ΜΑΥΡΟΣ
ΑΔΕΛΦΟΣ
Φουντάραμε
την άγκυρα της μνήμης μεσοπέλαγα
πάνω στο
φεγγαρόδρομο που ‘σκιζε το σκοτάδι
και με
ιστορίες λέγαμε πως θα ‘βγαινε το βράδυ
κι αν η
ψυχή μου ήταν βαριά, σε άκουγα και γέλαγα.
Μου
‘δειχνες τους αστερισμούς που λάμπουν στο στερέωμα
και στη
ματιά σου αντίφεγγε η θλίψη η μεγάλη
για τη ζωή
που πέρασε κι αλλού σε είχε βγάλει
κι απ’ της
χαράς τη μοιρασιά έχασες το δικαίωμα.
Κι ως
έλεγες και ύφαινες του λόγου τα καμώματα
στης
θάλασσας την αγκαλιά το κύμα μ’ αποκοίμισε
κι ό,τι όμορφο
που έσβησε μες στ’ όνειρο μου θύμισε
ώσπου το
φως με ξύπνησε κατά τα ξημερώματα.
Στο δρόμο
της επιστροφής ήλιος γυμνός λυγμός τυφλός
και τη
στεριά αγνάντευες, που πια δε σε προσμένει
μαντίλι
άσπρο στο γιαλό, γυναίκα ή ερωμένη
στην πέτρα
της υπομονής ο χρόνος μαύρος αδελφός.
© Δημήτρης Φιλελές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου