«Το δάσος» του David Mamet - Στο θέατρο ΕΛ.ΕΡ
Σε
σκηνοθεσία του Θοδωρή Αμπαζή
με
τη Δήμητρα Χατούπη και τον Δημήτρη Γκοτσόπουλο
Θεατρική κριτική του Δημήτρη Φιλελέ
Η υπόθεση:
Ένα εξοχικό σπίτι στο δάσος επιλέγει ο πολυπράγμων
Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας (και όχι μόνο) Ντέιβιντ Μάμετ για να στεγάσει
την αλληγορική συγγραφική του ματιά για την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων
σχέσεων. Ένα νεαρό ερωτευμένο ζευγάρι, σε μια απόδραση του Σαββατοκύριακου,
επιχειρεί να διασχίσει «Το δάσος», το δικό του δάσος των οικογενειακών
καταβολών, των προσωπικών αγκυλώσεων και των κοινωνικών προκαταλήψεων, για να
έρθει πιο κοντά, για να συναντηθεί και να σμίξει αξεχώριστα. Πόσο εύκολο είναι
όμως αυτό, πόσο εφικτό είναι να ενωθούν και να συνυπάρξουν δύο άνθρωποι στο
παρόν όταν ο ένας έχει το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν και ο άλλος στο μέλλον;
Όταν οι αναζητήσεις ακολουθούν διαφορετικές κατευθύνσεις, πώς μπορεί το ατομικό
στοιχείο να υποταχθεί και να εναρμονιστεί με τους κανόνες της συμβίωσης; Ποια
δύναμη είναι άραγε πιο ισχυρή και ασκεί τη μεγαλύτερη έλξη; Πόσο στ’ αλήθεια ο
σύγχρονος άνθρωπος επιθυμεί να κινηθεί προς την κατεύθυνση μιας κοινής πορείας,
να εγκαταλείψει το στατικό εγώ του για χάρη μιας εξελικτικής διαδρομής;
Είναι πυκνό και άγνωστο το «δάσος», μέσα στο οποίο
εκούσια μπαίνουμε. Είναι γεμάτο τρύπες, συναισθήματα κενά, που καραδοκούν να
μας καταπιούν, να μας σπρώξουν στην αδηφάγο χοάνη της θλίψης και της ψυχικής
συντριβής. Και εμείς καλούμαστε να χαράξουμε τα ασφαλή μονοπάτια που θα μας
οδηγήσουν στον προορισμό μας μοναχικά ή συντροφικά.
Πόσο συχνά στο πίσω μέρος του μυαλού των ανθρώπων η
κοινή ζωή και η κοινή στέγη είναι συνυφασμένη με την επικράτηση των απόψεων του
ενός, πράγμα που εκ των προτέρων είναι προάγγελος της διάστασης είτε εντός είτε
εκτός κοινής ζωής και στέγης;
Ποιοι λόγοι μας ωθούν ώστε ο κατ’ επιλογή σύντροφός
μας να είναι ταυτόχρονα ο χειρότερος εχθρός μας; Ή μήπως ο χειρότερος εχθρός
μας είναι ο ίδιος ο εαυτός μας, αφού τελικά δεν μπορούμε να τον συνταιριάξουμε
με τις προσωπικές επιλογές μας; Είμαστε έτοιμοι να δώσουμε τη δύσκολη μάχη της
συνύπαρξης ή συνειδητά προτιμάμε να φυγομαχήσουμε;
Μήπως, εν τέλει, ζούμε σε μια παράλληλη
πραγματικότητα, στην προσωπική μας μυθολογία, δημιουργώντας ένα εύθραυστο κέλυφος
που παρασάγγας απέχει από την αλήθεια και την ουσία της ζωής;
Η παράσταση ως
συνολική εικόνα:
Αρχής γενομένης από την άψογη απόδοση του κειμένου
στην ελληνική γλώσσα από την Έλσα Ανδριανού,
θεωρούμε αξιέπαινη και αξιοσημείωτη την «ελληνοποιημένη» εκφορά του λόγου, ώστε
ο θεατής να εξοικειώνεται αμέσως τόσο με το θέμα όσο και με τον χώρο που
διαδραματίζεται το έργο.
Ο Θοδωρής Αμπαζής έχει στα χέρια του το άριστο κειμενικό υλικό. Με τη
συνδρομή του Θάνου Ψαρρά και της Γωγώς
Μπόμπολα, εμπνέεται από την εσωτερικότητα του θεατρικού λόγου του Μάμετ και
οραματίζεται ένα παραμυθιακό-ονειρικό και παράλληλα συμβολικό σκηνικό μέσα στο
οποίο επιχειρούν να πραγματωθούν οι επιθυμίες δύο ανθρώπων που βλέπουν τον
κόσμο από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Το αλληγορικό περιβάλλον δρα ως
καταλύτης που επιτρέπει να αναδυθεί η διαφορετικότητά τους και να αποκαλυφθούν
οι χαρακτήρες γυμνοί, δίχως την προστασία του κοινωνικού προσωπείου.
Ο Θοδωρής
Αμπαζής εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο τη μουσική του παιδεία,
αναλαμβάνοντας και τη μουσική επένδυση του έργου. Σαν κελάρυσμα ρυακιού ηχούν
οι νότες που επιλέγει να συντροφεύουν την πλοκή, τόσο που ο θεατής έχει την
αίσθηση ότι πρόκειται για μια ακόμα –μη ορατή– παρουσία επί σκηνής. Παράλληλα,
οφείλουμε να επισημάνουμε ως ιδιαίτερα επιτυχημένη τη σύλληψη της μελοποίησης
στίχων του Oscar Wilde, που αποδίδονται μουσικά και φωνητικά από τη Βάσια Παππά, ως αρκούδα–σύμβολο του
περιβάλλοντος επί σκηνής, με τη διακριτική παρουσία και τη βελούδινη φωνή.
Η Νίκη
Ψυχογιού, συνεπικουρούμενη από τη
Ζωή Κελέση. μεταμορφώνει τη σκηνοθετική ιδέα σε πράξη. Από την πρώτη στιγμή
της εισόδου στην αίθουσα τα μάτια του θεατή μαγνητίζονται από την πρωτοτυπία
του σκηνικού. Με υλικά απροσδόκητα που αναδίδουν επιλεκτική νεωτερικότητα, τα
πάντα βρίσκονται στη σωστή θέση και αποδεικνύονται εξαιρετικά λειτουργικά σε
όλη τη διάρκεια της παράστασης.
Υποδειγματικοί όμως είναι και οι φωτισμοί του Γιώργου Αγιαννίτη. Είναι ένα τρυφερό
και συνάμα υποβλητικό παιχνίδισμα του φωτός με τις σκιές, που συνομιλεί
ακατάπαυστα με το θεατρικό δρώμενο και οι φωτεινές δέσμες συμπλέουν με τον κυματισμό
του ψυχισμού των ηρώων.
Οι ερμηνείες:
Η Δήμητρα
Χατούπη και ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος
ούτε «υποδύονται» ούτε «παίζουν» τους ρόλους, αλλά βυθίζονται στα άδυτα της
ψυχής των ηρώων και αναδύονται ως υπαρκτοί Ρουθ και Νικ που, με σάρκα και οστά
ενώπιόν μας, βιώνουν τις εμπειρίες αλλά και –κυρίως– τα τραύματα της υπαρξιακής αγωνίας.
Η Δήμητρα
Χατούπη (Ρουθ) είναι μια αιθέρια, λεπτεπίλεπτη αλλά και δυναμική γυναικεία
φιγούρα. Με άριστη τεχνική και μοναδική πειστικότητα μας παίρνει μαζί της στο
ταξίδι της αναζήτησης ισορροπίας μεταξύ λογικής και συναισθήματος. Είναι ένα
αεικίνητο ξωτικό με καθηλωτική συναρμογή κίνησης και φωνής, που δεν μπορείς να
πάρεις το βλέμμα από πάνω της ακόμα και στην ελάχιστη αλλαγή στη στάση του
σώματος, που προσαρμόζεις την ακοή σου στους τόνους της φωνής της για να
νιώσεις κάθε συναισθηματικό της τριγμό.
Ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος
(Νικ) εμφανίζεται ισοϋψής στο πλάι του θεατρικού μεγέθους της Δήμητρας Χατούπη. Άλλοτε ευαίσθητος και
άλλοτε αναποφάσιστος, γεμάτος φοβίες και εμμονές, εξωτερικεύει τον συναισθηματικό του κόσμο με
τις αλλεπάλληλες μεταπτώσεις και δημιουργεί άμεση επικοινωνία με τον θεατή μέσα
από το τρομαγμένο ή απορημένο βλέμμα και την παρακλητική κάποτε φωνή του, τις
συσπάσεις του σώματός του, αλλά και τη συνολική σκηνική παρουσία του. Είναι
σαφές ότι αποτελεί μία «ελπίδα» για το σύγχρονο ελληνικό θέατρο.
Συμπερασματικά: Αν οι θεατρόφιλοι επιζητούν την κυριολεξία της
φράσης «Πάμε θέατρο», τότε πρέπει οπωσδήποτε να παρακολουθήσουν αυτή την
παράσταση.
Η
ταυτότητα της παράστασης
Μετάφραση: Έλσα Ανδριανού
Σκηνοθεσία-Μουσική
Σύνθεση: Θοδωρής Αμπαζής
Σκηνογραφία,
Ενδυματολογία: Νίκη Ψυχογιού
Σχεδιασμός
Φωτισμού: Γιώργος Αγιαννίτης
Ερμηνεύουν:
Δήμητρα Χατούπη και Δημήτρης
Γκοτσόπουλος
Μουσικός
επί σκηνής: Βάσια Παππά
Φωτογράφιση: Ζαφείρω Βλάχου
Επικοινωνία: Νατάσα Παππά
Social
media: Κατερίνα Κυπραίου
Βοηθοί
σκηνοθέτη: Θάνος Ψαρράς, Γωγώ
Μπόμπολα
Βοηθός
σκηνογράφου: Ζωή Κελέση
Οργάνωση
και Εκτέλεση παραγωγής: Γιάννης
Γκουντάρας & Αλεξάν Σαριγιάν
Παραγωγή: Η Πάνδημος Ηώς
Υπό την αιγίδα και με
χρηματοδότηση του Υπουργείου Πολιτισμού
Πληροφορίες
παράστασης
Χώρος: Θέατρο ΕΛΕΡ (Φρυνίχου 10, Αθήνα | πλησίον σταθμού
μετρό Ακρόπολη)
Τηλέφωνο
ταμείου θεάτρου: +30 211 735
3928
Ημέρες
& ώρες παραστάσεων:
Τετάρτη, Πέμπτη,
Παρασκευή, Σάββατο στις 21:00 | Κυριακή στις 18:00
Παραστάσεις
μέχρι τις 13 Απριλίου.
Διάρκεια: 90 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)
Video
παράστασης: https://www.youtube.com/watch?v=1tNdhX6i6Qc
Τιμές
εισιτηρίων:
Κανονικό: 20€, Μειωμένο
(φοιτητικό, ΑμΕΑ, ανέργων, 65+): 15€, Ατέλεια: 10€
Προπώληση εισιτηρίων: TICKET SERVICES
• online: https://www.ticketservices.gr/event/theatro-eler-to-dasos-tou-david-mamet/?lang=el
•
τηλεφωνικά: 210 7234567
•
εκδοτήριο: Πανεπιστημίου 39, Αθήνα
Πηγή πρώτης δημοσίευσης: "Το δάσος" του Ντέιβιντ Μάμετ στο Θέατρο ΕΛΕΡ