ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Πέμπτη 8 Μαΐου 2025

Του καπετάν Δυσσέα

 

Οδυσσέας Ανδρούτσος
Λιθογραφία του Adam Friedel (1825)

Του καπετάν Δυσσέα*

 

Σε χάνι ετοιμόρροπο από παντού ζωσμένο

έχουν τα λιανοτούφεκα τον θάνατο γραμμένο

 

στις πολεμίστρες καρτερούν του Ομέρ πασά τ’ ασκέρι

της λευτεριάς τη ροδαυγή σφιχτά κρατούν στο χέρι

 

γεράκι απροσκύνητο ο καπετάνιος βλέπει

χέρια φτερούγες ακουμπούν στου ουρανού τη σκέπη

 

τα μάτια δεκατέσσερα μην πάει χαμένο βόλι

κι απέ σαν λημεριάσουμε ν’ ανταμωθούμε όλοι

 

το μπαϊρακτάρη έβαλε πρώτος αυτός σημάδι

το βόλι του δεν ξαστοχά, τον έστειλε στον Άδη

 

μολύβι του ρημόσπιτου ξερνάνε τα ντουβάρια

και στρώνεται η μαύρη γης με άψυχα κουφάρια

 

φρουμάζει γύρω ο θάνατος κι ο ουρανός ματώνει

βαστάει η ξερολιθιά, σφυριά χτυπούν στ’ αμόνι

 

κι αν τα γιουρούσια δε φελούν, θα πέσει με κανόνια

τριζοβολούν του χάροντα τα κοφτερά σαγόνια

 

πριν φέξει το ξημέρωμα στο στόμα το μαχαίρι

περνούν το τούρκικο ορδί πιασμένοι χέρι χέρι

 

ανοίγουν δρόμο τα σπαθιά, χτυπούν σαν το μπουρίνι

δυο μόνο χάνονται κορμιά στης μάχης το καμίνι

 

σέρνει ο Δυσσέας το χορό ψηλά στην αϊτοράχη

τον καμαρώνει η κλεφτουριά, τον τραγουδούν οι βράχοι.

 

© Δημήτρης Φιλελές


* Η μάχη στο χάνι της Γραβιάς έγινε στις 8 Μαΐου 1821


Παναγιώτα Μπλέτα - Πόσο κακό μας κάνει ο ανταγωνισμός;

 


Παναγιώτα Μπλέτα

Πόσο κακό μας κάνει ο ανταγωνισμός;

Ανταγωνισμός εναντίον Συλλογικότητας

(Εκδόσεις Αγγελάκη, 2025 ISBN: 978-960-616-434-7)


Γράφει ο Δημήτρης Φιλελές

 

«Πόσο κακό μας κάνει ο ανταγωνισμός;» είναι ο τίτλος του νέου δοκιμιακού έργου της Παναγιώτας Μπλέτα, με υπότιτλο «Ανταγωνισμός Εναντίον Συλλογικότητας», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Αγγελάκη.  Πρόκειται για ένα βιβλίο στο οποίο η συγγραφέας συνδυάζει τις προσωπικές επιστημονικές γνώσεις, την πολύχρονη εμπειρία της στην ελεύθερη αγορά εργασίας, την ενασχόλησή της με την επίλυση κοινωνικών ζητημάτων και την πολιτική, το μαχητικό αρθρογραφικό της υπόβαθρο, αλλά και τα αναντίρρητα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα, που χρησιμεύουν ως υποστηρικτικό υλικό των θέσεών της.

Έχουν ήδη σπαταληθεί τόνοι χαρτιού και έχουν χυθεί δεκάδες (ή και εκατοντάδες) από τους εντεταλμένους κονδυλοφόρους για την ανταγωνιστική «καλοσύνη». Και ενώ αυτά εξακολουθούν να συμβαίνουν και να διαιωνίζουν τις λανθασμένες αντιλήψεις, η συγγραφέας, με τρόπο αδιάψευστο, με εκλαϊκευμένη επιστημονική γνώση και με στοιχεία από την σκληρή πραγματικότητα, μας επιβεβαιώνει ότι ισχύει το ακριβώς αντίθετο πέρα από κάθε αμφιβολία.

Ο ανταγωνισμός, όπως η ίδια αναφέρει, εμπεριέχει εν τω γεννάσθαι την έννοια της αντιπαράθεσης. Και πώς μπορεί από μια τέτοια θέση να προκύπτει καλό για το κοινωνικό σύνολο; Ακόμα χειρότερα, όταν ο ανταγωνισμός επιδιώκει την επιβεβαίωση και την κοινωνική αναρρίχηση του ατόμου μέσω της αντιπαλότητας και της επικράτησης με τον ταυτόχρονο εκμηδενισμό του αντιπάλου -για να μην στρογγυλεύουμε τις γωνίες-, πώς είναι δυνατό να πρόκειται για επωφελή διαδικασία με κοινωνικούς όρους; Εκτός αν επιθυμούμε να ζούμε σε μια κοινωνία όπου επικρατεί το δίκαιο του ισχυρότερου, με την ψευδαίσθηση ότι θα έρθει κάποτε η στιγμή και εμείς να βρεθούμε από τους κάτω στους πάνω, από τους εξουσιαζόμενους στους εξουσιαστές.

Αλλά και στην περίπτωση αυτή αποδεικνύεται περίτρανα ότι θα συμβεί αυτό που διαχρονικά συμβαίνει στην ιστορία της ανθρωπότητας: Όταν οι ισχυροί πληθαίνουν, έρχεται νομοτελειακά και η αναπότρεπτη ώρα του αλληλοσπαραγμού τους.

Επειδή η φύση του ανταγωνισμού, εκτός από καταστροφική, καταλήγει πάντα να είναι και αυτοκαταστροφική.

Μέσα από αλληλοδιάδοχες θεματικές ενότητες που η μία αποτελεί νοηματική συνέχεια της άλλης, η συγγραφέας περιγράφει με γλαφυρότητα και αφοπλιστική πειστικότητα τις αναβαθμίδες μέσα από τις οποίες κορυφώνεται το καταστροφικό έργο του ανταγωνισμού, παρασύροντας στο πέρασμά του κάθε έννοια αξιοπρέπειας, κάθε ίχνος ανθρωπισμού που οφείλουμε να έχουμε ως όριο διάκρισης από τα υπόλοιπα όντα του ζωικού βασιλείου.

Η έννοια του ανθρώπου υποδουλώνεται και μεταμορφώνεται σε ενστικτώδη και ζωώδη κυριαρχία πάνω στους συνανθρώπους μας μέχρι τον εξαναγκασμό τους σε πειθήνια όργανα μιας κατ’ επίφαση δημοκρατικής και ελεύθερης αγοράς. Τόσο ελεύθερης που μας κάνει τη «χάρη» να υπάρχουμε –όχι να ζούμε– απλώς για να την υπηρετούμε τυφλά.

Μας απομακρύνει από τους στόχους, τα οράματα και τα ιδανικά, επειδή η ολιγαρχία των υψηλά ιστάμενων ανταγωνιστών είναι η μόνη που έχει το αυθαίρετο δικαίωμα να επιλέγει πριν από μας για μας, αδιαφορώντας για τις πραγματικές μας ανάγκες ή τη γνώμη μας. Επί της ουσίας δεν έχουμε δικαίωμα γνώμης.

Πρόκειται, λοιπόν, για έναν ολισθηρό κατήφορο που με μαθητική ακρίβεια μας οδηγεί στην αποδιοργάνωση, την αποχαύνωση και την αποξένωση. Μας μεταμορφώνει σε αποσυνάγωγους του ανθρώπινου είδους σαν άλλη Κίρκη. Είμαστε οι σύντροφοι ενός σύγχρονου Οδυσσέα, που είναι προορισμένος από τη μοίρα να φτάσει ολομόναχος στον τελικό προορισμό του θυσιάζοντας τους «ανόητους» συντρόφους του, για να απολαύσει μέχρι βαθυτάτου γήρατος τα αγαθά της ιδιοφυΐας του.

Είναι αξιοσημείωτη η αφηγηματική ροή του λόγου και η άριστη διασύνδεση των επίσημων επιστημονικών δεδομένων, της βιωμένης  καθημερινότητας και των φιλοσοφικών στοχασμών σε ένα αμάλγαμα, ώστε ο αναγνώστης να επιθυμεί να διαβάσει μέχρι και την τελευταία σελίδα, αποκομίζοντας ένα σημαντικό όφελος: όχι μόνο τη γνώση και την επίγνωση όσων διαδραματίζονται γύρω του, αλλά και την κατανόηση της θέσης του μέσα στο κοινωνικό σύνολο – πώς αυτοπροσδιορίζεται, πού εντάσσεται και για ποιες συνθήκες ζωής, για ποιους στόχους, οφείλει και αξίζει να αγωνίζεται και να παίρνει θέση και αποφάσεις σε καθημερινή βάση.

Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι η συγγραφέας δεν επαφίεται σε λόγο καταγγελτικό –πράγμα εύκολο και ασφαλές σε μια παγκόσμια κοινότητα της οποίας η νοσηρότητα ή και συν-νοσηρότητα είναι δεδομένη–, αλλά διατυπώνει αντι–θέσεις, δηλαδή θέσεις που μπορούν να μας οδηγήσουν στην απαλλαγή από τις απάνθρωπες και αντικοινωνικές τάσεις που βρίσκουν, δυστυχώς, γόνιμο έδαφος όχι μόνο σε απολυταρχικά ή θεοκρατικά καθεστώτα, αλλά απλώνουν βαθιές ρίζες και στον ιστό των δυτικών προηγμένων -τουλάχιστον οικονομικά και τεχνοκρατικά- χωρών.

Οι αντι-προτάσεις της Παναγιώτας Μπλέτα μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της είναι πρωτίστως η επένδυση στη συλλογικότητα, που θα επιφέρει την ισονομία, την ισοτιμία, την πολιτισμική αναγέννηση και την επαναφορά των αξιών απέναντι στην ακατάσχετη καταναλωτική μανία των ολίγων και στην ανελέητη εκμετάλλευση ανθρώπινων και φυσικών πόρων στον βωμό του κέρδους μέσω του ισοπεδωτικού για τους πολλούς ανταγωνισμού. Και, εν τέλει, στην αναγόρευση της αξίας του ατόμου ως λειτουργικής μονάδας ενός συνεργατικού συνόλου σε μια φιλοπρόοδη κοινωνία, που σέβεται τις ατομικές ελευθερίες όπως και όποτε αυτές εκφράζονται. Και, προς αποφυγή παρερμηνειών, η συγγραφέας αναφέρεται με σαφήνεια στην ελευθερία που σημαίνει πρωταρχικά αυτοέλεγχο και αυτοπεριορισμό, ώστε να μην βλάπτουμε  τους άλλους.

Το συγκεκριμένο βιβλίο, από τον χαρακτηριστικό ξεκάθαρο τίτλο και την προσεκτικά επιλεγμένη εικόνα του εξωφύλλου μέχρι και την τελευταία λέξη του περιεχομένου του, μπορεί να θεωρηθεί ως επιστέγασμα της όλης έως τώρα δοκιμιακής και αρθρογραφικής πορείας της συγγραφέως, που με υπομονή, επιμονή, αλλά και με την προσωπική στάση ζωής προτείνει την προσήλωση στις δημοκρατικές αρχές διακυβέρνησης με έμφαση στη συλλογικότητα ως τη μόνη διέξοδο από τα αδιέξοδα που οδηγούμαστε από τα ανταγωνιστικά καπιταλιστικά και τα καταδυναστευτικά αυταρχικά μοντέλα που συνθλίβουν κάθε έννοια ελεύθερης βούλησης και αυτοδιάθεσης του ατόμου, δηλαδή του πυρήνα της οργανωμένης κοινωνίας.

Με το νέο αυτό πόνημα η Παναγιώτα Μπλέτα επιχειρεί να χαράξει τον δικό της δρόμο στα δύσβατα μονοπάτια της στρεβλής πραγματικότητας και οι προτάσεις της να γίνουν πράξη, ώστε να φτάσουμε στην επιθυμητή ανθρώπινη συμβίωση αλλά και στην εναρμόνισή μας με την απλόχερη και άδολη φύση.

 


Λίγα λόγια για τη συγγραφέα:

Η συγγραφέας, διανοήτρια Παναγιώτα Μπλέτα γεννήθηκε στη Σκάλα Λακωνίας, ενώ μεγάλωσε στο Χαλάνδρι. Σπούδασε στη Νέα Υόρκη MBA Management (New York Institute of Technology) και BSc Marketing-Management (City University of New York).

Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με ελληνικούς και ξένους επιχειρηματικούς ομίλους και οργανισμούς, που δραστηριοποιούνται στους τομείς της συμβουλευτικής, της πολιτικής και επιχειρηματικής έρευνας, της επικοινωνίας, της επιχειρηματικής και ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, των τροφίμων, του franchise,  αναλαμβάνοντας  υψηλές διοικητικές θέσεις, ενώ έχει διατελέσει επιχειρηματίας και η ίδια.

Σχεδίασε και υλοποίησε έργα με σημαντικά ωφέλιμη αξία για την Ελλάδα: Γραμμή Ενημέρωσης Σεισμόπληκτων 0800-18000, Γραμμή Εξυπηρέτησης του Πολίτη 1464 κ.λπ..

Έχει δραστηριοποιηθεί  έντονα  στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης ως Αντιδήμαρχος στον Δήμο Χαλανδρίου. Διακρίθηκε για την ίδρυση του πρώτου Δημοτικού Κ.Ε.Π. στην Ελλάδα. Διετέλεσε Νομαρχιακή Σύμβουλος στον Νομό Λακωνίας και τιμήθηκε για την έκδοση  πρωτοποριακού Ενημερωτικού Δελτίου που βοήθησε στη διάδοση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, καθώς και στην απορρόφηση ευρωπαϊκών κονδυλίων από την Περιφέρεια.

Έχει εκδώσει είκοσι βιβλία, μεταξύ των οποίων δύο φιλοσοφικά δοκίμια,  εννέα πολιτικά και οικονομικά δοκίμια, οκτώ ποιητικές συλλογές (αρκετές από τις οποίες έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά) και ένα θεατρικό έργο. Έχει γράψει περισσότερα από διακόσια πενήντα άρθρα, αρκετές ερευνητικές μελέτες και κριτικές σε λογοτεχνικά, θεατρικά και κινηματογραφικά έργα, που έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά και διεθνή sites, εφημερίδες και περιοδικά, ενώ έχει δώσει πάνω από εκατό συνεντεύξεις σε ελληνικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης.


Πηγή πρώτης δημοσίευσης: 

Ανταγωνισμός εναντίον Συλλογικότητας (Fractal)

 

 

Δευτέρα 5 Μαΐου 2025

"Λαμπρά Παράσιτα" του Φίλιπ Ρίντλεϋ

 


Λαμπρά παράσιτα – του Philip Ridley

στον καλλιτεχνικό χώρο ΠΛΥΦΑ (Βοτανικός)

 

Γράφει ο Δημήτρης Φιλελές

 

Παρακολουθήσαμε τη θεατρική παράσταση «Λαμπρά παράσιτα» (πρωτότυπος τίτλος: Radiant Vermin, 2015) στο θέατρο ΠΛΥΦΑ, στον Βοτανικό, έργο του πολυσχιδούς Άγγλου συγγραφέα Philip Ridley. Το έργο, αντιπροσωπευτικό δείγμα του in-yer-face theatre, συνδυάζει τα βασικά στοιχεία της μαύρης κωμωδίας με απρόοπτες αλλεπάλληλες σουρεαλιστικές καταστάσεις, δημιουργώντας συνθήκες εξοικείωσης για την επικοινωνία και την αλληλεπίδραση ηθοποιών και κοινού από την αρχή μέχρι το τέλος της παράστασης. Παρά το κυρίαρχο κωμικό στοιχείο, οι δραματικές καταστάσεις είναι υπαρκτές, οι ραγδαίες εναλλαγές συναισθημάτων προκαλούν τα αληθοφανή διλήμματα που αναδύονται ακατάπαυστα ως σπόρος του κακού, η σκληρή και συντριπτική πραγματικότητα είναι διαρκώς παρούσα.

 

Η υπόθεση:

 

Ένα νεαρό ζευγάρι που πρόκειται να φέρει στον κόσμο το παιδί του ζει σε μια υποβαθμισμένη γειτονιά. Με έναν απροσδόκητο τρόπο επιλέγονται για να τους χαριστεί ένα ευρύχωρο διαμέρισμα, η τέλεια λύση στο στεγαστικό τους πρόβλημα διά βίου, σε μια άλλη συνοικία, όπου εκείνοι θα γίνουν οι πρωτοπόροι για την ανάπτυξη και την αναβάθμισή της. Υπάρχει όμως στη ζωή των ανθρώπων κάποιο δώρο που προσφέρεται χωρίς αντίδωρο;

Όταν πείθονται και μετακομίζουν, διαπιστώνουν ότι οι άστεγοι της περιοχής μπορεί να τους δημιουργήσουν πρόβλημα – ένα πρόβλημα που όταν λυθεί με τη μεσολάβησή τους μέσα από μια εντελώς παράδοξη διαδικασία, θα τους οδηγήσει στην ποθητή ευμάρεια. Τα ηθικά διλήμματα εύκολα ή δύσκολα παραμερίζονται, ο ατομικισμός προελαύνει και θριαμβεύει, η ζωή τους αλλάζει ριζικά και κάθε μέρα μοιάζει σαν όνειρο σε επίγειο παράδεισο.

Όμως, καθώς η οικογένεια μεγαλώνει, οι «ανάγκες» πολλαπλασιάζονται, οι ελάχιστες άμυνες κάμπτονται, ο κύκλος των υποχωρήσεων διευρύνεται και οι αδηφάγες επιθυμίες είναι πλέον αδύνατο να χαλιναγωγηθούν. Το καθημερινό κατρακύλισμα είναι ξέφρενο και ο προφανής παραλογισμός εκλογικεύεται με συνοπτικές διαδικασίες.

Ο Ridley, με αφορμή το έντονο και πολλές φορές ασφυκτικό στεγαστικό πρόβλημα των νέων ανθρώπων, υφαίνει έναν αριστοτεχνικό ιστό μέσα στον οποίο παγιδεύει χαρακτήρες και θεατές, γράφει ένα κείμενο βαθιά πολιτικό και ανθρώπινο, μας «φτύνει» την αλήθεια κατά πρόσωπο χωρίς περιστροφές και μας υπενθυμίζει ότι εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τη διαχείρισή της. Μας ξεκαθαρίζει ότι η όρθια στάση του σώματος δεν μας κατατάσσει υποχρεωτικά στο είδος των νοήμονων ανθρώπων, ότι απαιτούνται άλλα χαρακτηριστικά και η πίστη σε υψηλά κοινά ιδανικά, αν θέλουμε η κοινωνία που ζούμε (και που με τις πράξεις μας δημιουργούμε) να είναι στ’ αλήθεια ανθρώπινη.

 

Η παράσταση ως συνολική εικόνα:

 

Το καλλιτεχνικό δίδυμο των Μιχάλη Σιώνα και Θανάση Ραφτόπουλου προσεγγίζει το κείμενο με ιδιαίτερη επιμέλεια, το αποδίδει όχι μόνο στην ελληνική γλώσσα αλλά –κυρίως– στην ελληνική του διάσταση, και διασφαλίζει μέσα από την ευαίσθητη δραματουργική προσέγγιση τον απαιτούμενο δίαυλο επικοινωνίας πομπών και δεκτών.

Η σκηνοθετική ματιά του Θανάση Ραυτόπουλου είναι διαυγής, δίνει έμφαση στη καταλυτική δύναμη του λόγου και βρίσκει τρόπους εκπομπής μέσα από τον άψογο συνδυασμό φωνητικής έντασης, συναισθηματικής φόρτισης, εναρμονισμένης κίνησης και στάσης των σωμάτων. Άξια συμπαραστάτης στο επιτυχημένο εγχείρημά του η Σταυρούλα Κουλούρη.

Το λιτό σκηνικό που χτίζει η Μαρίνα Κωνσταντινίδου είναι ευέλικτο και πλήρως υποστηρικτικό για όσα επί σκηνής διαδραματίζονται. Τα κοστούμια της Τατιάνα Νικολαΐδου και η μουσική του Φώτη Σιώτα είναι συντονισμένα στο ίδιο μήκος κύματος, λειτουργώντας ως θετικοί παράγοντες στην αρμονική μορφή της παράστασης.

Οι φωτισμοί της Γεωργίας Τζο Τσελεπή κινούνται σε όλη τη διάρκεια της παράστασης σαν ένα άγρυπνο μάτι που εποπτεύει κινήσεις και ανιχνεύει συναισθήματα, προσδίδοντας τους ανάλογους σε ένταση ατμοσφαιρικούς χρωματισμούς.

 

Οι ερμηνείες:

 

Η Ζηνοβία Ανανιάδου-Κόκκοτα (Τζιλ) είναι μία πειστική σύγχρονη σύζυγος που επιθυμεί να ξεφύγει από τη φτώχεια και να προσφέρει στην οικογένειά της πάση θυσία ό,τι πιθανώς η ίδια έχει στερηθεί. Οι ψυχολογικές της μεταπτώσεις, από τον φόβο και τις ενοχές μέχρι τις εκρήξεις, διοχετεύονται άριστα μέσα από τη φωνή, τους μορφασμούς, τις κινήσεις, αλλά την επικοινωνία της με το κοινό. Πετυχαίνει να είναι συμπαθής αν και φυσιογνωμία δολοφονική, μπολιάζοντας με αυτό τον τρόπο αμείλικτα ερωτήματα στη σκέψη του θεατή.

Ο Ιωάννης Μυστακίδης (Όλι) είναι ο νεαρός άβουλος σύζυγος με καταπιεστικές οικογενειακές καταβολές, που εύκολα μπορεί να γίνεται εκτελεστικό όργανο και να θυματοποιείται χωρίς να αναλαμβάνει τις προσωπικές του ευθύνες. Με χαρακτηριστική υποκριτική ευελιξία, σκορπίζοντας αβίαστο γέλιο, εκλογικεύει το παράλογο, κάνει το άσπρο μαύρο, ενσωματώνει τις επιθυμίες των άλλων, μέχρι που ουσιαστικά, με σατανική αθωότητα, μεταμορφώνεται σε έναν σαγηνευτικό συνένοχο χωρίς τύψεις και ενοχές.

Αξίζει ιδιαίτερη μνεία ο ταχύρρυθμος συντονισμός της Τζιλ και του Όλι επί σκηνής σε όλα τα επίπεδα, που απαιτεί όχι μόνο τεχνική αλλά και ψυχικό απόθεμα, και δημιουργεί την πρόσθετη αξία στην παράσταση.

Η Θεοδώρα Γεωργακοπούλου (Miss Dee) είναι η προσωποποίηση της απρόσωπης αλλά πανταχού παρούσας εξουσίας. Η διαφορετικότητάς της από την Τζιλ και τον Όλι οριοθετεί την απόσταση των «πάνω» από τους «κάτω». Με φωνή σταθερή και απόμακρη, με στάση ευθυτενή και βλέμμα στο μέλλον που εκείνη έχει τη δύναμη να ορίζει, παρεμβάλλεται και επιβάλλει την άποψή της. Είναι η σχηματοποίηση της άλλης διάστασης, της δύναμη που ικανοποιεί επιθυμίες και εισπράττει το αφανές ποσοστό κέρδους της.

 

Συμπερασματικά:

 

Πρόκειται για μια θεατρική παράσταση που υπάρχουν σοβαροί λόγοι να ιδωθεί με περίσκεψη, με αυτοσυγκράτηση του θεατή στην εύθυμη διάθεση που εσκεμμένα προκαλείται, με κατάδυση πίσω από τους επιφανειακούς προβληματισμούς και ανίχνευση των ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών προβληματισμών που θέτει.

 

Οι συντελεστές της παράστασης:

 

Μετάφραση - Δραματουργική επεξεργασία : Μιχάλης Σιώνας, Θανάσης Ραφτόπουλος

Σκηνοθεσία : Θανάσης Ραφτόπουλος

Βοηθός Σκηνοθέτη: Σταυρούλα Κουλούρη

Σκηνικά: Μαρίνα Κωνσταντινίδου

Κοστούμια: Τατιάνα Νικολαΐδου

Μουσική : Φώτης Σιώτας

Σχεδιασμός φωτισμών: Γεωργία Τζο Τσελεπή

Επικοινωνία: Γιώτα Δημητριάδη

Φωτογραφίες - τρέιλερ: Νίκος Καρούζος, Τατιάνα Νικολαΐδου

Παραγωγή: Ομάδα Θεάτρου ÇaVa

Ερμηνεύουν:

Ζηνοβία Ανανιάδου-Κόκκοτα (Τζιλ)

Ιωάννης Μυστακίδης (Όλι)

Θεοδώρα Γεωργακοπούλου (Miss Dee)

 

Παραστάσεις:

Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00 (Από 28-4-2025 μέχρι 27-5-2025)

Καλλιτεχνικός Χώρος ΠΛΥΦΑ, κτήριο 7Α
(Κορυτσάς 39, Βοτανικός, 104 47, Αθήνα)

Διάρκεια:100 λεπτά

Τιμές εισιτηρίων:15€, 13€ (μειωμένο: άνεργοι, φοιτητές, ΑΜΕΑ)

Προπώληση: «Λαμπρά Παράσιτα» | Εισιτήρια online! | More.com



Πηγή πρώτης δημοσίευσης: Λαμπρά Παράσιτα

 

Δευτέρα 14 Απριλίου 2025

«Διψάω» της Αναστασίας Κουρή

 


«Διψάω» –  μονόλογος της Αναστασίας Κουρή

στο θέατρο «Μικρός Κεραμεικός»

Θεατρική κριτική του Δημήτρη Φιλελέ

 

Παρακολουθήσαμε τη θεατρική παράσταση «Διψάω» στο θέατρο «Μικρός Κεραμεικός», σε κείμενο Αναστασίας Κουρή, σκηνοθεσία Βάσιας Βασιλείου και ερμηνεία Δημήτρη Αϊβαλιώτη. Τρία εύφλεκτα υλικά σε εκρηκτικό μείγμα, που όταν πυροδοτούνται, εκπυρσοκροτούν και προκαλούν αλυσιδωτές αντιδράσεις, διαχέονται ως κυκλωτικό ενεργειακό κύμα στην αίθουσα, καταργούν την αίσθηση του χρόνου  και καθηλώνουν τον θεατή μέχρι τέλους.

 

Η υπόθεση:

Διψάω! Η Αναστασία Κουρή γράφει ένα άκρως εξομολογητικό και ταυτόχρονα αιχμηρό κείμενο συνεχούς ροής, αφουγκράζεται το ανατριχιαστικό ουρλιαχτό αγωνίας που βγαίνει από τα σπλάχνα ενός καταπιεσμένου ανθρώπου, του Κώστα, και ξεδιπλώνει την αφανή μεταξύ τους συνομιλία. Διψάω! Μια οργισμένη κραυγή που απλώνει όμως το χέρι και ζητά απελπισμένα βοήθεια για να ξεφύγει από τις Ερινύες μιας ισοπεδωμένης ζωής στο θυσιαστήριο του οικογενειακού πένθους. Διψάω! Μια φρούδα αναζήτηση σανίδας σωτηρίας σε έναν κόσμο που καταδυναστεύεται από τις παραπλανητικές μάσκες της επιτηδευμένης καλοσύνης και της ανάλγητης φιλανθρωπίας. Διψάω! Η παραληρηματική ικεσία μιας πληγωμένης ψυχής που αναζητά το καθαρτήριο υγρό στοιχείο, εκείνο που θα την απαλλάξει από τη στεγνότητα και τη στυγνότητα της σκοτεινής εποχής μας. Διψάω! Ένας αθέατος κόσμος που απαιτεί τον χώρο του στην επιφάνεια και έρχεται να διασαλεύσει την εικονική τάξη.

Και όταν όλες οι επικλήσεις βυθίζονται στο κενό, αναδύεται ο άλλος Κώστας, ο νεκροζώντανος που οραματίζεται την ανάστασή του· ο Κώστας που ακροβατεί στην εύθραυστη διαχωριστική γραμμή της λογικής από την παράνοια, χάνοντας τελικά την ισορροπία, ο Κώστας που δημιουργεί ένα αλλόκοτο προσωπικό σύμπαν και μεταμορφώνεται σε στοιχειό ή τέρας, όπως θα τον χαρακτήριζε κάθε λογικός άνθρωπος. Και όμως· ακόμα και μέσα σ’ αυτή την ιλιγγιώδη περιδίνηση, ο ήρωας φαίνεται να έχει συνείδηση των πράξεων του, καθώς συχνά θέτει στον εαυτό του τα αμείλικτα ερωτήματα: «Ποιος θα κλάψει για μένα; Ποιος μπορεί να κλάψει για μένα;»

Ο Κώστας αντιλαμβάνεται τον κόσμο μέσα από το παραμορφωτικό κάτοπτρο της ύπαρξής του, οι μύχιες σκέψεις του –σκέψεις που είναι βέβαιο ότι περνούν και από το μυαλό κάθε λογικού ανθρώπου, αλλά δεν υλοποιούνται ποτέ– μετουσιώνονται σε πράξεις ειδεχθείς, γίνεται αδίστακτος τιμωρός της διάχυτης υποκρισίας αλλά και ανελέητος δικαστής του εαυτού του. Για να απελευθερωθεί οριστικά από τα δεσμά του όταν φτάσει εκούσια στη σωματική και ψυχική συντριβή.

 

Η παράσταση ως συνολική εικόνα:

Το εκρηκτικό κείμενο της Αναστασίας Κουρή παίρνει στα χέρια της και σκηνοθετεί η Βάσια Βασιλείου με ευρηματικότητα και ευαισθησία. Η σκηνοθέτις δομεί ένα σκηνικό κατακερματισμού και εξιλέωσης που ανταποκρίνεται πλήρως στον ψυχισμό του ήρωα, στα σημάδια που σαν καρφιά έχουν ανεπανόρθωτα τραυματίσει την ψυχή και έχουν καθορίσει την πτωτική πορεία της ύπαρξής του.

Εστιάζει σε τρία στοιχεία, που καθένα έχει αφήσει το δικό του στίγμα στον σκοτεινό κόσμο του Κώστα: Το νερό, συμβολισμός άλλοτε του ζωοποιού υγρού του αμνιακού σάκου και άλλοτε του εξαγνιστικού υγρού της ψυχής, που ο Κώστας απεγνωσμένα αναζητά σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι εξαρθρωμένες κούκλες, ο μετασχηματισμός της ομορφιάς και της ευχαρίστησης σε δυσμορφία και θλίψη, δυο στοιχεία που καταδιώκουν τον ήρωα σε κάθε του βήμα. Και τέλος οι σκιές, το έσχατο καταφύγιο του ήρωα, το ημιδιαφανές τοπίο μέσα στο οποίο μπορεί να κινηθεί αθέατος και να γίνει κυρίαρχος μιας αλλόκοτης πραγματικότητας.

Ιδιαίτερη σημασία όμως για τη σκηνοθετική ματιά έχουν οι σιωπές του Κώστα, όσα δεν λέγονται, αλλά γίνονται αισθητά μέσα από το βλέμμα, τη στάση του σώματος, τις στιγμές αμηχανίες ή τα ξεσπάσματα του ήρωα.

Παράλληλα, η σκηνοθέτις καθοδηγεί με τεχνική αρτιότητα τον φωτισμό της σκηνής, εναρμονίζοντας με ενσυναίσθηση τις αναλαμπές ή το απόλυτο σκοτάδι με τις σχισμές της ψυχής του Κώστα.

Τέλος, εξίσου σημαντική αναδεικνύεται η μουσική της παράστασης, καλλιτεχνικό δημιούργημα των ΑΤΙΑ (Νεκτάριος Μεϊντάνης και Ιοκάστη Αλίμονος). Η μορφή των ήχων αλλά και οι εντάσεις συνυπάρχουν και συνδιαλέγονται με τις παραληρηματικές εξάρσεις του Κώστα, δονώντας παράλληλα το κοινό και συντονίζοντάς το με τους άγνωρους παλμούς μιας άλλης διάστασης της πραγματικότητας.

 

Η ερμηνεία:

Ο Δημήτρης Αϊβαλιώτης είναι ο Κώστας, είναι το πλάσμα που επί σκηνής  δεινοπαθεί, περιχαρακώνεται στον αδυσώπητο κόσμο του, εξομολογείται, αφαιρείται, ονειροβατεί, αμφιταλαντεύεται, οργίζεται, απελευθερώνει κτηνώδη ένστικτα, αλλά εκτοξεύει και μοναδικές στιγμές τρυφερότητας, εκλιπαρεί για ψήγματα αγάπης, αλλά και τιμωρεί δίχως έλεος. κουλουριάζεται σαν έμβρυο, αλλά αναδιπλώνεται σε αιμοσταγή εκδικητή, επιχειρεί μάταια να σπάσει τις αλυσίδες των συνθλιπτικών βιωμάτων, γίνεται βορά στον αραχνοΰφαντο ιστό του ταραγμένου μυαλού, παλινδρομεί ως έμψυχο έλασμα που εναλλάξ συσπειρώνεται με γλυκύτητα και εκτινάσσεται με βιαιότητα, ταλαντώνεται σαν εκκρεμές και προσκρούει διαρκώς σε άκαμπτους τοίχους, καταλήγει ένα βαριά τραυματισμένο αγρίμι που παραδέρνει, οδεύοντας προς τον αφανισμό και τη λύτρωση ταυτόχρονα. Ενσαρκώνει μια σύγχρονη τραγική μορφή που φτάνει σε εκλογικευμένο παραλογισμό, καθώς πολτοποιείται στα γρανάζια του οικογενειακού αδιεξόδου και της κοινωνικής υποκρισίας· και με όρους αρχαίας τραγωδίας εναποθέτει την ετυμηγορία σε κάθε έναν θεατή χωριστά: πρόβατο επί σφαγή και αμνός άμωμος ή αποδιοπομπαίος τράγος;

Για όλους αυτούς τους λόγους, πέρα από το αβίαστο χειροκρότημα για την καλλιτεχνική του οντότητα, στον Δημήτρη Αϊβαλιώτη, ως ενσωμάτωση του Κώστα,  αξίζει μια ζεστή ανθρώπινη αγκαλιά. 

 

Συντελεστές

Επί Σκηνής: Δημήτρης Αϊβαλιώτης
Ακούγεται ηχογραφημένη η φωνή της Μίνας Χειμώνα στον ρόλο της νονάς Μάρως
Σκηνοθεσία / Αrt Direction / Σχεδιασμός Φωτισμών: Βάσια Βασιλείου
Πρωτότυπη Μουσική / Sound Design: ΑΤΙΑ (Νεκτάριος Μειντάνης - Ιοκάστη Αλίμονος)
Βίντεο / Μοντάζ: Τάκης Χρυσικός
Βοηθός Παραγωγής: Ειρήνη Μπουρλέσα
Επικοινωνία: Νταίζη Λεμπέση

Το έργο παρουσιάζεται για δεύτερη συνεχή χρονιά. Οι παραστάσεις στον «Μικρό Κεραμεικό» ολοκλήρωσαν και τον φετινό τους κύκλο. Η παράσταση θα περιοδεύσει τους επόμενους μήνες εκτός Αθηνών. Λόγω μεγάλης προσέλευσης του κοινού, ενδέχεται οι παραστάσεις να συνεχιστούν για τρίτη χρονιά.


Πηγή πρώτης δημοσίευσης: "Διψάω" της Αναστασίας Κουρή

Δευτέρα 7 Απριλίου 2025

«Το δάσος» του Ντέιβιντ Μάμετ

 


 «Το δάσος» του David Mamet - Στο θέατρο ΕΛ.ΕΡ

Σε σκηνοθεσία του Θοδωρή Αμπαζή

με τη Δήμητρα Χατούπη και τον Δημήτρη Γκοτσόπουλο

Θεατρική κριτική του Δημήτρη Φιλελέ

 

Η υπόθεση:

 

Ένα εξοχικό σπίτι στο δάσος επιλέγει ο πολυπράγμων Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας (και όχι μόνο) Ντέιβιντ Μάμετ για να στεγάσει την αλληγορική συγγραφική του ματιά για την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Ένα νεαρό ερωτευμένο ζευγάρι, σε μια απόδραση του Σαββατοκύριακου, επιχειρεί να διασχίσει «Το δάσος», το δικό του δάσος των οικογενειακών καταβολών, των προσωπικών αγκυλώσεων και των κοινωνικών προκαταλήψεων, για να έρθει πιο κοντά, για να συναντηθεί και να σμίξει αξεχώριστα. Πόσο εύκολο είναι όμως αυτό, πόσο εφικτό είναι να ενωθούν και να συνυπάρξουν δύο άνθρωποι στο παρόν όταν ο ένας έχει το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν και ο άλλος στο μέλλον; Όταν οι αναζητήσεις ακολουθούν διαφορετικές κατευθύνσεις, πώς μπορεί το ατομικό στοιχείο να υποταχθεί και να εναρμονιστεί με τους κανόνες της συμβίωσης; Ποια δύναμη είναι άραγε πιο ισχυρή και ασκεί τη μεγαλύτερη έλξη; Πόσο στ’ αλήθεια ο σύγχρονος άνθρωπος επιθυμεί να κινηθεί προς την κατεύθυνση μιας κοινής πορείας, να εγκαταλείψει το στατικό εγώ του για χάρη μιας εξελικτικής διαδρομής;

Είναι πυκνό και άγνωστο το «δάσος», μέσα στο οποίο εκούσια μπαίνουμε. Είναι γεμάτο τρύπες, συναισθήματα κενά, που καραδοκούν να μας καταπιούν, να μας σπρώξουν στην αδηφάγο χοάνη της θλίψης και της ψυχικής συντριβής. Και εμείς καλούμαστε να χαράξουμε τα ασφαλή μονοπάτια που θα μας οδηγήσουν στον προορισμό μας μοναχικά ή συντροφικά.

Πόσο συχνά στο πίσω μέρος του μυαλού των ανθρώπων η κοινή ζωή και η κοινή στέγη είναι συνυφασμένη με την επικράτηση των απόψεων του ενός, πράγμα που εκ των προτέρων είναι προάγγελος της διάστασης είτε εντός είτε εκτός κοινής ζωής και στέγης;

Ποιοι λόγοι μας ωθούν ώστε ο κατ’ επιλογή σύντροφός μας να είναι ταυτόχρονα ο χειρότερος εχθρός μας; Ή μήπως ο χειρότερος εχθρός μας είναι ο ίδιος ο εαυτός μας, αφού τελικά δεν μπορούμε να τον συνταιριάξουμε με τις προσωπικές επιλογές μας; Είμαστε έτοιμοι να δώσουμε τη δύσκολη μάχη της συνύπαρξης ή συνειδητά προτιμάμε να φυγομαχήσουμε;

Μήπως, εν τέλει, ζούμε σε μια παράλληλη πραγματικότητα, στην προσωπική μας μυθολογία, δημιουργώντας ένα εύθραυστο κέλυφος που παρασάγγας απέχει από την αλήθεια και την ουσία της ζωής;

 

Η παράσταση ως συνολική εικόνα:

Αρχής γενομένης από την άψογη απόδοση του κειμένου στην ελληνική γλώσσα από την Έλσα Ανδριανού, θεωρούμε αξιέπαινη και αξιοσημείωτη την «ελληνοποιημένη» εκφορά του λόγου, ώστε ο θεατής να εξοικειώνεται αμέσως τόσο με το θέμα όσο και με τον χώρο που διαδραματίζεται το έργο.

Ο Θοδωρής Αμπαζής έχει στα χέρια του το άριστο κειμενικό υλικό. Με τη συνδρομή του Θάνου Ψαρρά και της  Γωγώς Μπόμπολα, εμπνέεται από την εσωτερικότητα του θεατρικού λόγου του Μάμετ και οραματίζεται ένα παραμυθιακό-ονειρικό και παράλληλα συμβολικό σκηνικό μέσα στο οποίο επιχειρούν να πραγματωθούν οι επιθυμίες δύο ανθρώπων που βλέπουν τον κόσμο από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Το αλληγορικό περιβάλλον δρα ως καταλύτης που επιτρέπει να αναδυθεί η διαφορετικότητά τους και να αποκαλυφθούν οι χαρακτήρες γυμνοί, δίχως την προστασία του κοινωνικού προσωπείου.

Ο Θοδωρής Αμπαζής εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο τη μουσική του παιδεία, αναλαμβάνοντας και τη μουσική επένδυση του έργου. Σαν κελάρυσμα ρυακιού ηχούν οι νότες που επιλέγει να συντροφεύουν την πλοκή, τόσο που ο θεατής έχει την αίσθηση ότι πρόκειται για μια ακόμα –μη ορατή– παρουσία επί σκηνής. Παράλληλα, οφείλουμε να επισημάνουμε ως ιδιαίτερα επιτυχημένη τη σύλληψη της μελοποίησης στίχων του Oscar Wilde, που αποδίδονται μουσικά και φωνητικά από τη Βάσια Παππά, ως αρκούδα–σύμβολο του περιβάλλοντος επί σκηνής, με τη διακριτική παρουσία και τη βελούδινη φωνή.

Η Νίκη Ψυχογιού, συνεπικουρούμενη από τη Ζωή Κελέση. μεταμορφώνει τη σκηνοθετική ιδέα σε πράξη. Από την πρώτη στιγμή της εισόδου στην αίθουσα τα μάτια του θεατή μαγνητίζονται από την πρωτοτυπία του σκηνικού. Με υλικά απροσδόκητα που αναδίδουν επιλεκτική νεωτερικότητα, τα πάντα βρίσκονται στη σωστή θέση και αποδεικνύονται εξαιρετικά λειτουργικά σε όλη τη διάρκεια της παράστασης.

Υποδειγματικοί όμως είναι και οι φωτισμοί του Γιώργου Αγιαννίτη. Είναι ένα τρυφερό και συνάμα υποβλητικό παιχνίδισμα του φωτός με τις σκιές, που συνομιλεί ακατάπαυστα με το θεατρικό δρώμενο και οι φωτεινές δέσμες συμπλέουν με τον κυματισμό του ψυχισμού των ηρώων.

 

Οι ερμηνείες:

Η Δήμητρα Χατούπη και ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος ούτε «υποδύονται» ούτε «παίζουν» τους ρόλους, αλλά βυθίζονται στα άδυτα της ψυχής των ηρώων και αναδύονται ως υπαρκτοί Ρουθ και Νικ που, με σάρκα και οστά ενώπιόν μας, βιώνουν τις εμπειρίες αλλά και –κυρίως–  τα τραύματα της υπαρξιακής αγωνίας.

Η Δήμητρα Χατούπη (Ρουθ) είναι μια αιθέρια, λεπτεπίλεπτη αλλά και δυναμική γυναικεία φιγούρα. Με άριστη τεχνική και μοναδική πειστικότητα μας παίρνει μαζί της στο ταξίδι της αναζήτησης ισορροπίας μεταξύ λογικής και συναισθήματος. Είναι ένα αεικίνητο ξωτικό με καθηλωτική συναρμογή κίνησης και φωνής, που δεν μπορείς να πάρεις το βλέμμα από πάνω της ακόμα και στην ελάχιστη αλλαγή στη στάση του σώματος, που προσαρμόζεις την ακοή σου στους τόνους της φωνής της για να νιώσεις κάθε συναισθηματικό της τριγμό.

Ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος (Νικ) εμφανίζεται ισοϋψής στο πλάι του θεατρικού μεγέθους  της Δήμητρας Χατούπη. Άλλοτε ευαίσθητος και άλλοτε αναποφάσιστος, γεμάτος φοβίες και εμμονές,  εξωτερικεύει τον συναισθηματικό του κόσμο με τις αλλεπάλληλες μεταπτώσεις και δημιουργεί άμεση επικοινωνία με τον θεατή μέσα από το τρομαγμένο ή απορημένο βλέμμα και την παρακλητική κάποτε φωνή του, τις συσπάσεις του σώματός του, αλλά και τη συνολική σκηνική παρουσία του. Είναι σαφές ότι αποτελεί μία «ελπίδα» για το σύγχρονο ελληνικό θέατρο.

 

Συμπερασματικά: Αν οι θεατρόφιλοι επιζητούν την κυριολεξία της φράσης «Πάμε θέατρο», τότε πρέπει οπωσδήποτε να παρακολουθήσουν αυτή την παράσταση.

 

Η ταυτότητα της παράστασης

 

Μετάφραση: Έλσα Ανδριανού

Σκηνοθεσία-Μουσική Σύνθεση: Θοδωρής Αμπαζής

Σκηνογραφία, Ενδυματολογία: Νίκη Ψυχογιού

Σχεδιασμός Φωτισμού: Γιώργος Αγιαννίτης

 

Ερμηνεύουν:

Δήμητρα Χατούπη και Δημήτρης Γκοτσόπουλος

 

Μουσικός επί σκηνής: Βάσια Παππά

 

Φωτογράφιση: Ζαφείρω Βλάχου

Επικοινωνία: Νατάσα Παππά

Social media: Κατερίνα Κυπραίου

Βοηθοί σκηνοθέτη: Θάνος Ψαρράς, Γωγώ Μπόμπολα

Βοηθός σκηνογράφου: Ζωή Κελέση

Οργάνωση και Εκτέλεση παραγωγής: Γιάννης Γκουντάρας & Αλεξάν Σαριγιάν

Παραγωγή: Η Πάνδημος Ηώς

Υπό την αιγίδα και με χρηματοδότηση του Υπουργείου Πολιτισμού

 

Πληροφορίες παράστασης

Χώρος: Θέατρο ΕΛΕΡ (Φρυνίχου 10, Αθήνα | πλησίον σταθμού μετρό Ακρόπολη)

Τηλέφωνο ταμείου θεάτρου: +30 211 735 3928

Ημέρες & ώρες παραστάσεων:

Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21:00 | Κυριακή στις 18:00

Παραστάσεις μέχρι τις 13 Απριλίου.

Διάρκεια: 90 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)

Video παράστασης: https://www.youtube.com/watch?v=1tNdhX6i6Qc

 

Τιμές εισιτηρίων:

Κανονικό: 20€, Μειωμένο (φοιτητικό, ΑμΕΑ, ανέργων, 65+): 15€, Ατέλεια: 10€

Προπώληση εισιτηρίων: TICKET SERVICES

• online: https://www.ticketservices.gr/event/theatro-eler-to-dasos-tou-david-mamet/?lang=el

• τηλεφωνικά: 210 7234567

• εκδοτήριο: Πανεπιστημίου 39, Αθήνα


Πηγή πρώτης δημοσίευσης: "Το δάσος" του Ντέιβιντ Μάμετ στο Θέατρο ΕΛΕΡ