτοι σε μιαν αλάνα κι από μέσα τους να έχουν πλέον ξεπροβάλει οι μορφές και τα συμπλέγματα που έφερε στο φως η σμίλη των καλλιτεχνών. Βρέθηκα κυριολεκτικά μέσα σ’ έναν κήπο με αγάλματα και δεν ήξερα ποιο να πρωτοθαυμάσω και για ποιο να πρωτολυπηθώ που δε βρίσκεται στη σωστή του θέση, σε ένα κεντρικό σημείο της δύσμορφης πόλης που ζούμε, μήπως και κάποιοι αγχωμένοι νεοέλληνες καταφέρουν να σταματήσουν μπροστά σε κάτι πραγματικά όμορφο.

Γλύπτης : Γ. Σταματόπουλος - Βοηθός : Στ. Τικέλλης
Ας ελπίσουμε πως μετά τον ζεστό μήνα Αύγουστο και μετά την επιστροφή των ιθυνόντων από τα λουτρά και μετά τη διεξαγωγή των δημοτικών εκλογών για την ανάδειξη νέων τοπικών αρχόντων, κάποιος θα βρεθεί να ενδιαφερθεί για την τύχη της ομορφιάς και της τέχνης που τόσο πολύ λείπει από την καθημερινότητά μας.