Ζωγραφικό έργο της Ιουλίας Σκαρή
Φουντάραμε την άγκυρα σ’ απάνεμο λιμάνι
καθώς μας πλάκωσε βαριά για τη στεριά μια τρέλα
κι έμοιαζε λύσσα που γοργά ζητά να ξεθυμάνει
ο νους σαν ψάρι σπαρταρά πιασμένο στην προπέλα.
Με την ανάσα βρωμερή και κόμπο στον λαιμό
στα στέκια τα κακόφημα ζητάμε καταφύγιο
στον βούρκο ποιος να φοβηθεί τον βέβαιο πνιγμό
Κύριε, δείξε έλεος πριν πέσει το μαστίγιο.
Γυναίκας άρωμα φτηνό ο δολερός μαγνήτης
σκέλια γυμνά ορθάνοιχτα για σπέρμα διψασμένα
ζωή ζητιάνα ρυπαρή που γλείφει την πληγή της
ολονυχτία αμαρτωλή πριν σπάσει η καδένα.
Στης νύχτας σαν φαντάσματα γλιστράμε την αφάνεια
απ' την ακτή σαλπάρουμε πριν η αυγή ροδίσει
ο τιμονιέρης άλαλος στρέφεται στα ουράνια
ίσως κι αυτός βοήθεια σε κάποιον να ζητήσει.
Ο ουρανός της θάλασσας αγέλαστος καθρέφτης
μας σπρώχνει σε νερά θολά και τα σκοινιά τεζάρει
σαν τον κοιτάς νιώθεις αργά στην άβυσσο πως πέφτεις
σαν μελλοθάνατος ζητάς την τελευταία χάρη.
Αν είναι τούτο το στερνό αγύριστο ταξίδι
χορτάτοι θα περάσουμε της κόλασης την πύλη
κι ο άνεμος που σέρνεται στα ρέλια μας σαν φίδι
κάλλιο μια ώρα αρχύτερα στην ξέρα να μας στείλει.
Κι αν μας ζητήσει όβολα ο μαύρος περατάρης
τα ρέστα θα του δώσουμε που ξέμειναν στην τσέπη
του άσωτου το έσχατο να ψάλει το τροπάρι
για το μεθύσι της ζωής που μούντζωσε τα πρέπει.
© Δημήτρης
Φιλελές